Ανδρούτσος, Καραϊσκάκης, Κολοκοτρώνης: Και οι τρεις αυτές μεγάλες μορφές της Επανάστασης κατηγορήθηκαν για προδότες και καταδικάστηκαν…
Γράφει ο Ελύτης στον «Προβολέα δ’» (Μικρός ναυτίλος, εκδ. Ίκαρος):
«Σκηνή δεύτερη: Μια ειδική επιτροπή που επέχει θέση Στρατοδικείου κατά δικάζει το Γεώργιο Καραϊσκάκη ως “επίβουλον και προδότην της πατρίδος”…».
-Η καταδίκη του Καραϊσκάκη….
Όπως και ο Οδυσσέας Ανδρούτσος έτσι και ο Γεώργιος Καραϊσκάκης δεν υποτασσόταν στις διαταγές της κεντρικής κυβέρνησης και ήθελε να του δώσουν το αρματολίκι των Αγράφων. Κατηγορήθηκε ότι είχε μυστικές επαφές με τους Τούρκους και υπάρχει και γι αυτόν καταδικαστική απόφαση για προδοσία.
Πρωταγωνιστής για την παραπομπή του σε δίκη ήταν ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος.
Τον πέρασαν, λοιπόν, από στρατοδικείο και στην απόφασή του αναφέρονται περιληπτικά τα εξής:
«Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης επειδή απ’ αρχής ευρέθη σύντροφος των αρμάτων εις τον ιερόν υπέρ της ελευθερίας αγώνα, η πατρίς τον ετίμησε με αξιώματα. Πώς εφέρθη όμως έως την εκστρατεία του Σκόνδρα είναι γνωστόν εις όλους. Μ’ όλον τούτο η πατρίς παρέβλεψε τα σφάλματά του διά να τον τραβήξη εις μεταμέλειαν…. Αλλ’ αυτός δεν εφέρθη ως πατριώτης και ως χριστιανός. Αυθαδίασε να πιάση άρματα εναντίον της πατρίδος… Εξηγήθη δε και εις πολλούς ότι θέλει εμβάσει Τούρκους εις την πατρίδα… Η επιτροπή (τόπον επέχουσα στρατιωτικού δικαστηρίου) έλαβε τέλος πάντων πολλά διδόμενα διά να γνωρίση αυτόν επίβουλον της πατρίδος και προδότην.
Επειδή όμως η πατρίς αγαπά τα τέκνα της και μακροθυμεί δια να τα απελευθερώσει από την απάτην και να τα φέρει εις μετάνοιαν,… απεφασίσθη και εδόθη προσταγή προς τον αυτόν Καραϊσκάκην να αναχωρήση αμέσως απ’ εδώ, μ’ όλον που είναι και ασθενής, όστις και ανεχώρησε σήμερον. Αν μετανοήση αληθώς και αν επιστρέψη εις τα χριστιανικά και ελληνικά χρέη του, η πατρίς θέλει λάβει την ευχαρίστησιν ότι τον εκέρδισεν, ειδέ επιμείνη εις την κακίαν του, ας όψεται. Σεις δε, αδελφοί, ειδοποιείσθε δια του παρόντος, ότι ο Καραϊσκάκης είναι διωγμένος από την πατρίδα, … μάλιστα εστερήθη όλων των βαθμών και αξιωμάτων ως αμαρτήσας….».
Ο Καραϊσκάκης ύστερα από την παραπάνω απόφαση έμεινε σχεδόν μόνος, όλοι τον περιφρονούσαν και τον πολεμούσαν, γι αυτό αναγκάστηκε να ζητήσει συχώρεση από το Μαυροκορδάτο και την κυβέρνηση:
«Δεν ξέρω, έγραφε, αν είναι από τα κρύα τα πολλά οπού αρρώστησα πάλιν, ή από τους αφορισμούς οπού μου εκάματε, και σε παρακαλώ να να με συγχωρήση η διοίκησις και όλοι οι χριστιανοί και να μου σταλή συγχωρητική ευχή από τον αρχιερέα» (Τρικούπη, Γ’, 95).
Ο Μαυροκορδάτος δεν τον συγχώρεσε και του απάντησε αρνητικά. Όταν όμως, γράφει ο Γιάννης Κορδάτος, έπεσε στα πόδια της κυβέρνησης αμνηστεύτηκε.
Ο θάνατος (ή δολοφονία?) του Καραϊσκάκη…
Στις 24 Γενάρη 1827 ο Άγγλος στρατηγός Γκόρντων με 2.300 άντρες και 15 κανόνια αποβιβάστηκε στην παραλία του Πειραιά. Επίσης η κυβέρνηση διέταξε και τον Καραϊσκάκη να στήσει το στρατόπεδό του στο Κερατσίνι.
Ο Καραϊσκάκης ήταν της γνώμης να μη γίνει κατά μέτωπο επίθεση, αλλά ν’ αποκλειστεί από στεριά και θάλασσα ο Κιουταχής οπότε φα αναγκαζόταν να φύγει. Οι Εγγλέζοι όμως αρχηγοί αποφάσισαν να ενεργήσουν κατά μέτωπο επίθεση. Ημέρα της επίθεσης ορίστηκε η 23 του Απρίλη. Την παραμονή όμως ο Καραϊσκάκης πληγώθηκε βαριά στα νεφρά, μετακομίστηκε στο πλοίο του Τσωρτς και την άλλη μέρα πέθανε.
Και το μεγάλο ερώτημα παραμένει αξεδιάλυτο: Οι Τούρκοι τον πυροβόλησαν ή κάποιος Έλληνας όργανο του Κιουταχή ή του Κόχραν ή του Μαυροκορδάτου; Στο ερώτημα αυτό δεν μπορεί να δοθεί απάντηση, γιατί οι πηγές που έχουμε είναι θολές.
Ο Δημήτρης Φωτιάδης στο βιβλίο του «Καραϊσκάκης» (σελ. 452-455), όπου είναι συγκεντρωμένη όλη η σχετική βιβλιογραφία αποφαίνεται: «Ο Καραϊσκάκης έπεσε θύμα της εγγλέζικης πολιτικής στην Ελλάδα κ’ εμπνευστές της σατανικιάς δολοφονίας του στάθηκαν ο Κόχραν, ο Τσωρτς κι ο Μαυροκορδάτος».
«Όταν το θλιβερό μαντάτο του θανάτου του Καραϊσκάκη έφτασε στη Συνέλευση της Τροιζήνας ήταν σα να τους χτύπησε αστροπελέκι. “Ουδείς ήνοιγε τα χείλη του”, γράφει ο Ν. δραγούμης, “ουδείς εύρισκε λόγους ίνα ερμηνεύσει το άλγος της καρδίας αυτού, ουδείς είχεν ιδέαν τι ΄΄επρεπε να γίνη μετά τον θάνατο του μεγάλου στρατηγού (…) Φωνή γοερά, φωνή ανδρών και γυναικών αντηχήσασα κατά την Τροιζίνιαν ακτήν, συνανεμίγη μετά των οδυρμών των απέναντι κατοίκων του Πόρου, και ουδείς συγκατένευε να παρηγηρηθή, προαισθανόμενος ίσως την προσεχή κατά το Φάληρον συμφοράν”» (Δ. Φωτιάδη, Καραϊσκάκης, Πολιτικές και λογοτεχνικές εκδόσεις, 1958).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια σε greekglish δεν θα δημοσιεύονται