Του Γιάννη Αν.ΛΟΥΚΑ
«Φασούλι το φασούλι
γεμίζει το σακκούλι »
Ελληνική Παροιμία
αλλά.....
«Σταλαγματιά, σταλαγματιά
δε γεμίζει η στάμνα πισίνα η πλατιά» (και βαθιά και μακριά και … αυθαίρετη)
Νεοελληνική Ανομία ή
Νεοπλουτική Λαμογία
Η αποταμίευση
Η 31η Οκτωβρίου είναι η μέρα η αφιερωμένη παγκοσμίως στην αποταμίευση. Από αυτή την ημέρα έχω πολύ έντονες αναμνήσεις από τη μαθητική μου ζωή. Συγκεκριμένα, κάθε τέτοια μέρα γράφαμε μέσα στην τάξη Έκθεση με θέμα, συνήθως, ΄΄τα αγαθά της Αποταμιεύσεως΄΄. Αν θυμάμαι καλά, στην τελευταία τάξη υπήρχε βράβευση της καλύτερης Έκθεσης με βραβείο
(σε συνεργασία με το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο) έναν ωραίο βαρύ μεταλλικό κουμπαρά (κόκκινου ή πράσινου χρώματος) και ένα βιβλιάριο καταθέσεων με ένα συμβολικό ποσό. Επειδή είχα την τύχη να έχω βραβευθεί, θεωρώ ότι τα βραβεία αυτά αποτέλεσαν την πρώτη μου γνωριμία με τον κόσμο των Τραπεζών και το πρώτο κίνητρο για τη συνήθεια της Αποταμίευσης.Το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο
Θα μου επιτρέψετε να αναφέρω κάποιες περισσότερες αναμνήσεις από το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο εκείνης της εποχής, το οποίο στην ουσία ήταν η κύρια (και μοναδική) Τράπεζα των χωριών, των αγροτών, των φτωχών οικογενειών.
Ο κουμπαράς λοιπόν του βραβείου ήταν κλειδωμένος και κλειδιά για το άνοιγμα υπήρχαν μόνο στο Ταμιευτήριο. Ο κουμπαράς αυτός γέμιζε σιγά - σιγά από τα κάλαντα και τα φιλέματα, όλα σε κέρματα εννοείται. Θυμάμαι ότι, πολύ μικρός, διάλεγα από τη χούφτα με τα κέρματα του παππού μου του Γιάννη, πάντα το εικοσάδραχμο, όχι γιατί είχα επίγνωση ότι είχε τη μεγαλύτερη αξία από τα κέρματα, αλλά γιατί μου άρεσε η παράσταση που είχε στις δύο όψεις. Έτσι λοιπόν, το άδειασμα του κουμπαρά (μια στοιχειώδης ΄΄εκταμίευση΄΄ εκείνης της εποχής), γινόταν με επίσκεψη στο Ταμιευτήριο (ταυτόχρονα και Ταχυδρομικό Γραφείο).
Όσον αφορά το βιβλιάριο, ήταν απλώς ο ΄΄φόλος΄΄ που λέγαμε παλιά. Στις γιορτές ή με αφορμή καλούς βαθμούς στο Ενδεικτικό ή Απολυτήριο, οι γονείς πρόσθεταν μικροποσά από το υστέρημά τους. Η διαδικασία όμως της κατάθεσης χρημάτων ήταν κάτι μαγικό στα μάτια ενός παιδιού της επαρχίας εκείνης της εποχής. Να υπενθυμίσω αρχικά τη μορφή του βιβλιαρίου. Είχε μπλε σκληρό εξώφυλλο, στην πρώτη σελίδα υπήρχαν τα στοιχεία του (ανήλικου) καταθέτη και στην κορυφή γραμμένο ιδιοχείρως (από τον μετέπειτα Δήμαρχο κ. Γεώργιο Κρέμο, που τότε ήταν Προϊστάμενος του Ταχυδρομείου) η φράση «ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΡΟΣ ΧΡΗΣΙΝ». Στην πάνω δεξιά γωνία φαινόταν πάντοτε το ποσό του βιβλιαρίου, ενώ η ΄΄κίνηση΄΄ γραφόταν στις πίσω σελίδες. Εντυπωσίαζαν η ποικιλία των σφραγίδων που χρησιμοποιούνταν και οι καρτέλες που ανασύρονταν από τις συρταριέρες για την ΄΄ενημέρωση΄΄. Βέβαια ούτε λόγος για ΑΤΜ, κάρτες κλπ.
Κράτησα με ευλάβεια το βιβλιάριο αυτό, μέχρι που χρειάσθηκε να το αντικαταστήσω, όταν το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο έγινε (προς μεγάλη μου απογοήτευση) POSTBANK και μηχανοργάνωσε τα βιβλιάρια των καταθετών.
Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο και μισθοδοσία
Μετά την παιδική – μαθητική ανάμνηση αυτή για το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, το ξανασυνάντησα κάποιες δεκαετίες αργότερα στην επαγγελματική μου ζωή. Όταν χρειάσθηκε να αλλάξουμε το σύστημα μισθοδοσίας και από τα ΄΄μετρητά ΄΄ που έπαιρναν οι εργαζόμενοι στο ΄΄φάκελο μισθοδοσίας΄΄ , έπρεπε να περάσουμε στην κατάθεση του μισθού σε τραπεζικό λογαριασμό, κυρίως για λόγους ασφάλειας, συναντήσαμε την κατηγορηματική άρνηση πολλών εργαζομένων που κατάγονταν από ορεινά χωριά. Οι άνθρωποι αυτοί δεν είχαν μπει ποτέ στη ζωή τους μέσα σε Τράπεζα! Το μόνο που δέχθηκαν ήταν να κατατίθεται ο μισθός στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, με το οποίο είχαν εξοικείωση. Έτσι, στα μεγαλύτερα χωριά πήγαιναν στο Ταχυδρομικό Γραφείο και έπαιρναν το μισθό, στα δε μικρότερα τους τον απέδιδε ο Ταχυδρομικός Διανομέας. Αυτό συνεχίσθηκε μέχρι που οι παλιοί αυτοί εργαζόμενοι πήραν τη σύνταξή τους. Γι αυτό ανέφερα παραπάνω ότι το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο ήταν η Τράπεζα των χωριών και των απλών ανθρώπων…
Ριζικές και …..δραματικές αλλαγές
Προσπάθησα να περιγράψω παραπάνω, μέσα από προσωπικά βιώματα, τη δεσπόζουσα θέση που είχε η αποταμίευση αρκετά παλιότερα. Πράγματι παρότι τα εισοδήματα ήταν περιορισμένα , οι νοικοκυραίοι κατάφερναν να αποταμιεύουν κι έτσι χτίσθηκαν σπίτια, αγοράσθηκαν διαμερίσματα, σπούδασαν παιδιά, ανοίχθηκαν μαγαζιά…Κι όλα με μέτρο, με καλό κουμάντο κι ως εκεί που έφτανε ο καθένας, αλλά και με θάρρος και γενναιότητα κατά τον Καβαφικό στίχο του μεγάλου Αλεξανδρινού «κι όταν είναι πτωχοί, πάλ’ εις μικρόν γενναίοι». Εξάλλου η αποταμίευση τότε αναπλήρωνε και τις ελλείψεις του κράτους - πρόνοια σε περίθαλψη, συντάξεις αλλά εξασφάλιζε κι από αναποδιές της ζωής.
Όμως τα πράγματα έμελλε σταδιακά ν’ αλλάξουν ριζικά. Η αποταμίευση θεωρήθηκε παλιομοδίτικη, συντηρητική και μικροαστική. Παραμερίσθηκε ως αξία ηθική και οικονομική. Τη θέση της «γριά - αποταμίευσης» πήρε η εκρηκτική, αποκαλυπτική, ζουμερή και πολλά υποσχόμενη «κατανάλωση». Όλα για την κατανάλωση : «πλούσιοι και πένητες, εγκρατείς και ράθυμοι» ευπρόσδεκτοι στην Τραπεζική τράπεζα που γέμει από εορτοδάνεια, διακοποδάνεια, στεγαστικά, προσωπικά, καταναλωτικά αλλά και δανειοδάνεια (δάνεια για την αποπληρωμή προηγούμενων δανείων). Οι καταθέτες δεν είχαν καμία αξία για τις Τράπεζες. Στόχος η παροχή δανείων. Μπήκαν εξάλλου και στους ΄΄στόχους΄΄ των Διευθυντών για τον υπολογισμό του Bonus.
Έτσι λοιπόν το ΄΄έλλειμμα΄΄ μπήκε στην προσωπική και την κρατική οικονομική ζωή μας. Όλα ελλειμματικά, από τον προϋπολογισμό, τους ισολογισμούς, τα ισοζύγια μέχρι την επαγγελματική ακεραιότητα, τη δεοντολογία και την εθνική μας ηθική, που χαλάρωνε και ξεχείλωσε.
Και τα ΄΄ελλείμματα΄΄ δημιούργησαν χρέη και τα χρέη δανεισμούς και οι δανεισμοί απληστία και η απληστία ισοπέδωση των συνειδήσεων και η ισοπέδωση λαμογιές…. Κανείς όμως δεν ανησυχούσε. Και η ζωή καλά και ευχάριστα περνούσε.
Και ένα σχετικό τραγουδάκι
Αν σας έπεσε λίγο βαριά η ιδιότυπη αυτή οικονομική ανάλυση και διαδρομή, σας έχω ένα μικρό μουσικό διάλειμμα. Ενδεχομένως, η σκόπιμη και προσχεδιασμένη απώθηση της αποταμίευσης από την άκρατη και αλόγιστη κατανάλωση, να σας φάνηκε κάπως υπερβολική.
Να σας θυμίσω τότε ένα ευχάριστο και σατυρικό τραγουδάκι του εξαίρετου Λουκιανού Κηλαϊδόνη σε στίχους Γιάννη Νεγρεπόντη από τα «Μικροαστικά» εν έτει 1973
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΝΕ
Οικονομία κάνε
και σφίξε τα λουριά
τώρα που είσαι νέος
ναχεις στα γηρατειά.
Οικονομία κάνε
τι θες τα περιττά
τώρα που είσαι νέος
ξόδευε τον παρά.
ΡΕΦΡΕΝ
Φασούλι το φασούλι
γεμίζει το σακκούλι
φασούλι το φασούλι
γεμίζει το σακκούλι σου.
Ομολογίες πάρε
να’ χεις στα γηρατειά
να’ χεις σαν θα γεράσεις
όλα σου τα καλά.
Τι θες τώρα να ζήσεις
ζωή είναι και περνά
όμως σαν θα γεράσεις
θα’ χεις παρά με ουρά.
REFRAIN
Είναι ολοφάνερο νομίζω ότι το τραγούδι προ-είδε (ή και προ-έτρεψε) την αντικατάσταση της μικρο-αστικής αποταμίευσης με την μεταμοντέρνα κατανάλωση, σύμφωνα και με το παλιότερο άσμα «μια ζωή την έχουμε κι αν δεν τη γλεντήσουμε τι θα καταλάβουμε τι θα καζαντίσουμε» ή σύμφωνα με το νεοελληνικό ρητό «ότι φάμε ότι πιούμε και τα λοιπά και τα λοιπά τοις πάσι γνωστά».
Η εκταμίευση
Και μετά το ολιγόλεπτο ευχάριστο μουσικό διάλειμμα επανερχόμαστε στην οικονομική μας ανάλυση-ανασκόπηση, φθάνοντας στο σήμερα. Μετά από πολλά χρόνια είδα διαφημιστική προβολή στην τηλεόραση για την Αποταμίευση, αλλά τέτοια ώρα τέτοια λόγια!
Είναι σα να διαφημίζονται πέδιλα του σκι στους κατοίκους της Σαχάρας (όχι της πίστας του Παρνασσού) ή να προσπαθεί ο πωλητής να πλασάρει air-condition στους Εσκιμώους (και με χαμηλότοκο… παγοδάνειο !).
Έτσι για να μην τα πολυλογούμε από τη γεροντοκόρη «αποταμίευση», φθάσαμε στη σιδηρά – καγκελάριο, την «εκταμίευση». Ένα έθνος, ένας λαός, ένα κράτος και πολλά ασφαλιστικά ταμεία περιμένουν εναγωνίως την «εκταμίευση» της ν δόσης (όπου σήμερα , ν=6 ήτοι έκτη δόση)ενώ με την καταβολή της αρχίζει ταυτόχρονα και η αγωνία της «εκταμίευσης» της ν+1 δόσης.
Δυστυχώς ξεπεράσαμε σε εξάρτηση από τις δόσεις κι αυτούς τους δυστυχείς εξαρτημένους. Και δυστυχέστατα δεν υπάρχουν και «μονάδες απεξάρτησης» από τις δόσεις της «εκταμίευσης».
Περαστικά μας !
Ποιητική σύνοψη
ΤΕΙΧΗ
Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ
Μεγάλα κι υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.
Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.
Άλλο δεν σκέπτομαι : τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη
Διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον
Ά όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην τα προσέξω;
Αλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.
Ανεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω…
Κ.Π. Καβάφης
1897
Με περίσκεψη, με λύπη,με αιδώ
ΙΑΛ
ΣΕ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ ΜΑΣ ΕΡΙΞΕΣ ΠΑΛΙ ΓΙΑΝΝΗ . . .ΝΑ ΣΑΙ ΚΑΛΑ ! ! !
ΑπάντησηΔιαγραφή