Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2011

Η Μάχη της Αράχωβας. (18 με 24 Νοεμβρίου 1826 - Εις Μνημην)

http://myarahova.gr/wp-content/gallery/battle/machi_pinakas.jpg 

Πριν α­πό ε­κα­τόν ο­γδό­ντα πέντε χρό­νια, α­πό 18 μέ­χρι 24 Νο­εμ­βρί­ου 1826, στην Α­ρά­χω­βα της Βοιω­τί­ας, συ­ντε­λέ­σθη­κε έ­να α­πό τα κο­ρυ­φαί­α και κα­θο­ρι­στι­κής ση­μα­σί­ας ι­στο­ρι­κά γεγο­νό­τα της Ελ­λη­νι­κής Ε­πα­να­στά­σε­ως του 1821, για τη με­τέ­πει­τα πο­ρεί­α του Α­γώνα της Ε­θνι­κής Πα­λιγ­γε­νε­σί­ας.

Ο α­ε­τός της Ρού­με­λης, στρα­τη­γός Γε­ώρ­γιος Κα­ρα­ϊ­σκά­κης, υ­πήρ­ξε ε­πι­κε­φα­λής πολ­λών ε­μπει­ρο­πό­λε­μων ο­πλαρ­χη­γών και αν­δρεί­ων α­γω­νι­στών της ε­πα­να­στα­τη­μέ­νης Ρού­με­λης κυ­ρί­ως, αλ­λά και άλ­λων πε­ριο­χών της Ελ­λά­δος και τμή­ματος ε­νι­σχύ­σε­ως α­πό πε­ρί­που 300 Α­ρα­χω­βί­τες.
Ή­ταν αυ­τός που κα­τα­νί­κη­σε και σχεδόν ε­ξο­λό­θρευ­σε εκ­στρα­τευ­τι­κό σώ­μα πε­ρί­που 2.000 Ο­θω­μα­νών, το ο­ποί­ο με Αρ­χηγό το Μου­στά­μπε­η Κια­φε­ζέ­ζη, με­τά α­πό α­πο­τυ­χη­μέ­νες ε­πι­θε­τι­κές ε­νέρ­γειες ε­να­ντί­ον των ελ­λη­νι­κών τμη­μά­των προ­στα­σί­ας της Α­ρά­χω­βας, ε­ξα­να­γκά­σθηκε σε ά­μυ­να στα πρώ­τα υ­ψώ­μα­τα στη βό­ρεια πλευ­ρά της. Ε­κεί, η το­πο­θε­σί­α ή­ταν πε­ριο­ρι­σμέ­νης ε­δα­φι­κής ε­κτά­σε­ως στην ο­ποί­α ή­ταν σχε­τι­κώς δύ­σκο­λη η διεξα­γω­γή α­πο­τε­λε­σμα­τι­κού α­μυ­ντι­κού α­γώ­να.

Η πε­ρί­λα­μπρη νί­κη των Ελ­λή­νων ε­να­ντί­ον των Ο­θω­μα­νών α­πο­δό­θη­κε στη σω­τήρια ε­πέμ­βα­ση του υ­πέρ­τα­του Στρα­τη­λά­τη Α­γί­ου Γε­ωρ­γί­ου, ο ο­ποί­ος, με τον άγριο ά­νε­μο (τον Κα­τε­βα­τό, κα­τά την το­πι­κή ο­νο­μα­σί­α), την ξαφ­νι­κή χιο­νο­θύ­ελ­λα και το δρι­μύ ψύ­χος, συ­νέ­δρα­με τους Έλ­λη­νες στη φο­νι­κή κα­τα­δί­ω­ξη της ε­χθρι­κής δυ­νά­με­ως, στα α­φι­λό­ξε­να υ­ψώ­μα­τα και στις α­πό­κρη­μνες χα­ρά­δρες του Παρ­νασ­σού.[1][2]

Τα η­ρω­ι­κά γε­γο­νό­τα ε­κεί­νων των η­με­ρών έ­μει­ναν για πά­ντα ζω­ντα­νά στα χεί­λη και στις καρ­διές των Α­ρα­χω­βι­τών, συν­δέ­θη­καν με την ο­λό­θερ­μη πί­στη στην προ­στα­τευ­τι­κή πα­ρου­σί­α του Τρο­παιο­φό­ρου Α­γί­ου Γε­ωρ­γί­ου και εν­σω­ματώ­θη­καν, στην πραγ­μα­το­ποιού­με­νη α­πό πα­λιά στην Α­ρά­χω­βα λα­μπρή θρη­σκευ­τική ε­ορ­τή του Α­γί­ου, το πε­ρί­φη­μο πα­νη­γυ­ρά­κι, προσ­δί­δο­ντας σε αυ­τό α­πό τό­τε και έ­ντο­νο ε­θνι­κό χα­ρα­κτή­ρα.

Η ε­ξι­στό­ρη­ση της μά­χης της Α­ρά­χω­βας ε­πι­χει­ρεί­ται α­πό χρέ­ος ιε­ρό, ως ε­λάχι­στο μνη­μό­συ­νο ευ­γνω­μο­σύ­νης και τι­μής προς τον Αρ­χι­στρά­τη­γο της Ρού­μελης, Γε­ώρ­γιο Κα­ρα­ϊ­σκά­κη, και τους η­ρω­ι­κούς μα­χη­τές, συ­μπο­λε­μι­στές του, οπλαρ­χη­γούς και α­πλούς α­γω­νι­στές, για την προ­σφο­ρά τους στη σκλα­βω­μέ­νη και σκλη­ρώς δο­κι­μα­ζό­με­νη πα­τρί­δα.

ΤΑ ΠΡΟ ΤΗΣ ΜΑ­ΧΗΣ


Με­τά την η­ρω­ι­κή έ­ξο­δο και την πτώ­ση του Με­σο­λογ­γί­ου στις 10 Α­πρι­λί­ου 1826, η Ελ­λη­νι­κή Ε­πα­νά­στα­ση φά­νη­κε να σβή­νει. Ο α­γώ­νας των Ελ­λή­νων πε­ριο­ρί­σθη­κε κυ­ρί­ως στην Α­θή­να και στο Πα­λα­μή­δι της Πε­λο­πον­νή­σου. Ο Ρε­σίτ Μεχμέτ πα­σάς Κιου­τα­χής κή­ρυ­ξε α­μνη­στί­α και οι Έλ­λη­νες έ­δει­ξαν ό­τι τη δέ­χονται, ε­ξαι­τί­ας των δυ­σμε­νών συν­θη­κών, οι ο­ποί­ες εί­χαν δια­μορ­φω­θεί. Πράγ­ματι, η πο­ρεί­α της Ε­πα­να­στά­σε­ως βρι­σκό­ταν σε κρί­σι­μη φά­ση. Το μέ­γε­θος του κινδύ­νου φαί­νε­ται στην ε­πι­στο­λή του Κα­ρα­ϊ­σκά­κη προς τον Πρω­θυ­πουρ­γό Αν­δρέ­α Ζα­ΐ­μη, στην ο­ποί­α ε­πι­ση­μαί­νει: «…Η Ελ­λάς προ­σκυ­νεί και πά­σχισον δια την κοι­νήν σω­τη­ρί­αν...».

Η Ελ­λη­νι­κή Κυ­βέρ­νη­ση, τον Ιού­λιο του 1826, σε αλ­λε­πάλ­λη­λες συ­νε­δριά­σεις στο Μπούρ­τζι του Ναυ­πλί­ου, ύ­στε­ρα α­πό πολ­λές συ­ζη­τή­σεις και δι­σταγ­μούς, πιε­ζό­με­νη α­πό την κα­τά­στα­ση, η ο­ποί­α εί­χε δια­μορ­φω­θεί, προ­σκα­λεί στο Ναύ­πλιο τον Κα­ρα­ϊ­σκά­κη και α­πο­φα­σί­ζει το διο­ρι­σμό του ως Αρ­χι­στρα­τή­γου της Ρού­με­λης, με α­πο­στο­λή να ξε­ση­κώ­σει και πά­λι τους ε­πα­να­στα­τη­μέ­νους Έλ­λη­νες ε­να­ντί­ον του Ο­θω­μα­νού δυ­νά­στη. Στην τε­λευ­ταί­α συ­νε­δρί­α­ση, ο Πρω­θυ­πουρ­γός, α­πευ­θυ­νό­με­νος προς τον Αρ­χι­στρά­τη­γο, εμ­φα­νώς συ­γκι­νη­μέ­νος κα­τα­λή­γει: «Στρα­τη­γέ, η Διοί­κη­ση σας α­πο­νέ­μει το βαθ­μό του Αρ­χι­στρα­τή­γου της Ρού­με­λης και σας α­να­θέ­τει την εκ­στρα­τεί­αν δια την σω­τη­ρί­αν της χώ­ρας. Σεις γνω­ρί­ζε­τε τι θα πρά­ξε­τε. Να δεί­ξε­τε και αύ­θις την πο­λε­μι­κήν α­ρε­τήν σας, να πα­ρα­στή­σε­τε τον κίν­δυ­νον του έ­θνους εις τους λοι­πούς στρα­τη­γούς και να εκ­στρα­τεύ­σε­τε ό­σον τά­χος εις την Α­να­το­λι­κήν Ελ­λά­δα, δια να συν­δράμε­τε τους κιν­δυ­νεύ­ο­ντας α­δελ­φούς. Η Κυ­βέρ­νη­σις θα σας ε­φο­διά­ση με πυ­ρι­τοβό­λα και τρο­φάς. Ο Θε­ός μα­ζί σας».

Έ­τσι, ο Κα­ρα­ϊ­σκά­κης, διο­ρι­σμέ­νος πλέ­ον Αρ­χι­στρά­τη­γος της Ρού­με­λης, α­φού ε­νί­σχυ­σε το εκ­στρα­τευ­τι­κό σώ­μα του με έ­μπει­ρους ο­πλαρ­χη­γούς και με τα τμή­μα­τά τους, στις 25 Ο­κτω­βρί­ου 1826, α­να­χω­ρεί α­πό την Α­θή­να. Προ­ε­λαύ­νο­ντας στην πε­ρι­φέ­ρεια της Λι­βα­δειάς έ­δω­σε μά­χες σε διά­φο­ρα μέ­ρη, προ­σβάλ­λο­ντας τις το­πι­κές ε­χθρι­κές φρου­ρές, και, α­φού ε­γκα­τέ­στη­σε τμή­μα­τα των 100 και 60 α­γωνι­στών α­ντι­στοί­χως, στις Μο­νές Ο­σί­ου Σε­ρα­φείμ στο Δο­μπό και Ο­σί­ου Λου­κά στο Στεί­ρι, για την α­σφά­λειά τους, προ­ω­θή­θη­κε και, στις 17 Νο­εμ­βρί­ου, στρα­τοπέ­δευ­σε στο Δί­στο­μο. Στο με­τα­ξύ, κα­τά τη διάρ­κεια της προ­ε­λά­σε­ως, ε­νι­σχύ­θη­κε με το σώ­μα των Σου­λιω­τών, το ο­ποί­ο στρα­το­πέ­δευε στην πε­ριο­χή της Θή­βας και με το σώ­μα του Αλέ­ξη Γαρ­δι­κιώ­τη Γρί­βα στο Δί­στο­μο. Την ί­δια πε­ρί­ο­δο, οι ι­σχυ­ρές ο­θω­μα­νικές δυ­νά­μεις, οι ο­ποί­ες έ­λεγ­χαν την πε­ρι­φέ­ρεια της Λι­βα­δειάς, με Αρ­χη­γό το Μου­στά­μπε­η, α­φού α­σφά­λι­σαν τις α­πο­θή­κες ε­φο­δια­σμού τους στην Α­τα­λά­ντη, κα­τευ­θύν­θη­καν στη Λι­βα­δειά και στις 17 Νο­εμ­βρί­ου στρα­το­πέ­δευ­σαν στην πε­ριο­χή της Δαύ­λειας. Οι υ­ψη­λό­βαθ­μοι α­ξιω­μα­τού­χοι δια­νυ­κτέ­ρευ­σαν στη Μο­νή της Α­γί­ας Ιε­ρου­σα­λήμ, δυ­τι­κώς της Δαύ­λειας.

Η Α­ΠΟ­ΚΑ­ΛΥ­ΨΗ ΤΟΥ ΣΧΕ­ΔΙΟΥ ΤΟΥ ΜΟΥ­ΣΤΑ­ΜΠΕ­Η



Τις βρα­δυ­νές ώ­ρες της 17ης Νο­εμ­βρί­ου 1826, στο Στρα­τη­γεί­ο στο Δί­στο­μο, έ­νας στρα­τιώ­της της ε­μπρο­σθο­φυ­λα­κής πα­ρου­σιά­σθη­κε στον Αρ­χι­στρά­τη­γο και του ανέ­φε­ρε, ό­τι έ­νας Μο­να­χός προ­σήλ­θε στο στρα­τό­πε­δο και θέ­λει κα­τε­πει­γό­ντως να τον ι­δεί προ­σω­πι­κώς και ι­διαι­τέρως. Ο Κα­ρα­ϊ­σκά­κης τον δέ­χθη­κε και με­τα­ξύ τους έ­γι­νε πε­ρί­που ο ε­ξής διά­λογος:

«Εί­μαι α­νη­ψιός και υ­πο­τα­κτι­κός του η­γου­μέ­νου της Μο­νής Α­γί­ας Ιε­ρου­σα­λήμ κο­ντά στη Δαύ­λεια. Ο η­γού­με­νος με έ­στει­λε να σου φα­νε­ρώ­σω, ό­τι στη Μο­νή βρί­σκο­νται ο Κε­χα­γιά­μπε­ης του Κιου­τα­χή και ο Μου­στά­μπε­ης με 2.500-3.000 Ο­θω­μα­νούς, οι ο­ποί­οι σταθ­μεύ­ουν στη Δαύ­λεια και σε άλ­λα χω­ριά της πε­ριοχής. Αύ­ριο το πρω­ί σκο­πεύ­ουν να πε­ρά­σουν α­πό την Α­ρά­χω­βα, με προ­ο­ρι­σμό την Άμφισ­σα, για να λύ­σουν την πο­λιορ­κί­α των δι­κών τους, οι ο­ποί­οι εί­ναι κλει­σμέ­νοι στο Φρού­ριο» α­νέ­φε­ρε ο Μο­να­χός.

«Πώς έ­μα­θε το σχέ­διο ο η­γού­με­νος και πώς βε­βαιώ­θη­κε, ό­τι αυ­τό πρό­κει­ται να κά­μουν και μά­λι­στα αύ­ριο;» τον ρώ­τη­σε ο Κα­ρα­ϊ­σκά­κης.

«Έ­νας υ­πο­τα­κτι­κός, γνώ­στης της τουρ­κι­κής γλώσ­σας, ο ο­ποί­ος ε­ξυπη­ρε­τού­σε τους αρ­χη­γούς στην τρα­πε­ζα­ρί­α, ά­κου­σε το σχέ­διο του Μου­στά­μπεη, ο ο­ποί­ος το α­νέ­πτυσ­σε στον Κε­χα­γιά­μπε­η και το α­νέ­φε­ρε στον η­γού­με­νο» του α­πά­ντη­σε ο Μο­να­χός.

«Για ε­μάς γνω­ρί­ζουν που βρι­σκό­μα­στε;» τον ξα­να­ρώ­τησε.

«Νο­μί­ζουν, ό­τι εί­στε α­κό­μα στη Δομ­βραί­να, ό­πως τους βε­βαί­ω­σε και ο η­γού­με­νος, αν και γνώ­ρι­ζε, ό­τι έ­χε­τε φθά­σει ε­δώ» του α­πά­ντησε.

Και ο Αρ­χι­στρά­τη­γος έ­κλει­σε τη συ­ζή­τη­ση, λέ­γο­ντας «Να ε­πι­στρέψεις στο Μο­να­στή­ρι και να με­τα­φέ­ρεις τις ευ­χα­ρι­στί­ες μου στον η­γού­με­νο. Να του πείς να ο­ρί­σει ευ­χές και πα­ρα­κλή­σεις για ε­μάς και για τον α­γώ­να που κά­νου­με για την πί­στη και την πα­τρί­δα».

ΣΧΕ­ΔΙΑ ΚΑΙ ΔΥ­ΝΑ­ΜΕΙΣ ΤΩΝ Α­ΝΤΙ­ΠΑ­ΛΩΝ


Το Σχέ­διο των Ο­θω­μα­νών

Το Γε­νι­κό Σχέδιο των Ο­θω­μα­νών προ­έ­βλε­πε, σε πρώ­τη πε­ρί­ο­δο, την ε­ξου­δε­τέ­ρω­ση κά­θε ε­στί­ας α­ντι­στά­σε­ως στη Ρού­με­λη και την ε­ξα­σφά­λι­ση του ε­λέγ­χου της πε­ριο­χής και, σε δεύ­τε­ρη πε­ρί­ο­δο, την ο­λο­κλή­ρω­ση κα­τα­λή­ψε­ως της Πε­λο­πον­νή­σου.

Ει­δι­κότε­ρα, ο Μου­στά­μπε­ης, α­φού ε­νι­σχύ­θη­κε με ι­κα­νή δύ­να­μη υ­πό τον Κε­χα­γιά­μπε­η, υ­παρ­χη­γό του Κιου­τα­χή, και με συ­νο­λι­κή δύ­να­μη 2.000 πε­ρί­που αν­δρών (Πε­ζι­κό 1.700 και Ιπ­πι­κό 300), προ­ε­λαύ­νο­ντας δια­μέ­σου της Α­ρά­χω­βας, θα ε­πι­χει­ρού­σε να λύσει την πο­λιορ­κί­α του Φρου­ρί­ου της Άμ­φισ­σας και να προ­σβά­λει το σώ­μα του Αλέ­ξη Γαρ­δι­κιώ­τη Γρί­βα, το ο­ποί­ο στρα­το­πέ­δευε στο Δί­στο­μο.

Για την υ­λο­ποί­η­ση της πρώ­της πε­ριό­δου σχε­δί­α­σε να κα­τα­λά­βει την Α­ρά­χωβα και να ε­ξα­σφα­λί­σει τον έ­λεγ­χο σε ό­λη τη, στρα­τη­γι­κής ση­μα­σί­ας, πε­ριο­χή, ενερ­γώ­ντας α­πό το πρω­ί της 18ης Νο­εμβρί­ου 1826, ως ε­ξής:

* Με τμή­μα 500 Τουρ­καλ­βα­νών στην κα­τεύ­θυν­ση Μο­νή Α­γί­ας Ιε­ρου­σα­λήμ - υ­ψώ­ματα Μά­νας προς Α­ρά­χω­βα.
* Με την κύ­ρια δύνα­μη, δια­μέ­σου του Στε­νού Ζε­με­νού προς Α­ρά­χω­βα.
* Σε περί­πτω­ση α­ντι­στά­σε­ως στο Στε­νό Ζε­με­νού α­πό ελ­λη­νι­κά τμή­μα­τα, η δύ­να­μη η οποί­α θα φθά­σει νω­ρί­τε­ρα στην Α­ρά­χω­βα, να στρα­φεί προς το Ζε­με­νό, προ­κει­μένου να συν­δρά­μει την κύ­ρια δύ­να­μη, προ­σβάλ­λο­ντας α­πό τα νώ­τα τα ε­κεί ελ­ληνι­κά τμή­μα­τα.

Το Σχέ­διο των Ελ­λή­νων

Το Γε­νι­κό Σχέ­διο των Ελ­λήνων, με πρό­τα­ση του Κα­ρα­ϊ­σκά­κη και έ­γκρι­ση της Ελ­λη­νι­κής Κυ­βερ­νή­σε­ως και των ο­πλαρ­χη­γών, προ­έ­βλε­πε εκ­στρα­τεί­α στη Ρού­με­λη, για α­να­ζω­πύ­ρω­ση της Επα­να­στά­σε­ως και πρό­κλη­ση α­ντι­πε­ρι­σπα­σμού, προ­κει­μέ­νου να α­να­κου­φι­σθούν οι πο­λιορ­κού­με­νοι στην Α­κρό­πο­λη της Α­θή­νας, α­φού ο Κιου­τα­χής θα ε­ξα­ναγκα­ζό­ταν να α­πο­σπά­σει δυ­νά­μεις α­πό την Α­θή­να, για να ε­νι­σχύ­σει τα στρα­τεύμα­τα στη Ρού­με­λη.

Ει­δι­κό­τε­ρα, ο Κα­ρα­ϊ­σκά­κης, με συ­νο­λι­κή δύ­να­μη 4.000 πε­ρί­που αν­δρών, α­πο­φά­σισε και σχε­δί­α­σε, να ε­νερ­γή­σει α­πό τη νύ­χτα της 17ης (ξη­μέ­ρω­μα 18ης) Νο­εμ­βρί­ου, θέ­το­ντας σε ε­φαρ­μο­γή τα ε­ξής:

* Α­μυ­ντι­κή ε­γκα­τά­στα­ση στην Α­ρά­χω­βα, με προ­α­πο­στο­λή τμή­μα­τος 500 αν­δρών, με ε­πι­κε­φα­λής τους Ο­πλαρ­χη­γούς Α­λέ­ξη Γαρ­δι­κιώ­τη Γρί­βα και Γε­ώρ­γιο Βά­για, για την α­πα­γό­ρευ­ση των κα­τευ­θύν­σε­ων των ο­θω­μα­νι­κών δυ­νά­με­ων (υ­ψώ­μα­τα Μάνας - Α­ρά­χω­βα και Στε­νό Ζε­με­νού - Α­ρά­χω­βα) και την α­πό­κρου­ση ε­χθρι­κής ε­πι­θέσε­ως.
* Ε­γκα­τά­στα­ση μι­κρών τμη­μά­των, με­τά την ά­φι­ξη του τμή­μα­τος προ­α­πο­στο­λής στην Α­ρά­χω­βα, ως φυ­λα­κί­ων προ­φυ­λα­κών μά­χης, σε κα­τάλ­λη­λα ση­μεί­α στα δρομο­λό­για των ί­διων κα­τευ­θύν­σε­ων, έ­γκαι­ρης προ­ει­δο­ποι­ή­σε­ως των α­μυ­νο­μένων, για την προ­ώ­θη­ση και ε­πι­θε­τι­κή ε­νέρ­γεια των ε­χθρι­κών δυ­νά­με­ων προς την Α­ρά­χω­βα.
* Ε­νί­σχυ­ση των α­μυ­νο­μέ­νων (Γαρ­δι­κιώ­τη και Βά­για) με τμή­μα 400 αν­δρών, με ε­πικε­φα­λής τον Ο­πλαρ­χη­γό Χρι­στό­δου­λο Χα­τζη­πέ­τρο, το ο­ποί­ο να α­να­χω­ρή­σει από το στρα­τό­πε­δο του Δι­στό­μου, για την Α­ρά­χω­βα με την α­να­το­λή του η­λί­ου.
* Ε­γκα­τά­στα­ση σκο­πών (κα­ρα­ού­λια) σε εμ­φα­νή ση­μεί­α, κα­τά μή­κος των δρο­μο­λογί­ων Δί­στο­μο – Σκληβ­νί­τσα – Α­ρά­χω­βα και Στε­νό Ζε­με­νού – Α­ρά­χω­βα, έ­γκαι­ρης προ­ει­δο­ποι­ή­σε­ως του Αρ­χι­στρα­τή­γου, με συν­θη­μα­τι­κούς πυ­ρο­βο­λι­σμούς (α­πό σκο­πό σε σκο­πό), για την προ­ώ­θη­ση των ε­χθρι­κών δυ­νά­με­ων προς την Α­ράχω­βα.
* Ε­τοι­μό­τη­τα ά­με­σης κι­νή­σε­ως της υ­πό­λοι­πης δυ­νά­με­ως, με­τά α­πό προ­ει­δοποί­η­ση, υ­πό τον Αρ­χι­στρά­τη­γο, για την προ­ώ­θη­σή της στην κα­τεύ­θυν­ση Στε­νό Ζε­με­νού – Α­ρά­χω­βα και με δυ­να­τό­τη­τα προ­σβο­λής α­πό τα νώ­τα της κύ­ριας δυνά­με­ως του Μου­στά­μπε­η, την ο­ποί­α θα α­κο­λου­θού­σε, κα­τά την προ­έ­λα­ση και ε­πιθε­τι­κή ε­νέρ­γειά της ε­να­ντί­ον της Α­ρά­χω­βας.
* Ε­νί­σχυ­ση των α­μυ­νο­μέ­νων (Γαρ­δι­κιώ­τη και Βά­για) με τα τμή­μα­τα, τα ο­ποί­α πο­λιορ­κού­σαν το Φρού­ριο της Άμ­φισ­σας, με ε­πι­κε­φα­λής τους Ο­πλαρ­χη­γούς Γε­ώργιο Δυο­βου­νιώ­τη και Νά­κο Πα­νουρ­γιά και με άλ­λα τμή­μα­τα, τα ο­ποί­α βρί­σκονταν σε άλ­λες α­πο­στο­λές στα χω­ριά της πε­ριο­χής, με­τά α­πό γρα­πτή ει­δο­ποί­ηση (ε­πι­στο­λή του Αρ­χι­στρα­τή­γου) των ο­πλαρ­χη­γών, α­πε­σταλ­μέ­νη με έ­κτα­κτους αγ­γε­λια­φό­ρους.

Δια­τα­γή Επι­χει­ρή­σε­ως του Αρ­χι­στρα­τή­γου

Στις 17 Νο­εμ­βρί­ου, τις βρα­δι­νές ώ­ρες, ο Αρ­χι­στρά­τη­γος ε­ξέ­δω­σε προ­φο­ρι­κή δια­τα­γή ε­πι­χει­ρήσε­ως προς τους ο­πλαρ­χη­γούς, α­να­πτύσ­σο­ντας το σχέ­διο του Μου­στά­μπε­η και το δι­κό του, με τις ε­πι­μέ­ρους α­πο­στο­λές των ελ­λη­νι­κών τμη­μά­των και τις ο­δηγί­ες προ­πα­ρα­σκευ­ής και διοι­κη­τι­κής μέ­ρι­μνας (πα­ρα­σκευ­ή άρ­του κ.ά.).
Ε­πί­σης διέ­τα­ξε την προ­ε­τοι­μα­σί­α της κύ­ριας δυ­νά­με­ως, στη διάρ­κεια της νύ­χτας, με ε­τοι­μό­τη­τα α­να­χω­ρή­σε­ως την ε­πο­μέ­νη, σύμ­φω­να με το σχέ­διο.

Τέ­λος, κά­λε­σε το γραμ­μα­τέ­α του Δη­μή­τριο Αι­νιά­να, για να του συ­ντά­ξει τις ε­πι­στο­λές, με ε­ντο­λή προς τους ο­πλαρ­χη­γούς των τμη­μά­των, τα ο­ποί­α πο­λιορκού­σαν το Φρού­ριο της Άμ­φισ­σας και άλ­λων, τα ο­ποί­α βρί­σκο­νταν σε α­πο­στολές στα χω­ριά της πε­ριο­χής, προ­κει­μέ­νου να σπεύ­σουν στην Α­ρά­χω­βα, για την ενί­σχυ­ση των α­μυ­νο­μέ­νων.

Προ­α­πο­στο­λή και Α­μυ­ντι­κή Ε­γκα­τά­στα­ση

Σε ε­κτέ­λε­ση της Δια­τα­γής Ε­πι­χει­ρή­σε­ως του Αρ­χι­στρα­τή­γου, η δύ­να­μη προ­α­πο­στο­λής α­να­χώρη­σε α­μέ­σως τη νύ­χτα της 17ης (ξη­μέ­ρω­μα 18ης) Νο­εμ­βρί­ου για την Α­ρά­χω­βα και ό­ταν έ­φθα­σε στη νό­τια πα­ρυ­φή της, ο Γαρ­δι­κιώ­της διέ­τα­ξε στά­ση, ώ­στε να συ­γκε­ντρω­θεί ό­λη η δύ­να­μη και να δοθούν ο­δη­γί­ες για τις πε­ραι­τέ­ρω ε­νέρ­γειες.
Α­μέ­σως με­τά προ­ω­θή­θη­καν τμή­μα­τα α­να­γνω­ρί­σε­ως (πε­ρί­πο­λοι) σε διά­φο­ρες κα­τευ­θύνσεις, τα ο­ποί­α α­νέ­φε­ραν, ό­τι η Α­ρά­χω­βα δεν κα­τέ­χε­ται α­πό ε­χθρι­κά τμή­μα­τα. Έτσι, ό­λη η δύ­να­μη προ­α­πο­στο­λής προ­χώ­ρη­σε στην πε­ριο­χή της εκ­κλη­σί­ας του Α­γί­ου Γε­ωρ­γί­ου και στα σπί­τια της α­να­το­λι­κής πα­ρυ­φής, ό­που άρ­χι­σε την οργά­νω­ση θέ­σε­ων μά­χης και την α­μυ­ντι­κή ε­γκα­τά­στα­ση.

Ε­πί­σης, σε ε­φαρ­μο­γή του σχε­δί­ου ά­μυ­νας, μι­κρά τμή­μα­τα προ­ω­θή­θη­καν στα δρο­μο­λό­για κα­τευ­θύν­σε­ων του ε­χθρού (υ­ψώ­μα­τα Μά­νας - Α­ρά­χω­βα και Στε­νό Ζεμε­νού – Α­ρά­χω­βα), για την ε­κτέ­λε­ση της α­πο­στο­λής τους, ως φυ­λά­κια προ­φυ­λακών μά­χης.

Η ΔΙΕ­ΞΑΓΩ­ΓΗ ΤΗΣ ΜΑ­ΧΗΣ


Πρώ­τη Η­μέ­ρα – 18η Νο­εμ­βρί­ου

Τα μι­κρά ελ­ληνι­κά τμή­μα­τα, τα ο­ποί­α εί­χαν προ­ω­θη­θεί ως φυ­λά­κια προ­φυ­λα­κών μά­χης και είχαν ε­γκα­τα­στα­θεί στις δύ­ο κα­τευ­θύν­σεις, υ­ψώ­μα­τα Μά­νας – Α­ρά­χω­βα και Στενό Ζε­με­νού – Α­ρά­χω­βα, τις προ­με­σημ­βρι­νές ώ­ρες (πε­ρί­που στις 10:00) α­νέ­φε­ραν στους Ο­πλαρ­χη­γούς Γαρ­δι­κιώ­τη Γρί­βα και Γε­ώρ­γιο Βά­για, ό­τι εμ­φα­νί­σθη­καν οι ε­μπρο­σθο­φυ­λα­κές των ε­χθρι­κών τμη­μά­των, στην πρώ­τη κα­τεύ­θυν­ση, κα­τερ­χόμε­νες τα βο­ρειο­α­να­το­λι­κά υ­ψώ­μα­τα της Α­ρά­χω­βας και στη δεύ­τε­ρη, ει­σερ­χόμε­νες στο Στε­νό Ζε­με­νού.

Τις με­σημ­βρι­νές ώ­ρες, οι Τουρ­καλ­βα­νοί, α­φού προ­ω­θή­θη­καν, ε­πι­τί­θο­νταν α­πό διά­φο­ρες κα­τευθύν­σεις και συ­γκρού­ο­νταν με τα ελ­λη­νι­κά τμή­μα­τα, τα ο­ποί­α α­μύ­νο­νταν στην πε­ριο­χή της εκ­κλη­σί­ας του Α­γί­ου Γε­ωρ­γί­ου και στα γύ­ρω σπί­τια. Η μά­χη γε­νι­κεύ­θη­κε και για πε­ρί­που δύ­ο ώ­ρες ε­ξα­κο­λουθού­σε σφο­δρή, ε­νώ τα ε­χθρι­κά τμή­μα­τα, τα ο­ποί­α ε­νερ­γού­σαν στην κα­τεύ­θυν­ση Στε­νό Ζε­με­νού – Α­ρά­χω­βα, εί­χαν αρ­χί­σει να κα­τα­λαμ­βά­νουν τα πρώ­τα σπί­τια της α­να­το­λι­κής πα­ρυ­φής της Α­ρά­χω­βας.
Στην ί­δια κα­τεύ­θυν­ση, η κύ­ρια ε­χθρι­κή δύ­να­μη, υ­πό τους Μου­στάμπε­η και Κε­χα­γιά­μπε­η, φθά­νει στην Α­ρά­χω­βα και ε­νερ­γεί σφο­δρή ε­πί­θε­ση, με αλλε­πάλ­λη­λες ε­φό­δους ε­να­ντί­ον των Ελ­λή­νων, οι ο­ποί­οι δια­τη­ρούν τις θέ­σεις τους. Ό­μως, πα­ρά τη σθε­να­ρή α­ντί­δρα­σή τους, οι ε­πι­τι­θέμε­νοι προ­χω­ρούν και κα­τα­λαμ­βά­νουν με­ρι­κά α­κό­μη σπί­τια.

Στη σχε­τι­κώς κρί­σι­μη αυ­τή φά­ση, το τμή­μα των 400 αν­δρών, με ε­πι­κε­φα­λής τον Ο­πλαρ­χη­γό Χρι­στό­δου­λο Χα­τζη­πέ­τρο, προ­ερ­χόμε­νο α­πό το Δί­στο­μο, κα­τα­φθά­νει και κα­τα­λαμ­βά­νει τα υ­ψώ­μα­τα Α­φα­νός και Κου­μού­λα, ε­νι­σχύ­ο­ντας έ­τσι την ά­μυ­να στη νό­τια πα­ρυ­φή της Α­ρά­χω­βας.

Ταυ­το­χρό­νως, η υ­πό­λοι­πη δύ­να­μη, πε­ρί­που 800 άνδρες, υ­πό τον Αρ­χι­στρά­τη­γο, η ο­ποί­α, σύμ­φω­να με το σχέ­διο, α­κο­λου­θού­σε την κύ­ρια δύ­να­μη του Μου­στά­μπε­η, στην κα­τεύ­θυν­ση Στε­νό Ζε­με­νού – Α­ρά­χω­βα, προ­σβάλ­λει α­πό τα νώ­τα τα ε­χθρι­κά τμή­μα­τα της ο­πι­σθο­φυ­λα­κής, ει­δο­ποιώ­ντας συ­νά­μα και τα α­μυ­νό­με­να φί­λια τμή­μα­τα για την ά­φι­ξη και την προ­ώ­θη­σή της και ε­πι­διώ­κο­ντας να α­πο­κλεί­σει, κα­τά το δυ­να­τόν, τους Ο­θω­μα­νούς και α­πό την κα­τεύ­θυν­ση αυ­τή.

Ο Μου­στά­μπε­ης, ε­κτι­μώ­ντας ό­τι οι δυ­νά­μεις του κιν­δυ­νεύ­ουν να ε­γκλω­βι­σθούν μέ­σα στην Α­ρά­χω­βα, προ­βαί­νει στις ε­ξής ε­νέρ­γειες:

* Α­πο­σύ­ρει ό­λες τις δυ­νά­μεις του και τις ε­γκα­θι­στά σε α­μυ­ντι­κή διά­τα­ξη βο­ρεί­ως της Α­ρά­χωβας, στα υ­ψώ­μα­τα Λό­φος Μου­στά­μπε­η και Λυ­κό­τρου­πο, κα­θώς και στα εν­διά­μεσα αυ­τών και στα γύ­ρω α­ντε­ρί­σμα­τα, α­πο­σκο­πώ­ντας στη διοί­κη­ση, τον έ­λεγ­χο και την α­πο­τε­λε­σμα­τι­κή ε­πέμ­βα­ση των τμη­μά­των του, με α­ντε­πι­θέ­σεις ε­να­ντίον των Ελ­λή­νων.
* Δια­τάσ­σει δύ­να­μη 500 Τουρ­καλ­βα­νών να ε­πι­τε­θεί ε­να­ντί­ον της κύ­ριας δυ­νά­μεως του Κα­ρα­ϊ­σκά­κη, η ο­ποί­α προ­χω­ρού­σε α­πό την κα­τεύ­θυν­ση του Ζε­με­νού, ώ­στε να την α­να­γκά­σει να α­να­κό­ψει την προ­ώ­θη­σή της και να πα­ρα­μεί­νει έ­ξω α­πό την Α­ρά­χω­βα.
* Δια­τάσ­σει ε­πί­σης, τμή­μα πε­νή­ντα ιπ­πέ­ων, να προ­ω­θη­θεί στο ύ­ψω­μα Κα­ϋ­μέ­νος Σταυ­ρός, α­να­το­λι­κώς της Α­ρά­χω­βας, με α­πο­στο­λή α­φε­νός να πα­ρα­κο­λου­θεί και να α­να­φέ­ρει τις κι­νή­σεις της κύ­ριας δυ­νά­με­ως του Κα­ρα­ϊ­σκά­κη και ε­ξάλ­λου να α­σφα­λί­ζει τη δύ­να­μη του Μου­στά­μπε­η, α­πο­κρού­ο­ντας ο­ποια­δή­πο­τε ε­πι­θετι­κή προ­σβο­λή ε­να­ντί­ον της, α­πό α­να­το­λι­κή κα­τεύ­θυν­ση.
Ο Κα­ρα­ϊ­σκά­κης, συ­νε­χί­ζο­ντας την προ­ώ­θη­ση της κύ­ριας δυ­νά­με­ως και προ­σεγγί­ζο­ντας στην Α­ρά­χω­βα, δια­τάσ­σει τμή­μα 300 αν­δρών, με ε­πι­κε­φα­λής τους Ο­πλαρχη­γούς Γιώ­τη Δα­γκλή, Δια­μά­ντη Ζέρ­βα και Χρι­στό­φο­ρο Περ­ραι­βό να κα­τα­λά­βουν τα υ­ψώ­μα­τα της δια­βά­σε­ως στην πε­ριο­χή Ζερ­βο­σπη­λιές, ε­πί της ο­δού πη­γές Μά­νας – Α­ρά­χω­βα και να έ­χουν ε­τοι­μό­τη­τα ταυ­τό­χρο­νης ε­πι­θέ­σε­ως στην κατεύ­θυν­ση Διά­βα­ση Ζερ­βο­σπη­λιές – ύ­ψω­μα Λυ­κό­τρου­πο – Α­ρά­χω­βα, ως δευ­τερεύ­ου­σα προ­σπά­θεια (Δ.Π.), ε­νώ ο ί­διος θα ε­νερ­γού­σε κα­τά μέ­τω­πο, με κύ­ρια προσπά­θεια (Κ.Π.) στην κα­τεύ­θυν­ση Μύ­λοι Πά­νιας – ύ­ψω­μα Μαύ­ρα Λι­θά­ρια – Α­ρά­χωβα.
Κα­τά την προ­ώ­θη­ση και ό­ταν τα πρώ­τα τμή­μα­τα της Κ.Π. φθά­νουν στο ύ­ψω­μα Μαύρα Λι­θά­ρια, ε­ντο­πί­ζουν δε­ξιά (βο­ρεί­ως) στο ί­διο ύ­ψος, στο ύ­ψω­μα Κα­ϋ­μέ­νος Σταυ­ρός το ε­χθρι­κό τμή­μα των ιπ­πέ­ων. Α­μέ­σως ο Κα­ρα­ϊ­σκά­κης δια­τάσ­σει ε­πι­θε­τική κί­νη­ση και προ­σβο­λή των ιπ­πέ­ων με δι­κό του τμή­μα, στην εμ­φά­νι­ση του ο­ποί­ου οι ιπ­πείς υ­πο­χω­ρούν χω­ρίς α­ντί­στα­ση, ε­πι­στρέ­φο­ντας στην α­μυ­ντι­κή τοπο­θε­σί­α του Μου­στά­μπε­η.

Α­μέ­σως με­τά, τα προ­ω­θη­μέ­να ελ­λη­νι­κά τμή­μα­τα κα­τα­λαμ­βά­νουν το ύ­ψω­μα Κα­ϋμέ­νος Σταυ­ρός και με σχε­τι­κώς αρ­γό ρυθ­μό και αυ­ξη­μέ­να μέ­τρα α­σφα­λεί­ας, συνε­χί­ζουν την ε­πί­θε­ση προς την Α­ρά­χω­βα, προ­κει­μέ­νου να ε­νι­σχύ­σουν και να υ­πο­στη­ρί­ξουν, τα α­μυ­νό­με­να φί­λια τμή­μα­τα. Τη στιγ­μή αυ­τή εκ­δη­λώ­νε­ται ε­πιθε­τι­κή ε­νέρ­γεια του τμή­μα­τος των 500 Τουρ­καλ­βα­νών με με­γά­λη ορ­μή, ώ­στε με­τά α­πό συ­μπλο­κή ε­νός τε­τάρ­του της ώ­ρας, α­να­στέλ­λε­ται η συ­νέ­χι­ση της ε­πι­θέσε­ως στο κέ­ντρο της δια­τά­ξε­ως των ε­πι­τι­θέ­με­νων ελ­λη­νι­κών τμη­μά­των, προ­καλώ­ντας μι­κρή υ­πο­χώ­ρη­ση της δυ­νά­με­ως της Κ.Π. και σύγ­χυ­ση στη δύ­να­μη της Δ.Π.

Στη δυ­σμε­νή αυ­τή ε­ξέ­λι­ξη, την κα­τά­στα­ση α­πο­σό­βη­σε η ά­με­ση ε­πέμ­βα­ση των Σου­λιώ­τι­κων τμη­μά­των με ε­πι­κε­φα­λής τους Ο­πλαρ­χη­γούς Γε­ώρ­γιο Ζή­κου Τζαβέλ­λα και Γιαν­νού­ση Πα­νο­μά­ρα. Τα τμή­μα­τα αυ­τά, ευ­ρι­σκό­με­να στην πλευ­ρά, η οποί­α κλο­νί­σθη­κε, δια­τη­ρούν τις θέ­σεις τους και α­μέ­σως με­τά ε­πι­τί­θε­νται με α­πο­τέ­λε­σμα, α­φε­νός να α­να­κό­ψουν την ε­πι­θε­τι­κή ορ­μή του ε­χθρι­κού τμή­ματος ε­να­ντί­ον τους, φο­νεύ­ο­ντας μά­λι­στα τον Αρ­χη­γό του Ο­σμάν Α­γά και α­φε­τέρου να συ­γκρα­τή­σουν ό­σους α­πό τους Έλ­λη­νες υ­πο­χω­ρού­σαν, να συ­νε­χί­σουν την ε­πί­θε­ση και να α­να­γκά­σουν τους Ο­θω­μα­νούς να τρα­πούν σε φυ­γή, δυ­τι­κώς της Α­ρά­χω­βας, στα υ­ψώ­μα­τα Πλό­βαρ­μα και Κα­να­λά­κι, δια­φεύ­γο­ντας προς την πε­ριοχή των Δελ­φών. Τα ε­χθρι­κά αυ­τά τμή­μα­τα βρέ­θη­καν α­ντι­μέ­τω­πα με τα τμή­μα­τα των Ο­πλαρ­χη­γών Δυο­βου­νιώ­τη και Πα­νουρ­γιά, τα ο­ποί­α προ­έρ­χο­νταν α­πό τους Δελ­φούς και κα­τευ­θύ­νο­νταν στην Α­ρά­χω­βα για ε­νί­σχυ­ση των φί­λιων δυ­νά­με­ων, ο­πό­τε δέ­χθη­καν ε­πί­θε­ση, α­πό τους Δυο­βου­νιώ­τη και Πα­νουρ­γιά, κα­τά τη διαφυ­γή τους και α­να­γκά­σθη­καν να στρα­φούν και πά­λι, υ­πο­χω­ρώ­ντας προς την Αρά­χω­βα. Ε­κεί και άλ­λα ο­θω­μα­νι­κά τμή­μα­τα διέ­φευ­γαν α­πό την Α­ρά­χω­βα προς τους Δελ­φούς, ε­ξαι­τί­ας της με­τω­πι­κής ε­πι­θέ­σε­ως της δυ­νά­με­ως του Αρ­χι­στράτη­γου και, πιε­ζό­με­να ε­κα­τέ­ρω­θεν (α­πό τη δύ­να­μη του Κα­ρα­ϊ­σκά­κη και τα τμή­ματα Δυο­βου­νιώ­τη και Πα­νουρ­γιά), α­να­γκά­ζο­νται να τρα­πούν βο­ρεί­ως της Α­ρά­χωβας και να κα­τα­φύ­γουν στην α­μυ­ντι­κή το­πο­θε­σί­α του Μου­στά­μπε­η.

Ό­ταν η δύ­να­μη των 500 Τουρ­καλ­βα­νών ε­πι­τέ­θη­κε στο κέ­ντρο της δυ­νά­με­ως του Αρχι­στρα­τή­γου, οι Ο­πλαρ­χη­γοί Δα­γκλής, Ζέρ­βας και Περ­ραι­βός, ε­κτι­μώ­ντας την κρι­σι­μό­τη­τα της κα­τα­στά­σε­ως και ε­νώ δέ­χο­νταν ε­χθρι­κή ε­πί­θε­ση στη Διά­βαση Ζερ­βο­σπη­λιές, με πρω­το­βου­λί­α τους, α­πο­φα­σί­ζουν να ε­πι­τε­θούν ε­να­ντί­ον της ε­χθρι­κής α­μυ­ντι­κής το­πο­θε­σί­ας (Μου­στά­μπε­η), ε­πι­διώ­κο­ντας να α­πο­σπάσουν την προ­σο­χή του, ώ­στε α­φε­νός να α­πο­τρέ­ψουν τη δυ­να­τό­τη­τα α­ντε­πι­θέ­σε­ως, ό­που η το­πο­θε­σί­α του δε­χό­ταν ε­πί­θε­ση α­πό ελ­λη­νι­κά τμή­μα­τα και α­φε­τέ­ρου να α­πο­δυ­να­μώ­σουν την πί­ε­ση, την ο­ποί­α α­σκού­σε στο κέ­ντρο της δια­τά­ξε­ως της δυ­νά­με­ως του Αρ­χι­στρα­τή­γου. Έ­τσι προ­ω­θούν τα τμή­μα­τά τους δυ­τι­κώς του υ­ψώ­μα­τος Κα­ϋ­μέ­νος Σταυ­ρός, κα­τα­λαμ­βά­νουν έ­να α­νώ­νυ­μο ύ­ψω­μα (υψ. 1076) υ­περ­κεί­με­νο, βο­ρεί­ως - βο­ρειο­α­να­το­λι­κώς της ε­χθρι­κής α­μυ­ντι­κής το­πο­θε­σί­ας, ως βά­ση ε­ξορ­μή­σε­ως, α­πό ό­που εκ­δη­λώ­νουν ε­πι­θε­τι­κή ε­νέρ­γεια ε­να­ντί­ον της τοπο­θε­σί­ας. Προ­σπά­θεια α­ντε­πι­θέ­σε­ως ε­χθρι­κού τμή­μα­τος α­πο­κρού­ε­ται, και με­τά α­πό α­γώ­να πε­ρί­που μι­σής ώ­ρας το τμή­μα αυ­τό τρέ­πε­ται σε φυ­γή, ε­πα­νερ­χόμε­νο στην το­πο­θε­σί­α. Δύ­ο α­κό­μη α­πό­πει­ρες α­ντε­πι­θέ­σε­ως, ε­να­ντί­ον άλ­λων ελλη­νι­κών τμη­μά­των α­πο­τυγ­χά­νουν, με ση­μα­ντι­κές, σε βά­ρος των ε­χθρι­κών δυ­νάμε­ων α­ντε­πι­θέ­σε­ως, α­πώ­λειες.

Στο με­τα­ξύ, η ε­πι­θε­τι­κή ε­νέρ­γεια του τμή­μα­τος των 500 Τουρ­καλ­βα­νών δεν ευοδώ­θη­κε, πα­ρά την πει­σμα­τώ­δη προ­σπά­θειά του, με α­πο­τέ­λε­σμα και αυ­τό να α­νατρα­πεί και να συ­μπτυ­χθεί στο ε­σω­τε­ρι­κό της το­πο­θε­σί­ας.

Στο τέ­λος της πρώ­της η­μέ­ρας της μά­χης, με τη δύ­ση του η­λί­ου, η κα­τά­στα­ση των α­ντι­πά­λων εί­χε δια­μορ­φω­θεί ως ε­ξής:

Η κύ­ρια δύ­να­μη των Ο­θω­μα­νών υ­πό τους Μου­στά­μπε­η και Κε­χα­γιά­μπε­η εί­χε συγκε­ντρω­θεί και εί­χε ε­γκα­τα­στα­θεί α­μυ­ντι­κώς στα υ­ψώ­μα­τα Λό­φος Μου­στά­μπεη βο­ρεί­ως της Α­ρά­χω­βας και Λυ­κό­τρου­πο, βο­ρειο­α­να­το­λι­κώς της Α­ρά­χω­βας, όπου βρί­σκο­νταν οι Κα­ρυο­φίλ­μπε­ης και Ελ­μάν­σμπε­ης, ε­νώ ό­λη η υ­πό­λοι­πη δύ­ναμη με τους ε­πι­κε­φα­λής α­ξιω­μα­τι­κούς ή­ταν πλή­ρως ε­κτε­θει­μέ­νη στις κο­ρυ­φές των γυ­μνών λό­φων, με μέ­σα προ­στα­σί­ας και κα­λύ­ψε­ως τους ίπ­πους, τους η­μί­ονους και τις α­πο­σκευές.

Η ε­χθρι­κή α­μυ­ντι­κή το­πο­θε­σί­α, ε­δα­φι­κώς πε­ριο­ρι­σμέ­νη, ή­ταν πε­ρι­κυ­κλω­μένη και η ε­γκα­τε­στη­μέ­νη σε αυ­τή δύ­να­μη ή­ταν ε­γκλω­βι­σμέ­νη.

Ο Αρ­χι­στρά­τη­γος, α­μέ­σως με­τά α­πό αυ­τή την α­να­διά­τα­ξη της ε­χθρι­κής δυ­νά­μεως, ε­γκα­τέ­στη­σε το Στρα­τη­γεί­ο του στην εκ­κλη­σί­α του Α­γί­ου Γε­ωρ­γί­ου, α­ποθέ­το­ντας τη θερ­μή προ­σευ­χή του και την ελ­πί­δα της νί­κης στη δύ­να­μη και στη σκέ­πη του προ­στά­τη του Α­γί­ου. Για να εί­ναι η ά­μυ­να πιο α­πο­τε­λε­σμα­τι­κή, διατάσ­σει τη βελ­τί­ω­ση των θέ­σε­ων μά­χης στη βό­ρεια πλευ­ρά του πε­ρι­βό­λου της εκ­κλη­σί­ας και στα γύ­ρω σπί­τια.

Η μέ­χρι τό­τε ε­ξέ­λι­ξη και η ε­κτί­μη­ση της κα­τα­στά­σε­ως τον ο­δη­γού­σε στο συμπέ­ρα­σμα, ό­τι η θέ­ση των Ο­θω­μα­νών θα ε­πι­δει­νω­νό­ταν και έ­δω­σε ε­ντο­λή στους ο­πλαρ­χη­γούς της δυ­νά­με­ώς του να κα­τα­λά­βουν με τα τμή­μα­τά τους ε­πί­και­ρες θέ­σεις, προ­κει­μέ­νου να α­πο­κλεί­σουν τα δρο­μο­λό­για δια­φυ­γής και να πα­ρε­μπο­δί­σουν τη δυ­να­τό­τη­τα ε­νι­σχύ­σε­ως των ε­γκλω­βι­σμέ­νων με άλ­λες δυ­νά­μεις.

Τη νύ­χτα της 18ης (ξη­μέ­ρω­μα 19ης) Νο­εμ­βρί­ου εκ­δη­λώ­θη­κε δρι­μύ ψύ­χος με σύν­νε­φα, ο­μί­χλη και βό­ρειο ά­νε­μο. Τα ε­χθρι­κά τμή­μα­τα, ε­κτε­θει­μέ­να στο ύ­παι­θρο, υ­πό δυ­σμε­νείς και­ρι­κές συν­θήκες, βρέ­θη­καν σε μειο­νε­κτι­κή θέ­ση, ε­νώ οι Έλ­λη­νες α­ντι­με­τώ­πι­ζαν το ψύ­χος, χρη­σι­μο­ποιώ­ντας ως κα­τα­λύ­μα­τα τα σπί­τια των Α­ρα­χω­βι­τών, ε­πι­στρέ­φο­ντας εκ πε­ρι­τρο­πής στις θέ­σεις μά­χης. Ό­μως, ό­σοι (συ­νή­θως ό­χι ό­λοι) και ό­ταν ε­πέστρε­φαν πα­ρέ­με­ναν στις θέ­σεις σε ε­πα­γρύ­πνη­ση πιο λί­γο χρό­νο. Πολ­λοί μά­λιστα έ­πι­ναν ά­φθο­νο α­ρα­χω­βί­τι­κο χλια­ρό κρα­σί, τρώ­γο­ντας και λί­γες ε­λιές, από ό­σες εί­χαν α­φή­σει οι Α­ρα­χω­βί­τες, έ­πε­φταν σε βα­θύ ύ­πνο μέ­σα στα σπί­τια και συ­νε­πώς ή­ταν α­να­ξιό­μα­χοι.

Οι Ο­θω­μα­νοί, ε­νώ α­ντι­λή­φθη­καν την α­που­σί­α των Ελ­λή­νων α­πό τις θέ­σεις μάχης, υ­πο­ψιά­σθη­καν, ό­τι σχε­δί­α­ζαν κά­ποια αιφ­νι­δια­στι­κή ε­νέρ­γεια και δεν εκμε­ταλ­λεύ­θη­καν την ευ­και­ρί­α να ε­κτο­ξεύ­σουν νυ­χτε­ρι­νή α­ντε­πί­θε­ση και να ε­πι­χει­ρή­σουν δια­φυ­γή. Α­σφα­λώς, αν ε­νερ­γού­σαν, η προ­σπά­θειά τους θα ευο­δωνό­ταν.

Σε σύ­σκε­ψη και σχε­τι­κή συ­ζή­τη­ση των Μου­στά­μπε­η και Κε­χα­γιά­μπε­η δεν ε­γκρί­θη­κε η πρό­τα­ση δια­φυ­γής, για­τί ο πρώ­τος θε­ω­ρού­σε τη φυ­γή πρά­ξη α­τι­μω­τική και ο δεύ­τε­ρος έλ­πι­ζε ό­τι ο Κιου­τα­χής θα έ­στελ­νε ε­νί­σχυ­ση.

Δεύ­τε­ρη Η­μέ­ρα – 19η Νο­εμ­βρί­ου


Α­πό το Π.Φ. της ημέ­ρας (προ της α­να­το­λής του η­λί­ου) ό­λα τα ελ­λη­νι­κά τμή­μα­τα, με ε­πι­κε­φα­λής τους ο­πλαρ­χη­γούς τους, σύμ­φω­να με την ε­ντο­λή του Αρ­χι­στρα­τή­γου, η ο­ποί­α δόθη­κε την προ­η­γου­μέ­νη, εί­χαν ε­γκα­τα­στα­θεί σε διά­τα­ξη πε­ρι­κυ­κλώ­σε­ως της εχθρι­κής α­μυ­ντι­κής το­πο­θε­σί­ας. Ι­διαί­τε­ρα μέ­τρα εί­χαν λη­φθεί σε ε­πί­και­ρες θέ­σεις με την κα­τα­σκευ­ή μι­κρών προ­μα­χώ­νων (θέ­σε­ων μά­χης), κυ­ρί­ως στις δια­βά­σεις και στα δρο­μο­λό­για, με μι­κρά δια­στή­μα­τα με­τα­ξύ των προ­μα­χώ­νων, ώστε να α­πο­τρα­πεί κά­θε προ­σπά­θεια δια­φυ­γής.

Α­πό το πρω­ί άρ­χι­σε α­νταλ­λα­γή πυ­ρών με­τα­ξύ των α­ντι­πά­λων, με συ­νε­χώς αυ­ξα­νό­με­νο ρυθ­μό, χω­ρίς ση­μα­ντι­κές α­πώ­λειες των ε­χθρι­κών τμη­μά­των, για­τί εί­χαν ε­πί­σης κα­τα­σκευά­σει προ­μα­χώ­νες, α­πό τους ο­ποί­ους προ­στα­τεύ­ο­νταν.

Τη δεύ­τε­ρη αυ­τή η­μέ­ρα της μά­χης και άλ­λα φί­λια τμή­μα­τα με τους ο­πλαρ­χηγούς τους κα­τα­φθά­νουν, σύμ­φω­να με τις γρα­πτές ε­ντο­λές (ε­πι­στο­λές) του Αρ­χιστρα­τή­γου και ε­γκα­θί­στα­νται στα δυ­τι­κά υ­ψώ­μα­τα, ε­πι­τυγ­χά­νο­ντας έ­τσι απο­κλει­σμό των δυ­νά­με­ων του Μου­στά­μπε­η και α­πό τη δυ­τι­κή πλευ­ρά.

Τρί­τη Η­μέ­ρα – 20η Νο­εμ­βρί­ου

Ε­νω­ρίς το πρω­ί εί­χαν φθά­σει στην Α­ρά­χω­βα τα τμή­μα­τα των Ο­πλαρ­χη­γών Μα­κρή, Δρά­κου, Κα­λύβα, Α­πο­κο­ρί­τη, Γιόλ­δα­ση, Κων­στα­ντή Γρί­βα, του Κο­μνά Τρά­κα με 150 άν­δρες, το ο­ποί­ο βρι­σκό­ταν στο Κω­ρύ­κειο ά­ντρο, και τέ­λος του Σπύ­ρου Μή­λιου με πε­ρισ­σότε­ρους α­πό 300 άν­δρες, το ο­ποί­ο εί­χε πα­ρα­μεί­νει στο Δί­στο­μο, με ε­ντο­λή του Καρα­ϊ­σκά­κη, ό­ταν α­να­χώ­ρη­σε για την Α­ρά­χω­βα με την κύ­ρια δύ­να­μη.

Τα τμήμα­τα αυ­τά κα­τα­λαμ­βά­νουν καί­ριες θέ­σεις στην πε­ριο­χή, συ­μπλη­ρώ­νο­ντας έ­τσι την πε­ρι­κύ­κλω­ση της ε­χθρι­κής α­μυ­ντι­κής το­πο­θε­σί­ας.

Ε­πί­σης, μί­α ση­μα­ντι­κή δύ­να­μη συ­γκρο­τεί­ται, ως ε­φε­δρεί­α του Αρ­χι­στρα­τήγου, με ε­τοι­μό­τη­τα ά­με­σης ε­πεμ­βά­σε­ως, ό­που και ό­ταν η ε­χθρι­κή δρα­στη­ριό­τητα θα πα­ρου­σια­ζό­ταν ι­σχυ­ρή και ε­πι­κίν­δυ­νη για την ε­ξέ­λι­ξη του α­γώ­να των ελ­λη­νι­κών τμη­μά­των.

Έ­τσι, οι Έλ­λη­νες α­πό α­μυ­νό­με­νοι που ή­σαν έ­γι­ναν ε­πι­τι­θέ­με­νοι και α­σκούσαν συ­νε­χή πί­ε­ση στην ε­χθρι­κή α­μυ­ντι­κή το­πο­θε­σί­α και α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό έλεγ­χο των δρο­μο­λο­γί­ων δια­φυ­γής ή ε­νι­σχύ­σε­ως.

Τέ­ταρ­τη Η­μέ­ρα – 21η Νο­εμ­βρί­ου

Την η­μέ­ρα αυ­τή, προ­κει­μέ­νου να υ­λο­ποι­η­θεί η τα­κτι­κή του Αρ­χι­στρα­τή­γου για την πε­ρι­κύ­κλω­ση, τις πρω­ι­νές ώ­ρες, έ­να πρώ­το τμή­μα 300 αν­δρών με ε­πι­κε­φα­λής τους Ο­πλαρ­χηγούς Δια­μα­ντή Ζέρ­βα, Λά­μπρο Βέ­ι­κο ή Ζάρ­μπα, Δή­μο Τσέ­λιο και Κων­στα­ντί­νο Βέ­ρη δια­τάσ­σε­ται να ε­γκα­τα­στα­θεί στο Στε­νό Ζε­με­νού, με α­πο­στο­λή να α­πο­τρέψει τη διέ­λευ­ση ε­χθρι­κού τμή­μα­τος προς την Α­ρά­χω­βα, για την ε­νί­σχυ­ση του Μου­στά­μπε­η.

Ε­πί­σης, δεύ­τε­ρο τμή­μα με ε­πι­κε­φα­λής τους Ο­πλαρ­χη­γούς Χρι­στό­φο­ρο Περ­ραι­βό και Γιώ­τη Δα­γκλή δια­τάσ­σε­ται να ε­γκα­τα­στα­θεί στα υ­ψώ­μα­τα Ζερ­βο­σπη­λιές και Κα­ϋ­μέ­νος Σταυ­ρός, για τον έ­λεγ­χο του δρο­μο­λο­γί­ου Μο­νής Α­γί­ας Ιε­ρου­σα­λήμ – Α­ρά­χω­βα με την ί­δια α­πο­στο­λή, ό­πως και το πρώ­το.

Στο με­τα­ξύ, στην πε­ριο­χή της Δαύ­λειας, ι­κα­νή ε­χθρι­κή δύ­να­μη εί­χε συ­γκροτη­θεί σε δύ­ο σώ­μα­τα. Το πρώ­το δυ­νά­με­ως 800 αν­δρών υ­πό τον Α­βδου­λάχ Α­γά με α­ποστο­λή να προ­ε­λά­σει δια­μέ­σου του Στε­νού Ζε­με­νού προς την Α­ρά­χω­βα, ως συ­νοδεί­α ε­φο­διο­πο­μπής υ­πο­ζυ­γί­ων με πολ­λά ε­φό­δια για τον α­νε­φο­δια­σμό των ε­γκλω­βι­σμέ­νων και για να διευ­κο­λύ­νει την προ­σπά­θεια δια­φυ­γής και το δεύ­τερο πιό μι­κρής δυ­νά­με­ως, να προ­ε­λά­σει δια­μέ­σου του δρο­μο­λο­γί­ου Μο­νή Α­γί­ας Ιε­ρου­σα­λήμ – υ­ψώ­μα­τα Μά­νας – Α­ρά­χω­βα, με α­πο­στο­λή την ε­νί­σχυ­ση των ε­γκλω­βι­σμέ­νων.

Ό­ταν η κε­φα­λή του δεύ­τε­ρου σώ­μα­τος φθά­νει στο ύ­ψω­μα Σα­ρα­κι­νό, προ των υψω­μά­των Ζερ­βο­σπη­λιές και Κα­ϋ­μέ­νος Σταυ­ρός, βάλ­λει συν­θη­μα­τι­κά πυ­ρά, για να α­να­φέ­ρει την ά­φι­ξή του ως ε­νι­σχύ­σε­ως.

Α­μέ­σως με­τά, ο Μου­στά­μπε­ης, κα­το­πτεύ­ο­ντας τη γύ­ρω πε­ριο­χή και δια­πι­στώνο­ντας ό­τι προς την κα­τεύ­θυν­ση αυ­τή δεν υ­πάρ­χει ι­σχυ­ρή Ελ­λη­νι­κή δύ­να­μη, δια­τάσ­σει έ­να τμή­μα να ε­πι­τε­θεί α­πό τα νώ­τα ε­να­ντί­ον των τμη­μά­των Περ­ραιβού και Δα­γκλή, α­φε­νός για να διευ­κο­λύ­νει την προ­έ­λα­ση της δυ­νά­με­ως ε­νισχύ­σε­ως και α­φε­τέ­ρου για να δια­τη­ρή­σει α­νοι­χτό το δρο­μο­λό­γιο προς τη Μο­νή Α­γί­ας Ιε­ρου­σα­λήμ.

Τα τμή­μα­τα Περ­ραι­βού και Δα­γκλή, τα ο­ποί­α δέ­χθη­καν την ε­χθρι­κή ε­πί­θε­ση υ­πο­χω­ρούν α­πό τα υ­ψώ­μα­τα Ζερ­βο­σπη­λιές και Κα­ϋ­μέ­νος Σταυ­ρός, ε­νώ οι ε­γκλωβι­σμέ­νοι, υ­περ­βαί­νο­ντας τους προ­μα­χώ­νες τους, ε­πι­χει­ρούν να συ­νε­νω­θούν με τη δύ­να­μη ε­νι­σχύ­σε­ως. Ο θό­ρυ­βος και η α­να­τα­ρα­χή στα τμή­μα­τα των α­ντι­μαχο­μέ­νων προ­κά­λε­σαν την προ­σω­πι­κή πα­ρου­σί­α του Αρ­χι­στρα­τή­γου, ώ­στε να εκδη­λω­θεί ά­με­ση ε­πέμ­βα­ση με ι­κα­νή δύ­να­μη ε­να­ντί­ον των Ο­θω­μα­νών, οι ο­ποί­οι ε­πι­χεί­ρη­σαν να δια­φύ­γουν, με α­πο­τέ­λε­σμα, α­φού δεν εί­χε α­κό­μη α­φι­χθεί η δύνα­μη ε­νι­σχύ­σε­ως α­πό την κα­τεύ­θυν­ση του Ζε­με­νού (του Α­βδου­λάχ Α­γά), να α­ναγκα­σθούν να υ­πο­χω­ρή­σουν και να ε­πα­νέλ­θουν στην α­μυ­ντι­κή το­πο­θε­σί­α.

Με­τά την ε­ξέ­λι­ξη αυ­τή, η δύ­να­μη ε­νι­σχύ­σε­ως α­πό την κα­τεύ­θυν­ση της Μο­νής Α­γί­ας Ιε­ρου­σα­λήμ, για να α­πο­φύ­γει πε­ραι­τέ­ρω φθο­ρά και πε­ρισ­σό­τε­ρες α­πώλειες, υ­πο­χώ­ρη­σε και ε­πέ­στρε­ψε στη Δαύ­λεια, δια­μέ­σου της Μο­νής.

Η δύ­να­μη ε­νι­σχύ­σε­ως υ­πό τον Α­βδου­λάχ Α­γά, κα­τά την προ­έ­λα­ση και μό­λις η εμπρο­σθο­φυ­λα­κή ει­σήλ­θε στο Στε­νό Ζε­με­νού, α­πό λαν­θα­σμέ­νη ε­κτί­μη­ση και βια­στι­κή ε­νέρ­γεια του ε­κεί ελ­λη­νι­κού τμή­μα­τος, δέ­χε­ται προ­σβο­λή με πυ­ρά και ση­μα­ντι­κές σε βά­ρος της α­πώ­λειες, αλ­λά το κύ­ριο σώ­μα, λό­γω της στε­νό­τη­τας του χώ­ρου και, κα­τά συ­νέ­πεια, της α­δυ­να­μί­ας α­να­πτύ­ξε­ως για ε­πί­θε­ση υ­ποχω­ρεί α­τά­κτως, ε­πι­στρέ­φο­ντας στη Δαύ­λεια.

Με­τά την α­πο­τυ­χί­α της ε­νι­σχύ­σε­ως και της δια­φυ­γής των ε­γκλω­βι­σμέ­νων προς τη Μο­νή Α­γί­ας Ιε­ρου­σα­λήμ, ο Αρ­χι­στρά­τη­γος, α­μέ­σως με­τά τη σύ­γκρου­ση και ε­λέγ­χο­ντας την κα­τά­στα­ση, α­πο­στέλ­λει νέ­α τμή­μα­τα και προς τις δύ­ο κα­τευ­θύν­σεις ε­να­ντί­ον των ε­χθρι­κών δυ­νά­με­ων ε­νι­σχύ­σε­ως.

Ό­ταν τα νέ­α αυ­τά τμή­μα­τα έ­φθα­σαν ε­πί τό­που, οι συ­γκρού­σεις εί­χαν τε­λειώσει με α­πώ­λειες των ε­χθρι­κών τμη­μά­των 30 νε­κρούς, πολ­λούς τραυ­μα­τί­ες και 80 κτή­νη, φορ­τω­μέ­να με ε­φό­δια.

Ο Μου­στά­μπε­ης, α­πο­κλει­σμέ­νος και με το η­θι­κό της δυ­νά­με­ώς του πο­λύ χα­μηλό, ε­ξαι­τί­ας των δυ­σμε­νών και­ρι­κών συν­θη­κών (βρο­χή, δρι­μύ ψύ­χος), της ελ­λείψε­ως ε­φο­δί­ων και της α­δυ­να­μί­ας ε­νι­σχύ­σε­ως, κα­θώς και σχε­τι­κής α­παι­τή­σε­ως πολ­λών υ­φι­στα­μέ­νων του, υ­πο­χρε­ώ­νε­ται να ζη­τή­σει συν­θή­κη.

Το αί­τη­μα της συν­θή­κης α­να­φέ­ρε­ται στον Αρ­χι­στρά­τη­γο, ο ο­ποί­ος α­πο­στέλ­λει ως εκ­προ­σώ­πους του τους Ο­πλαρ­χη­γούς Χρι­στό­φο­ρο Περ­ραι­βό και Γιάν­νη Ρού­κη, προ­κει­μέ­νου να δια­πραγ­μα­τευ­θούν τους ό­ρους της συν­θή­κης με τους εκπρο­σώ­πους του Μου­στά­μπε­η, το Χι­λί­αρ­χο Χό­το Λέ­γκα και τον Ε­κα­τό­νταρ­χο Σουλε­ϊ­μάν Τό­σκα.
Ο Λέ­γκας, τε­λειώ­νο­ντας την ει­σή­γη­σή του, με­τα­ξύ άλ­λων, εί­πε: «...Σας πα­ρα­κα­λού­με λοι­πόν, να μας α­φή­σε­τε ε­λεύ­θε­ρους με τα ό­πλα μας να πά­με στο Ζη­τού­νι (Λα­μί­α). Ό­σα ζώ­α και πε­ριτ­τά πράγ­μα­τα έ­χο­με μα­ζί μας, ό­λα σας τα δί­δο­με με ευ­χα­ρί­στη­σή μας και για την πί­στη της συμ­φωνί­ας μας, ζη­τού­με να μας δώ­σε­τε πέ­ντε κα­πε­τα­ναί­ους και να πά­ρε­τε και ε­σείς άλ­λους τό­σους ση­μα­ντι­κούς Τούρ­κους, έ­ως να φτά­σω­με στο Ζη­τού­νι α­σφα­λείς και τό­τε λαμ­βά­νει ο κα­θέ­νας πί­σω τους δι­κούς του. Και κο­ντά σε ό­σα σας εί­παμε, σας υ­πο­σχό­με­θα και φι­λί­α πα­ντο­τι­νή».

Ο Περ­ραι­βός, με­τα­ξύ άλ­λων, α­πά­ντη­σε: «...Ε­μείς δε ζη­τού­με άλ­λο τι σή­με­ρα πα­ρά την ε­λευ­θε­ρί­α μας, την ο­ποί­α ο Θε­ός ε­χά­ρι­σε σε κά­θε άν­θρω­πο να την χαί­ρε­ται εν ό­σω ζεί, χω­ρίς να βλά­ψει το γεί­το­νά του. Ε­σείς, α­γω­νι­ζό­με­νοι να μας τη σκο­τώ­σε­τε, δεν κάμνε­τε άλ­λο τι πα­ρά να κα­τα­πα­τεί­τε τη θε­ϊ­κή α­πό­φα­ση. Ό­σο για την ό­ποια ζη­τεί­τε συν­θή­κη, ε­μείς τη δε­χό­με­θα, κα­τά τη δια­τα­γή του Αρ­χη­γού μας, με τα ε­ξής κε­φά­λαια:

A. Η ζω­ή σας θέ­λει εί­ναι ε­λευ­θέ­ρα και α­πεί­ρα­κτος α­πό μι­κρού έ­ως με­γά­λου, ε­πει­δή ού­τε η συνεί­δη­σή μας ού­τε η θρη­σκεί­α μας συγ­χω­ρού­σι να βλά­ψω­με τους ό­σους μας ζη­τούν συγ­χώ­ρη­ση.
Β. Προ της α­να­χω­ρή­σε­ώς σας, να μας πα­ρα­δώ­σε­τε τα Σά­λω­να και τη Λι­βα­δειά.
Γ. Η α­να­χώ­ρη­σή σας δεν συγ­χω­ρεί­ται έ­ως εις το Ζη­τού­νι, αλ­λά να υ­πά­γει έ­καστος εις τα ί­δια.
Δ. Ό­σα ό­πλα και χρή­μα­τα φέ­ρε­τε ε­πά­νω σας α­πό μι­κρού έ­ως με­γά­λου, φο­ρέ­μα­τα δι­πλά, ζώ­α πα­ντός γέ­νους και ό­λα τα κι­νη­τά, θέ­λε­τε τα πα­ρα­δώ­σει εις ό­ποιαν ε­πι­τρο­πήν δια­τά­ξει ο Αρ­χη­γός μας.
Ε. Δια την α­σφα­λή ε­κτέ­λε­ση των δια­λη­φθέ­ντων κε­φα­λαί­ων, ζη­τού­με εκ μέ­ρους σας ο­μή­ρους τον Κα­ρυο­φίλ­μπε­ην, α­δελ­φόν του Μου­στά­μπε­η και τον Κε­χα­γιάμπε­ην, σεις δε, ε­κτός του Αρ­χη­γού μας, έ­χε­τε την ά­δεια να ζη­τή­σε­τε ό­ποιους οπλαρ­χη­γούς θέ­λε­τε.

Αυ­τά εί­ναι τα, εκ μέ­ρους του Αρ­χη­γού μας και λοι­πών οπλαρ­χη­γών, ζη­τή­μα­τα, εις τα ο­ποί­α δεν συγ­χω­ρεί­ται καμ­μί­α συ­γκα­τά­βα­σις.
Αν τα δέ­χε­σθε, η­μείς εί­με­θα έ­τοι­μοι να τα ε­κτε­λέ­σω­μεν α­μέ­σως, το ε­να­ντί­ον δε, πά­λιν αρ­χί­ζο­μεν τον πό­λε­μον και ο Θε­ός, ό­ποιον γνω­ρί­ζει ά­δι­κον, ας τον παι­δεύ­σει».

Οι ό­ροι, τους ο­ποί­ους α­ντι­πρό­τει­νε ο Κα­ρα­ϊ­σκά­κης, α­πορ­ρί­φθη­καν α­πό τους Μου­στά­μπε­η και Κε­χια­γιάμπε­η, ε­πει­δή φο­βού­νταν την ορ­γή του Κιου­τα­χή και ήλ­πι­ζαν ό­τι τε­λι­κώς δε θα τους ε­γκα­τέ­λει­πε στη δει­νή θέ­ση, στην ο­ποί­α βρί­σκο­νταν.

Δύ­ο ώ­ρες, με­τά την α­να­χώ­ρη­ση των εκ­προ­σώ­πων του Μου­στά­μπε­η, η α­πά­ντη­ση της α­πορ­ρί­ψε­ως των ό­ρων της συν­θή­κης δό­θη­κε α­πό την ε­χθρι­κή α­μυ­ντι­κή το­ποθε­σί­α, με την εκ­φώ­νη­ση της λέ­ξε­ως « Πό­λε­μος» τρείς φο­ρές.

Ο Αρ­χι­στρά­τη­γος, βέ­βαιος πλέ­ον, ό­τι οι ε­γκλω­βι­σμέ­νοι θα ε­πι­χει­ρή­σουν να δια­σπά­σουν τον κλειό και να δια­φύ­γουν για να σω­θούν, ε­νί­σχυ­σε τα τμή­ματα, τα ο­ποί­α κα­τεί­χαν τις δια­βά­σεις, ε­πι­διώ­κο­ντας τον πιο α­πο­τε­λε­σμα­τι­κό έ­λεγ­χο των δρο­μο­λο­γί­ων δια­φυ­γής.

Ει­δι­κό­τε­ρα, για το σκο­πό αυ­τό:

- Τα τμή­μα­τα των Ο­πλαρ­χη­γών Δυο­βου­νιώ­τη και Τρά­κα, ε­νι­σχυ­μέ­να με τους Α­ρα­χω­βί­τες, οι ο­ποίοι κα­τοι­κού­σαν γύ­ρω α­πό την Πλη­κό­βρυ­ση, δια­τά­χθη­καν να κα­τα­λά­βουν τα υ­ψώμα­τα, δυ­τι­κώς και βο­ρειο­δυ­τι­κώς της Α­ρά­χω­βας, ή­τοι: Κου­κου­βά­γιες, Σφα­λάκι, Πλό­βαρ­μα, Κυ­ριά, Πί­σω Α­λώ­νια κ.α., μέ­χρι τους πρό­πο­δες της Βλα­χό­λα­κας, ώ­στε να α­πο­τρα­πεί η δια­φυ­γή προς τους Δελ­φούς και προς την Άμ­φισ­σα ή προς την πε­ριο­χή Λει­βά­δι και στη συ­νέ­χεια δυ­τι­κώς και βο­ρειο­δυ­τι­κώς του Παρ­νασ­σού.
- Τα τμήμα­τα των Ο­πλαρ­χη­γών Δα­γκλή, Περ­ραι­βού, Γε­ωρ­γί­ου Βά­για, Γαρ­δι­κιώ­τη Γρί­βα και των Σου­λιω­τών, ε­νι­σχυ­μέ­να ε­πί­σης με Α­ρα­χω­βί­τες, οι ο­ποί­οι κα­τοι­κού­σαν στις συ­νοι­κί­ες της Α­ρά­χω­βας Κού­κου­ρα και Κα­λό­βρυ­ση, δια­τά­χθη­καν να κατα­λά­βουν τα υ­ψώ­μα­τα Α­γί­α Τριά­δα, Κα­ϋ­μέ­νος Σταυ­ρός, Ζερ­βο­σπη­λιές και Σα­ρακι­νό, μέ­χρι την ο­δό α­πό Α­ρά­χω­βα προς την πη­γή Μά­να, ώ­στε να α­πο­τρα­πεί η διαφυ­γή προς το Στε­νό και την κοι­λά­δα Ζε­με­νού.
- Ο Αρ­χι­στρά­τη­γος με την υ­πό­λοι­πη δύ­να­μη και τους Α­ρα­χω­βί­τες των άλ­λων συ­νοι­κιών κα­τεί­χαν το κέ­ντρο της δια­τά­ξε­ως στην εκ­κλη­σί­α του Α­γί­ου Γε­ωρ­γί­ου και στα γύ­ρω σπί­τια.

Η ε­ντο­λή του, προς ό­λα τα τμή­μα­τα, ή­ταν να α­σκούν πί­ε­ση με συ­νε­χή πυ­ρά, χωρίς δια­κο­πή, ε­να­ντί­ον της ε­χθρι­κής α­μυ­ντι­κής το­πο­θε­σί­ας.
Την κα­τα­νο­μή των Α­ρα­χω­βι­τών σε αυ­τές τις α­πο­στο­λές κα­θό­ρι­σε ο ί­διος προ­σω­πι­κώς, για­τί αυ­τοί γνώ­ρι­ζαν πο­λύ κα­λά την πε­ριο­χή και τις δια­βά­σεις.

Πέ­μπτη Η­μέ­ρα – 22η Νο­εμ­βρί­ου

Η τα­κτι­κή της πε­ρι­κυ­κλώ­σε­ως και ο αυ­στη­ρός α­πο­κλει­σμός ε­φαρ­μό­ζο­νταν και την πέ­μπτη η­μέ­ρα της μά­χης, με συ­νε­χή και πυ­κνά πυ­ρά, την ο­ποί­α ε­πι­βε­βαίω­σε ο Αρ­χι­στρά­τη­γος, α­πό το πρω­ί, πραγ­μα­το­ποιώ­ντας ε­πί­σκε­ψη και ε­πι­θε­ώ­ρηση ό­λων των τμη­μά­των, στις κα­τε­χό­με­νες θέ­σεις (προ­μα­χώ­νες).
Ο Μου­στά­μπε­ης, στην προ­σπά­θειά του να ε­νι­σχύ­σει το η­θι­κό των ε­γκλω­βι­σμέ­νων, πραγ­μα­το­ποιώ­ντας και αυ­τός ε­πί­σκε­ψη και ε­πι­θε­ώ­ρη­ση των προ­μα­χώ­νων, προ­έ­τρε­πε τους Ο­θω­μα­νούς να ε­κτε­λούν βο­λές ε­να­ντί­ον των Ελ­λή­νων.

Η α­νταλ­λα­γή πυ­ρών ε­ξα­κο­λου­θού­σε και στη διάρ­κεια της νύ­χτας της 22ας (ξη­μέ­ρω­μα ε­πο­μέ­νης) του μή­να, οπό­τε τραυ­μα­τί­σθη­κε ο Μου­στά­μπε­ης.
Ο Χρι­στό­φο­ρος Περ­ραι­βός α­να­φέ­ρει, σχε­τι­κώς με τον τραυ­μα­τι­σμό του Μουστά­μπε­η, τα ε­ξής: «Κα­τά την 23ην του μη­νός Νο­εμ­βρί­ου και πε­ρί την 2αν ώ­ραν της νυ­κτός, επι­σκε­πτό­με­νος ο Αρ­χη­γός (Κα­ρα­ϊ­σκά­κης) ό­λα τα ελ­λη­νι­κά ο­χυ­ρώ­μα­τα, διέ­τα­ξε να πυ­ρο­βο­λή­σω­σιν εκ συμ­φώ­νου κα­τά των Τούρ­κων. Η δί­ω­ρη σχε­δόν διάρ­κεια των πυ­ρο­βο­λι­σμών έ­φε­ρεν α­προσ­δο­κή­τως τον θά­να­τον του Μου­στά­μπε­η, διό­τι εκ των ρι­πτο­μέ­νων σφαι­ρών ε­κτύ­πη­σε μί­α την κε­φα­λήν του κα­τά μέ­τω­πον, ή­τις πά­ραυ­τα τον ε­νέ­κρω­σεν και το στρα­τό­πε­δόν του ε­δει­λί­α­σε·κρύ­ψα­ντες τον θά­να­τόν του, α­πο­φά­σι­σαν την ε­πιού­σαν (23/11) να ζη­τή­σω­σι εκ δευ­τέ­ρου συν­θή­κην, ε­πί συμ­φω­νί­α να μην τους α­φαι­ρέ­σω­σιν, ει δυ­να­τόν, τα ό­σα χρή­μα­τα φέ­ρουν εις την ζώ­νην των, εις τα λε­γό­με­να κε­μέ­ρια, τα δε άλ­λα να λά­βω­σιν ό­λα, κα­τά την ρη­θεί­σαν συν­θή­κην». Ο α­δελ­φός του Μου­στά­μπε­η Κα­ρυο­φίλ­μπε­ης και οι υ­πη­ρέ­τες του α­πέ­κρυ­ψαν τον τραυ­μα­τι­σμό του ε­πί δύ­ο η­μέ­ρες, για να μην ε­πη­ρε­α­σθεί αρ­νη­τι­κώς το η­θικό του στρα­τεύ­μα­τος.

Έ­κτη Η­μέ­ρα – 23η Νο­εμ­βρί­ου

Ε­νώ έ­τσι εί­χαν τα πράγ­μα­τα, την έ­κτη η­μέ­ρα της μά­χης, σχε­δόν ό­λοι οι α­ξιω­μα­τι­κοί των ο­θωμα­νι­κών τμη­μά­των συ­γκε­ντρώ­θη­καν έ­ξω α­πό τη σκη­νή του Κε­χα­γιά­μπε­η και, ευρι­σκό­με­νοι σε α­τα­ξί­α, α­νη­συ­χί­α και τα­ρα­χή, φι­λο­νι­κού­σαν και φω­να­σκού­σαν σε έ­ντο­νο ύ­φος, ε­ξαι­τί­ας της δει­νής κα­τα­στά­σε­ως στην ο­ποί­α εί­χαν πε­ριέλ­θει, προ­βλη­μα­τι­ζό­με­νοι για την πε­ραι­τέ­ρω τη­ρη­τέ­α στά­ση τους.

Έ­νας υ­ψη­λό­βαθ­μος α­ξιω­μα­τι­κός, μα­ζί με άλ­λους οι ο­ποί­οι ει­σήλ­θαν στη σκη­νή, α­πευ­θύν­θη­κε στον Κε­χα­γιά­μπε­η, λέ­γο­ντας: « Μπέ­η, πε­ρι­μέ­νουμε τό­σες η­μέ­ρες βο­ή­θεια, για να σω­θού­με, πλην ό­μως οι ελ­πί­δες μας έ­χουν μα­ταιω­θεί. Τί πρέ­πει να κά­νου­με για να μη χα­θού­με; Ό­λο το στρά­τευ­μα βρί­σκε­ται σε με­γά­λη α­νη­συ­χί­α».
Έ­νας άλ­λος, α­πό τους πιό θρα­σείς, Γκέ­κας στην κα­τα­γω­γή, α­φού έρι­ξε έ­να ορ­γι­σμέ­νο βλέμ­μα στον Κε­χα­γιά­μπε­η, του λέ­γει: «Δεν βλέπεις, ό­τι κιν­δυ­νεύ­ου­με να πέ­σου­με στα χέ­ρια των Ελ­λή­νων, να μας σκο­τώ­σουν ή το χει­ρό­τε­ρο, να μας α­φο­πλί­σουν, να μας πε­ρι­φέ­ρουν α­πό χω­ριό σε χω­ριό και να μας βρί­ζουν α­κό­μα και τα μι­κρά παι­διά στους δρό­μους;».

Ό­λα αυ­τά τα ά­κου­σαν οι πιο πολ­λοί α­πό τους συ­γκε­ντρω­μέ­νους, οι ο­ποί­οι τα ε­πι­δο­κί­μα­σαν και με ζω­η­ρή συ­ζή­τη­ση, ο­μα­δο­ποι­η­μέ­νοι σχο­λί­α­ζαν τη δύ­σκο­λη κα­τά­στα­ση, η ο­ποί­α ε­πι­κρα­τού­σε τις τε­λευ­ταί­ες η­μέ­ρες.

Ο Κε­χα­γιά­μπε­ης, μην έ­χο­ντας μί­α κά­ποια πει­στι­κή α­πά­ντη­ση, προσπά­θη­σε να κα­τευ­νά­σει τα πνεύ­μα­τα και πρό­τει­νε στους υ­ψη­λό­βαθ­μους α­ξιωμα­τι­κούς να συ­σκε­φθούν στη σκη­νή του Μου­στά­μπε­η, για να α­πο­φα­σί­σουν για την τη­ρη­τέ­α στά­ση, ε­νώ οι συ­γκε­ντρω­μέ­νοι α­πο­μα­κρύν­θη­καν και δια­λύ­θη­καν. Τό­τε ε­κεί, ο Κα­ρυο­φίλ­μπε­ης τους α­να­κοί­νω­σε, ό­τι ο Μου­στά­μπε­ης ή­ταν τραυμα­τι­σμέ­νος και βα­ριά α­σθε­νής, α­νή­μπο­ρος και ε­τοι­μο­θά­να­τος.

Η εί­δη­ση του ε­πι­κεί­με­νου θα­νά­του του Μου­στά­μπε­η δια­δό­θη­κε α­μέ­σως, με απο­τέ­λε­σμα να προ­κλη­θεί σύγ­χυ­ση και κα­τά­στα­ση α­πελ­πι­στι­κή σε ό­λο το στράτευ­μα.
Ό­ταν ό­λα αυ­τά συ­νέ­βαι­ναν, η σι­γα­νή βρο­χή, η ο­ποί­α εί­χε αρ­χί­σει α­πό τις 21 του μή­να και ε­ξα­κο­λου­θού­σε να πέ­φτει α­διά­κο­πα, με­τα­τρά­πη­κε σε πυ­κνό χιό­νι, το ο­ποί­ο, σε πε­ρί­που μί­α ώ­ρα, κά­λυ­ψε τα πά­ντα.
Την έ­κτη αυ­τή η­μέ­ρα της μά­χης, ο Μου­στά­μπε­ης πέ­θα­νε. Έ­τσι, οι υ­ψη­λό­βαθ­μοι ε­πι­τε­λείς και συ­νερ­γά­τες του, α­φού α­πέ­κρυ­ψαν το θά­να­τό του, α­πο­φά­σι­σαν να ζη­τή­σουν για δεύ­τε­ρη φο­ρά συν­θή­κη, προ­τεί­νο­ντας να ε­φαρ­μό­σουν ό­λους τους ό­ρους, ε­κτός α­πό την πα­ρά­δο­ση των χρη­μά­των και του ο­πλι­σμού. Ό­μως, ο Καρα­ϊ­σκά­κης ε­πέ­μει­νε στους ό­ρους της αρ­χι­κής συν­θή­κης και οι εκ­πρό­σω­ποι των Ο­θω­μα­νών ε­πέ­στρε­ψαν ά­πρα­κτοι και κα­τη­σχυμ­μέ­νοι, α­να­φέ­ρο­ντας την αρ­νητι­κή α­πά­ντη­ση των Ελ­λή­νων.

Η νύ­χτα της 23ης (ξη­μέ­ρω­μα 24ης) του μή­να πέ­ρα­σε με γε­νι­κή α­να­στά­τω­ση και έ­ντο­νες συ­ζη­τή­σεις, για τις συνθή­κες κά­τω α­πό τις ο­ποί­ες δια­βιού­σαν οι ε­γκλω­βι­σμέ­νοι και για­τί έ­βλε­παν, ό­τι το τρα­γι­κό τέ­λος τους πλη­σιά­ζει.

Έ­βδο­μη Η­μέ­ρα – 24η Νο­εμ­βρί­ου

Α­πό το πρω­ί άρ­χι­σε φο­βε­ρή θύ­ελ­λα. Ο δυ­να­τός βό­ρειος ά­νε­μος (ο Κα­τε­βα­τός) φυ­σο­μα­νού­σε ά­γριος και πα­γω­μέ­νος α­πό τις κο­ρυ­φές του Παρ­νασ­σού. Η χιο­νο­θύ­ελ­λα συ­νε­χι­ζό­ταν χω­ρίς βελ­τί­ω­ση του και­ρού και το χιό­νι σκέ­πα­ζε τα πά­ντα.

Τις πρώ­τες με­τα­με­σημ­βρι­νές ώ­ρες, οι ε­γκλω­βι­σμέ­νοι, μην έ­χο­ντας άλ­λη επι­λο­γή, ε­πι­χεί­ρη­σαν, μέ­σα στη χιο­νο­θύ­ελ­λα, να δια­σπά­σουν τον κλοιό, με κα­τεύ­θυν­ση βο­ρειο­α­να­το­λι­κή προς τα υ­ψώ­μα­τα της Μά­νας, α­πο­βλέ­πο­ντας να δια­φύγουν προς τη Μο­νή Α­γί­ας Ιε­ρου­σα­λήμ.

Σε αυ­τή την α­πέλ­πι­δα προ­σπά­θεια δια­φυ­γής των Ο­θω­μα­νών, οι Έλ­λη­νες ε­ξορμούν ε­να­ντί­ον τους με τα σπα­θιά, για­τί το χιό­νι εί­χε υ­γρά­νει την πυ­ρί­τι­δα και συ­νε­πώς η χρη­σι­μο­ποί­η­ση των ό­πλων ή­ταν α­δύ­να­τη.

Η κα­τα­δί­ω­ξη συ­νε­χί­σθη­κε μέ­χρι αρ­γά τη νύ­χτα και ό­σοι διέ­φυ­γαν προς τα υψώ­μα­τα και τις χα­ρά­δρες του Παρ­νασ­σού υ­πέ­στη­σαν κρυο­πα­γή­μα­τα. Αρ­κε­τοί από αυ­τούς, οι ο­ποί­οι κα­τόρ­θω­σαν να φθά­σουν στη Μο­νή Α­γί­ας Ιε­ρου­σα­λήμ, πέθα­ναν α­πό τις κα­κου­χί­ες.

Την ε­πο­μέ­νη, 25η του μή­να, ο Αρ­χι­στρά­τη­γος πε­ρι­ήλ­θε την πε­ριο­χή, ό­που έ­γι­νε η κα­τα­δί­ω­ξη και δια­πί­στω­σε το μέ­γε­θος της κα­τα­στρο­φής της ε­χθρι­κής δυ­νά­με­ως.
Ό­ταν ε­πέ­στρε­ψε στην Α­ρά­χω­βα, πή­γε στην εκ­κλη­σί­α του Α­γί­ου Γε­ωρ­γί­ου και προ­σευ­χή­θη­κε με ευ­λά­βεια. Με δά­κρυα στα μά­τια ευ­χα­ρί­στη­σε το Θε­ό και τον προ­στά­τη του Ά­γιο.

Α­πο­τε­λέ­σμα­τα

- Ο α­ντί­κτυ­πος της πε­ρί­λα­μπρης αυτής νί­κης ε­να­ντί­ον των Ο­θω­μα­νών ε­ξύ­ψω­σε το φρό­νη­μα των σκλα­βω­μέ­νων Ελ­λήνων, α­να­πτέ­ρω­σε το η­θι­κό των μα­χο­μέ­νων και τους έ­δω­σε ελ­πί­δα να συ­νε­χί­σουν τον Α­γώ­να της Α­νε­ξαρ­τη­σί­ας., μέ­χρι την τε­λι­κή δι­καί­ω­ση
- Ο Κα­ρα­ϊ­σκά­κης στην ε­πι­στο­λή – α­να­φο­ρά του προς την Ελ­λη­νι­κή Κυ­βέρ­νηση, με η­με­ρο­μη­νί­α 26 Νο­εμ­βρί­ου 1826, α­να­φέ­ρει συ­νο­πτι­κώς τα γε­γο­νό­τα της μά­χης, χα­ρα­κτη­ρί­ζο­ντας τη νί­κη ως την πιο ση­μα­ντι­κή της ε­πα­να­στα­τη­μέ­νης Ελ­λάδος, την ο­ποί­α α­πο­δί­δει, ό­χι μό­νο στην αν­δρεί­α και τον η­ρω­ι­σμό των α­γω­νι­στών, αλ­λά και στη βο­ή­θεια του Υ­ψί­στου.

Α­πώ­λειες

- Α­πώ­λειες Οθω­μα­νών

- Νε­κροί 1300. Με­τα­ξύ αυ­τών και οι Αρ­χη­γοί τους Κε­χα­γιά­μπε­ης (Υ­παρ­χηγός της Στρα­τιάς του Κιου­τα­χή), Μου­στά­μπε­ης, Κα­ρυο­φίλ­μπε­ης και Ελ­μάν­σμπεης.
- Τραυ­μα­τί­ες α­νε­ξα­κρί­βω­τος α­ριθ­μός.
- Αιχ­μά­λω­τοι 200.
- Πολ­λά λά­φυ­ρα, ση­μαί­ες, ο­πλι­σμός και λοι­πές α­πο­σκευές, κα­θώς και α­ριθ­μός ίπ­πων και η­μιό­νων πε­ρι­ήλ­θαν στους Έλ­λη­νες.

- Α­πώ­λειες Ελ­λή­νων
- Νε­κροί 24.
- Τραυ­μα­τί­ες 60.
- Εί­ναι πι­θα­νό, για λό­γους σκο­πι­μό­τη­τας ή α­πό έλ­λει­ψη ε­παρ­κών πλη­ρο­φο­ριών να μην εί­χαν α­να­φερ­θεί οι πραγ­μα­τι­κοί α­ριθ­μοί α­πω­λειών των Ελ­λή­νων και στους τραυ­μα­τί­ες να μην υ­πο­λο­γί­σθη­καν οι ε­λα­φρώς τραυ­μα­τι­σμέ­νοι.

Ε­ΠΙ­ΜΕ­ΤΡΟ

Α­να­φο­ρά προς την Ελ­λη­νι­κή Κυ­βέρ­νη­ση
(Α­πό­σπα­σμα)

Δύ­ο η­μέ­ρες με­τά την μά­χη της Α­ρά­χω­βας, στις 26 Νο­εμ­βρί­ου 1826, ο Κα­ρα­ϊ­σκά­κης υ­πέ­βα­λε προς την Ελλη­νι­κή Κυ­βέρ­νη­ση ε­πι­στο­λή - α­να­φο­ρά, στην ο­ποί­α κα­τα­λή­γο­ντας, ε­πι­ση­μαίνει:

«Ας πα­νηγυ­ρί­ση, λοι­πόν το Έ­θνος την λα­μπρο­τά­την νί­κην και ας δώ­ση δό­ξαν εις τον Ύψι­στον. Η νί­κη αυ­τή εί­ναι η ση­μα­ντι­κω­τέ­ρα της Ελ­λά­δος και θέ­λει φέ­ρει πολ­λά και με­γά­λα α­πο­τε­λέ­σμα­τα. Ελ­πί­ζο­μεν εις την Θεί­αν βο­ή­θειαν και εις την ευ­χήν της πα­τρί­δος και της σε­βα­στής η­μών Διοι­κή­σε­ως να κα­τα­δα­μά­σω­μεν τάχι­στα τον ε­χθρόν και να μα­ταιώ­σω­μεν δι’ ό­λου ό­λους τους ο­λε­θρί­ους αυ­τού σκο­πούς. Πέ­μπο­μεν ε­πί­τη­δες και τους Στρα­τη­γούς Γ. Α­γα­λό­που­λον, Γ. Βά­γιαν, Γιάν­νον Κου­τσο­νί­καν, αγ­γε­λού­ντας τα λα­μπρά ταύ­τα κα­τορ­θώ­μα­τα και πα­ρα­στή­σο­ντας τα κα­τά το στρα­τό­πε­δον.

Μέ­νο­μεν με το προ­σή­κον σέ­βας

Εκ του στρα­το­πέ­δου της Ρά­χω­βας 1826 Νο­εμ­βρί­ου 26

Ευ­πει­θείς πο­λί­ται
Γε­ώρ­γιος Κα­ρα­ϊ­σκά­κης
(Α­κο­λου­θούν 93 υ­πο­γρα­φές ο­πλαρ­χη­γών)»

Σύλ­λη­ψη Προ­δό­του

Ό­ταν ο Κα­ρα­ϊ­σκά­κης έ­στειλε τις ε­πι­στο­λές α­πό το Δί­στο­μο, προ­σκα­λώ­ντας τους ο­πλαρ­χη­γους στην Άμ­φισσα και στα χω­ριά γύ­ρω α­πό την Α­ρά­χω­βα, να σπεύ­σουν για ε­νί­σχυ­ση, προ­σκά­λεσε και τον Κο­μνά Τρά­κα, που βρι­σκό­ταν στο Κω­ρύ­κειο ά­ντρο με 150 στρα­τιώ­τες.

Ο Γ. Κρέ­μος γρά­φει σχε­τι­κώς: «Κα­τά δε την έ­ναρ­ξη της πολυ­κρό­του μά­χης (18-24 Νο­ε. 1826) της Α­ρά­χω­βας κα­τά του Μου­στά­μπε­η, ο χι­λί­αρ­χος Τράκας κα­τεί­χε με τη δια­τα­γή του Κα­ρα­ϊ­σκά­κη, την αυ­τήν ε­πί του Παρ­νασ­σού ο­δόν (την εξ Α­γό­ρια­νης εις Α­ρά­χω­βαν), εν η συ­νέ­λα­βε Χρι­στια­νόν, ό­στις ε­κό­μι­ζε πα­ρά του Μου­στά­μπε­η ε­πι­στο­λήν προς τους εν Αμ­φίσ­ση Τούρ­κους, εν η ού­τος εζή­τει βο­ή­θειαν, ό­πως λύ­σω­σι την κατ’ αυ­τού πο­λιορ­κί­αν των Ελ­λή­νων.

Τον γραμ­μα­το­κο­μι­στή τού­τον, έ­χο­ντα κε­κρυμ­μέ­νην την ε­πι­στο­λήν του Μουστά­μπε­η υ­πό τα πέ­δι­λά του (τσα­ρού­χια) ε­κρέ­μα­σαν οι Έλ­λη­νες ως προ­δό­την.
Εί­τα δε συ­νετά­χθη ο Τρά­κας εκ δυ­σμών εις τους λό­φους της «Κο­μού­λας» του υ­πε­ρά­νω της Αρα­χώ­βης (Α­νε­μω­ρεί­ας), τοις πο­λιορ­κού­σι τους ε­χθρούς Έλ­λη­σι και διέ­πρε­ψε και εν αυ­τή.»

Κίν­δυ­νος του Στρα­τάρ­χου

Την 20η Νο­εμ­βρί­ου, ό­ταν οι πο­λιορ­κού­με­νοι Τουρ­καλ­βα­νοί ε­πιχεί­ρη­σαν έ­ξο­δον κα­τά των θέ­σε­ων των πο­λιορ­κη­τών, έ­νας εξ αυ­τών βρέ­θη­κε για μια στιγ­μή πλη­σί­ον του Αρ­χη­γού Κα­ρα­ϊ­σκά­κη, με γυ­μνό το σπα­θί του και ρίχτη­κε ξαφ­νι­κά ε­να­ντί­ον του για να τον α­πο­κε­φα­λί­σει. Τη στιγ­μή ό­μως ε­κείνη, τον έ­σω­σε α­πό βέ­βαιο θά­να­το έ­νας α­κό­λου­θός του, ο στρα­τιώ­της Μά­ρα­θος από το χω­ριό Κο­μπο­τά­δες Φθιώ­τι­δος, που βρέ­θη­κε κο­ντά του και ο ο­ποί­ος πρό­φθα­σε και σκό­τω­σε τον Τούρ­κο σπα­θο­φό­ρο, πριν αυ­τός προ­λά­βει να κα­τε­βά­σει το σπα­θί του κα­τά της κε­φα­λής του Κα­ρα­ϊ­σκά­κη.

Έ­κτο­τε, ο Αρ­χη­γός α­νε­γνώ­ρι­ζε ως σω­τή­ρα του τον α­νω­τέ­ρω α­κό­λου­θό του. Το επει­σό­διο αυ­τό με­τα­δό­θη­κε βρα­δύ­τε­ρα στους α­πο­γό­νους Κα­ρα­ϊ­σκά­κη και Μάρα­θου, οι ο­ποί­οι έ­τρε­φαν με­γά­λη συ­μπά­θεια και α­γά­πη με­τα­ξύ τους.

Κα­τά­λο­γος Μο­να­χών Μο­νής Αγί­ας Ιε­ρου­σα­λήμ

Α­πό τον κα­τά­λο­γο του προσω­πι­κού της Μο­νής Α­γί­ας Ιε­ρου­σα­λήμ του έ­τους 1837 προ­κύ­πτει, ό­τι οι Μο­να­χοί της Μο­νής το έ­τος αυ­τό ή­ταν 27, α­πό τους ο­ποί­ους οι 23 βρί­σκο­νταν στη Μο­νή πριν α­πό το 1826, έ­νας δε α­πό αυ­τούς ή­ταν ε­πι­στά­της του Με­το­χί­ου και διέ­με­νε στους Δελ­φούς.

Στον κα­τά­λο­γο α­να­γρά­φε­ται και ο χρό­νος κα­τά τον ο­ποί­ο ο κα­θέ­νας α­πό αυτούς ε­ντά­χθη­κε στη Μο­νή ως Μο­να­χός.

Στον αυξ. Α­ριθ­μ. 12 α­να­φέ­ρε­ται το ό­νο­μα του Παφ­νού­τιου Χα­ρί­του, ο ο­ποί­ος την ε­πο­χή της μά­χης ή­ταν πράγ­μα­τι 22 ε­τών και ει­δο­ποί­η­σε τον Κα­ρα­ϊ­σκά­κη στο Δί­στο­μο, α­πε­σταλ­μέ­νος του η­γου­μέ­νου της Μο­νής, για την πα­ρου­σί­α, τη δύ­να­μη και το σχέ­διο του Μου­στά­μπε­η.

Διο­ρι­σμός Ο­πλαρ­χη­γού στην Α­ρά­χω­βα

Με­ρι­κές η­μέ­ρες με­τά τη μά­χη, ή­τοι την 1η Δε­κεμ­βρί­ου 1826, ο Κα­ρα­ϊ­σκά­κης ό­ρι­σε ο­πλαρ­χη­γό της Α­ρά­χωβας τον Α­ρα­χω­βί­τη α­γω­νι­στή Λου­κά Καλ­πού­ζο, με την πα­ρα­κά­τω δια­τα­γή του:

«Προς τον Κα­πε­τάν Λου­κά Καλ­πού­ζον.

Ε­πει­δή α­παι­τεί­ται η ε­κλο­γή ε­νός ο­πλαρ­χη­γού του χω­ρί­ου της Ρά­χω­βας, δια να ο­δη­γή­ση τα άρ­μα­τα αυ­τών και κα­τά κοι­νήν γνώ­μην των αρ­μά­των του χω­ρί­ου σου ε­κλέ­χθης συ ο­πλαρ­χη­γός των και την ε­κλο­γήν αυ­τήν την έ­θε­σαν εις την επί­κρι­σίν μου, δια τού­το ε­γκρι­θεί­σης και παρ’ ε­μού της ε­κλο­γής ταύ­της, δυνά­μει της υπ’ α­ριθ­μ. …. Δια­τα­γής της Σης Διοι­κή­σε­ως, διο­ρί­ζε­σε ο­πλαρ­χη­γός του χω­ρί­ου της Ρά­χω­βας.

Δια­τάσ­σε­σε λοι­πόν να συ­να­θροί­σης ε­κα­τόν ε­πι­λέ­κτους εγ­χω­ρί­ους στρα­τιώτας και να πα­ρευ­ρί­σκε­σε εις το δεύ­τε­ρον στρα­τό­πε­δον, δια να συ­να­γω­νί­ζε­σε με­τά των λοι­πών στρα­τευ­μά­των, ε­κτε­λών τα χρέ­η σου ε­ντε­λώς, ως και οι λοι­ποί ο­πλαρ­χη­γοί της Ε­παρ­χί­ας Λε­βα­δεί­ας.
Θέ­λεις δε λαμ­βά­νει τους στρα­τιω­τι­κούς μι­σθούς, δια τους υ­πό την ο­δη­γί­αν σου συ­στρα­τιώ­τας σου, ε­άν ή­θε­λε δω­θή μι­σθός και εις ό­λα τα λοι­πά στρα­τεύμα­τα του δευ­τέ­ρου στρα­το­πέ­δου, εφ’ ό­σον α­νή­κη, κα­θώς και οι λοι­ποί ο­πλαρ­χη­γοί.

Σοι δί­δε­τε προ­σέ­τι και το δι­καί­ω­μα να στρα­το­λο­γείς α­πό τα άρ­μα­τα του χωρί­ου σου ό­λους τους εγ­χω­ρί­ους στρα­τιώ­τας και να τους ο­δη­γής εις τας χρεί­ας της πα­τρί­δος, ό­ταν ή­θε­λε το κα­λέ­ση η χρεί­α.

Φι­λο­τι­μή­θη­τε λοι­πόν να φα­νής ά­ξιος της προς σε υ­πο­λή­ψε­ως των εγ­χω­ρί­ων σου και ε­μού, φυ­λά­των την α­παι­του­μέ­νην ευ­τα­ξί­αν των συ­στρα­τιω­τών σου.

Ο Γε­νι­κός Αρ­χη­γός
Κα­ρα­ϊ­σκά­κης

Τη 1η Δεκ. 1826 Ρά­χω­βα

Ό­τι ί­σον τω πρω­το­τύ­πω τω εν Παρ­τσί­ω

Τη 22 Ιου­λί­ου 1827

Ο ε­πί του Πολ. Γραμ. της Ε­πι­κρα­τεί­ας
Α. Βλα­χό­που­λος»


Η α­ντί­δρα­ση του Κιου­τα­χή

«Ο Κιου­τα­χής έ­μα­θε την κατά την Ρά­χω­βαν κα­τα­στρο­φήν των στρα­τευ­μά­των του και τό­σον ε­λυ­πή­θη, ώ­στε τρεις η­μέ­ρας έ­μει­νε σχε­δόν ά­σι­τος και έ­κλαιε α­δια­κό­πως. Έ­μα­θον τού­το οι εν τη Α­κρο­πό­λει πα­ρά τι­νός α­ξιο­πί­στου Έλ­λη­νος, δια­φυ­γό­ντος τους ε­χθρούς την 29 του πα­ρελ­θό­ντος μη­νός.

Ή­θε­λε να κι­νηθή και αυ­τός ο Κιου­τα­χής κα­τά των η­με­τέ­ρων εις Λε­βά­δειαν, αλ­λά η­μπο­δί­σθη πα­ρά των α­ξιω­μα­τι­κών του και ού­τως α­πέ­στει­λε έ­ναν Γκέ­καν πα­σάν με­τά 600 στρατιω­τών. Ού­τος ε­κτυ­πή­θη, εις Βε­λί­τσαν πα­ρά του Γε­νι­κού Αρ­χη­γού Κα­ρα­ϊ­σκά­κη».

Λό­γος του Σπυ­ρί­δω­νος Τρικού­πη
(Α­πό­σπα­σμα)

Ο Σπυ­ρί­δων Τρι­κού­πης, στις 28 Νο­εμ­βρί­ου 1826, κα­τά την ε­πι­νί­κια δο­ξο­λο­γί­α στον Ι. Να­ό της Πα­να­γί­ας στην Αί­γι­να, εκ­φώ­νη­σε αυ­το­σχέ­διο λό­γο, στον ο­ποί­ο, κα­τα­λή­γο­ντας, τό­νι­σε με έμ­φα­ση:

«Προ­σφέ­ρο­ντες τι­μήν και ει­λι­κρι­νή ευ­γνω­μο­σύ­νην προς τους α­θλή­σα­ντας και στε­φα­νω­θέ­ντας εις Α­ρά­χω­βαν, κα­τά την κδ΄ Νο­εμ­βρί­ου, οι ο­ποί­οι ε­φά­νη­σαν τα όρ­γα­να των με­γά­λων του ου­ρα­νού βου­λών, ας δώ­σω­μεν δό­ξαν και με­γα­λω­σύ­νην εις τον ου­ράνιον Πα­τέ­ρα, α­πό τον θρό­νον του ο­ποί­ου εκ­πο­ρεύ­ο­νται α­στρα­παί, βρο­νταί και φω­ναί και εν τη χει­ρί αυ­τού κρα­τεί την ρομ­φαί­αν την δί­στο­μον, την ο­ξεί­αν και ό­λοι με μί­αν καρ­δί­αν ας συμ­ψά­λω­μεν με­γα­λο­φώ­νως: Τις Θε­ός μέ­γας, ως ο Θεός η­μών; Συ ει ο Θε­ός, ο ποιών θαυ­μά­σια μό­νος».

Σημειώσεις και αναφορές

1 Γ. Τσε­βάς, Ι­στο­ρί­α των Θη­βών και της Βοιω­τί­ας, Η Μά­χη της Α­ρά­χω­βας, Α­θή­ναι 1928, σελ. 220.
«Την νύ­κτα της 22ας Νο­εμ­βρί­ου εκ του τουρ­κι­κού ο­χυ­ρώ­μα­τος η­κού­σθη­σαν πολ­λοί πυ­ρο­βο­λι­σμοί, ους οι Έλ­λη­νες α­πέ­δω­καν εις στρα­τη­γή­μα­τα των Τούρκων. Βρα­δύ­τε­ρον έ­μα­θον παρ’ αι­χα­μα­λώ­του Τούρ­κου, ό­τι την νύ­κτα ταύ­την οι Τούρ­κοι εί­δον ιπ­πέ­α δια­τρέ­χο­ντα τας τά­ξεις των, ε­πι­βαί­νο­ντα λευ­κού ίπ­που και κατ’ αυ­τού ε­πυ­ρο­βό­λουν. Οι Έλ­λη­νες ε­πί­στευ­σαν, ό­τι ή­το ο Ά­γιος Γε­ώργιος προ­στά­της του αρ­χη­γού των».
2 Ε. Νι­κο­λου­δά­κης κ. Κ. Λού­σκου, Η Μά­χη της Α­ρά­χω­βας κ.λπ., Έκδο­ση Δή­μου Α­ρά­χω­βας, Νο­εμ. 2000, σελ. 5.
3 Τ. Λάπ­πας, Κα­ρα­ϊ­σκά­κης ο Γιος της Κα­λο­γριάς, Εκ­δ. Ατλα­ντίς – Μ. Πε­χλι­βα­νί­δης & Σια, Α­θή­ναι, σελ. 78-79.
4 Δ. Αι­νιάν, Ά­πα­ντα Α­πο­μνη­μο­νεύ­ματα και Γ. Χα­ρί­τος, Η Μά­χη της Α­ρά­χω­βας κ.λπ., Εκ­δ. Δή­μου Α­ρά­χω­βας, Α­θή­ναι 2001, σελ 21-23 (Η μορ­φή αυ­τή του δια­λό­γου βα­σί­στη­κε στην α­φή­γη­ση του Δ. Αι­νιά­νος).
5 Ο α­πε­σταλ­μέ­νος του η­γού­με­νου της Μο­νής Α­γί­ας Ιε­ρου­σαλήμ ή­ταν ο Α­ρα­χω­βί­της Μο­να­χός Παφ­νού­τιος Χα­ρί­τος.
6 Δ. Αι­νιάν, Ά­πα­ντα Α­πο­μνη­μο­νεύ­μα­τα και Γ. Χα­ρί­τος, Η Μά­χη της Α­ρά­χω­βας κ.λπ., Α­θή­ναι 2001, σελ. 23-24.
7 Γ. Κρέ­μος, Η Ι­στο­ρί­α της Ελ­λά­δος, σελ. 917.
8 Γ. Κρέ­μος, Η Ι­στορί­α της Ελ­λά­δος, σελ. 917.
9 Δ. Αι­νιάν, Ά­πα­ντα Α­πο­μνη­μο­νεύ­μα­τα.
10 Χρ. Περ­ραι­βός, Α­πο­μνη­μο­νεύ­μα­τα Πο­λε­μι­κά, σελ. 200
11 Γ. Κρέ­μος, Ι­στο­ρία της Ελ­λά­δος, σελ. 917.
12 Ν. Σπη­λιά­δης, Α­πο­μνη­μο­νεύ­μα­τα, σελ. 154.
13 Ν. Σπη­λιά­δης, Α­πο­μνη­μο­νεύ­μα­τα, σελ. 154-155.
14 Χρ. Περ­ραι­βός, Πο­λε­μι­κά Α­πο­μνη­μο­νεύ­μα­τα, σελ. 201-202.
15 Χρ. Περ­ραι­βός, Πο­λε­μι­κά Α­πο­μνη­μο­νεύ­ματα.
16 Γ. Κρέ­μος, Ι­στο­ρί­α της Ελ­λά­δος, σελ. 919.
17 Χρ. Περ­ραι­βός, Πο­λε­μι­κά Α­πο­μνη­μο­νεύ­μα­τα, Έκ­δο­ση ΒΕΡ­ΓΙ­ΝΑ, Α­θή­να 1997, σελ. 270.
Γ. Χα­ρί­τος, Η Μά­χη της Α­ρά­χω­βας κ.λπ., έκ­δ. Δή­μου Α­ρά­χω­βας, Α­θή­ναι 2001, σελ. 37.
Σύμ­φω­να με την το­πι­κή πα­ρά­δο­ση, ο Μου­στά­μπε­ης βρι­σκό­ταν όρ­θιος σε έ­να βρά­χο στην α­να­το­λι­κή πλευ­ρά του Λό­φου και πυ­ρο­βο­λού­σε ε­να­ντί­ον των Ελ­λή­νων. Ε­κεί­νη την ώ­ρα, ο Α­ρα­χω­βί­της πο­λε­μι­στής Στερ­γί­ου ή Στέρ­γιος, ε­νώ βρι­σκόταν στο α­πέ­να­ντι της θέ­σε­ως του Μου­στά­μπε­η ελ­λη­νι­κό ο­χύ­ρω­μα, λε­γό­με­νο του «Βρά­χου του Κου­τρού­λη», το ο­ποί­ο α­πέ­χει πε­ρί­που 400 μ. α­πό τη θέση του Μου­στά­μπε­η, τον α­να­γνώ­ρι­σε α­πό το με­γα­λό­σω­μο α­νά­στη­μα και τον φαιό ε­πεν­δύ­τη , τον πυ­ρο­βό­λη­σε και τον τραυ­μά­τι­σε στο μέ­τω­πο. (Με τις συν­θή­κες αυ­τές, ώ­ρα 2 με­τά τα με­σά­νυ­χτα, σκό­τος α­πό­στα­ση, ή­ταν α­δύ­να­τη η α­να­γνώ­ρι­ση του Μου­στά­μπε­η και η ε­κτέ­λε­ση εύ­στο­χης βο­λής ε­να­ντί­ον του. Συ­νε­πώς, ο τραυμα­τι­σμός του προ­ήλ­θε α­πό βο­λί­δα ά­γνω­στου πο­λε­μι­στή).
18 Δ. Αινιάν, Ά­πα­ντα Α­πο­μνη­μο­νεύ­μα­τα & Χρ. Περ­ραι­βός, Πο­λε­μι­κά Α­πο­μνη­μο­νεύμα­τα, σελ. 204 & Γ. Κρέ­μος, Ι­στο­ρί­α της Ελ­λά­δος, σελ. 920.
19 Χρ. Περ­ραι­βός, Πο­λε­μι­κά Α­πο­μνη­μο­νεύ­μα­τα, σελ. 204 & Γ. Κρέ­μος, Ι­στο­ρί­α της Ελ­λά­δος,
σελ. 920.
20 Γ. Κρέ­μος, Ι­στο­ρί­α της Ελ­λά­δος (Μά­χη της Α­ρά­χω­βας).
21 Γ. Χα­ρί­τος, Η Μά­χη της Α­ρά­χω­βας κ.λπ., Έκδ. Δή­μου Α­ρά­χω­βας, Α­θή­ναι 2001, σελ.45.
22 Γε­νι­κή Ε­φη­με­ρίς της Ελ­λά­δος, α­ριθ. 10, 8-12-1826, σελ. 37-38.
23 Γε­νι­κή Ε­φη­με­ρίς της Ελ­λά­δος, α­ριθ. 10, 8-12-1826, σελ. 37-38.
24 Γε­νι­κά Αρ­χεί­α του Κρά­τους, Φά­κε­λος Α­ρι­στεί­ων αν­δρεί­ας κ.λπ. & Ε­θνι­κή Βι­βλιο­θή­κη, Ι­στορι­κό Αρ­χεί­ο Α­γω­νι­στών 1821 κ.λπ.
25 Γ. Χα­ρί­τος, Η Μάχη της Α­ρά­χω­βας κ.λπ., Έκ­δ. Δή­μου Α­ρά­χω­βας, Α­θή­ναι 2001, σελ. 46.
26 Γε­νι­κή Ε­φη­με­ρίς της Ελ­λά­δος, α­ριθ. 10, 8-12-1826, σελ. 37-38.
27 Γ. Κρέ­μος, Ι­στο­ρι­κά Ε­πα­νορ­θώ­μα­τα της Ε­πα­να­στά­σε­ως του 1821, Πε­ριο­δι­κόν «ΑΠΟΛ­ΛΩΝ», 1886-87, έ­τος Δ’, σελ. 732
28 Γε­νι­κή Ε­φη­με­ρίς της Ελ­λά­δος, 26-11-1827.
29 Γε­νι­κά Αρ­χεί­α του Κρά­τους, Φά­κε­λος Μο­νής Ιε­ρου­σα­λήμ.
30 Γε­νι­κά Αρ­χεί­α του Κρά­τους, Συλ­λο­γή Βλα­χο­γιάν­νη, Φά­κε­λος 35.
31 Γε­νι­κή Ε­φη­με­ρίς της Ελ­λά­δος, της 18-12-1826.
32 Γε­νι­κή Ε­φη­με­ρίς της Ελ­λά­δος, Αί­γι­να 1& 4-12-1826.

 http://www.e-e-e.gr

3 σχόλια:

  1. ειναι 185 χρονια και οχι 181 οπως γραφτηκε προφανως απο τον ''δαιμονα ''του διαδικτυου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ταλαίπωρος κάτοικος23 Νοεμβρίου 2011 στις 7:51 μ.μ.

    Λέτε μέχρι τότε να έχουν καθαρίσει τους δρόμους της Αράχωβας από τα σκουπίδια!???

    Αιώνιο άλυτο πρόβλημα με πολλές παρεμβάσεις και ημερίδες αλλά στην πράξη βρομάει παντού η Αράχωβα και οι Αραχωβίτες αν και βλέπουν οτι τα αυτοκίνητα καθαρισμού του Δήμου είναι άφαντα, συνεχίζουν να στοιβάζουν τα σκουπίδια τους έξω από τους κάδους. Ποντικοσκατά, στρώματα, εκατοντάδες σκαούλες με ότι πιο βρωμερό σε όλους τους κάδους πέριξ τους σχολείου και όχι μόνο! Και μέτα θέλουμε ανάπτυξη, ζητά ο Δήμος τέλη για ποιό λόγο? Μάλλον οι τόσες καταγγελίες μέσω των blogs δεν βοηθάνε. Μήπως να κάνουμε κάτι πιό ριζοσπαστικό, διότι οι κύριοι της δημοτικής αρχής δεν το θεωρούν πρόβλημα;

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Σχόλια σε greekglish δεν θα δημοσιεύονται