Μαυρόπουλος Χρίστος
Ξόδεψα τη ζωή μου αφήνοντας τις σκέψεις μου να στραταρίζουν κάθε τόσο με το καλέμι στο χαρτί.
Συλλογές μου άλλοτες φτωχικές κι άλλοτες εμορφοστολισμένες με
τα γεννήματα του νου, του χτες τα καμώματά μας, του σήμερα τις ελπίδες
μας, του αύριο τα όνειρά μας.
Και δεν απόστασα ποτές, μονέ αγάπησα ετούτο το μακρινό ταξίδι
ανάμεσα στου κόσμου τις φυλές, τα χούγια, την ειρήνη, τους πολέμους, τη
φτώχεια και των παιδιών τα μάτια, τα ανακλαημένα.. Και δεν βαγιέστησα
το νυχτοπλουμισμένο ουρανό, της μέρας τον αχό, τα πουρπουλίσματα των
δειλινών και των ανθρώπων τις φωτοσυρμές και τις παραξενιές.
Ξεσκόλισα στορήματα και γνώσεις αρκετές, τους στρατοκόπους
της ζωής για να νογήσω και στα μεγάλα όργητα, σεμνόπρεπα να κουμαντάρω
της καρδιάς μου τον αναβρασμό!
Της πέτρας γιος, στου ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ και στης ζωής τις στράτες, στης μοναξιάς τους δρόμους και του ασκηταριού.
Στον τόπο μου τον ευλογημένο "ασκηταριό", μες στον πολιτισμό,
στους ξενομπάτες, στις παραδόσεις, με συντροφιά το γερασμένο πλιόνε
ΑΡΓΟ και τον ΤΗΛΕΜΑΧΟ που ακόμα βοσκάει το κοπάδι του, μακραγναντεύοντας
απ' τις κορφές του ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ, τη λαμπερή φωτιά στο ΑΡΑΧΝΑΙΟ, στων
ΜΥΚΗΝΩΝ το βράχο, περίπλουτος ελπίδων, πως όπου νάναι θε να γυρίσει κι ο
πατέρας του.
Και θράκωσε με τον καιρό η φωτιά, γύρισε ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ, έφαγαν
οι μνηστήρες κι αγάλι-αγάλι πλήθιαναν του τόπου τα καλούδια και το
χρυσάφι της ΑΘΗΝΑΣ έντυνε πλιο τ' αγάλματα! Αντρώνονταν, θεριεύανε οι
πολιτείες κι εχθρεύονταν η μια την άλλη, κάποιοι χορτάσανε το μέλανα
ζωμό, χρόνους πολλούς, συγκρατηχτούς και στα μαρμαρένια θέατρα στορήματα
και παραστάσεις ξεχωριστών γραφιάδων!
Ο Μέγας των καιρών ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ, μάχη τη μάχη ξεπερδίκιζε στην
μεγάλη εκστρατεία και φως απλώνονταν μα και πολιτισμός, ανάμεσα στα
συδαυλίσματα αλλόθρησκων Λαών και αλλοφύλων.
Στα χρόνια των ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΩΝ και των ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ δασκάλων,
αχτινοβόλησαν το πνεύμα και οι τέχνες, δώρο σε Ογρωπαίους, Ασιάτες,
Αφρικανούς, στη δύση των δύσκολων καιρών.
Κι ότε που νύχτωσε, στα μαύρα χρόνια της Τουρκοκρατίας και οι
πασάδες, οι τσιφλικάδες διαφέντευαν τον ΤΟΠΟ, τότενες διψασμένοι για το
δίκιο μ, τα πολεμάρματα αδράμε και γένηκε λευτεριά και δικαιοσύνη...
Και τώρα εγώ, στα γέρσιμο του ήλιου, σήμερα που με βιασύνη
αλλά και περηφάνεια πρόστρεξα στις αρχαϊκές ρίζες της ταυτότητάς μου...
Πρέπει, λέει, ν' αποφασίσω, με αφορμή τις αμαρτίες
αρχοντοκεφαλάδων, πολιτικών κουζουλών του ΤΟΠΟΥ μας, με ψήφο και με
ασπασμό, να γίνω ΟΓΡΩΠΑΙΟΣ για να σωθώ!
Σε μια ΟΓΡΩΠΗ, κατά τον Β. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗ, "με γαλατερές ομίχλες,
μ' απόκοσμα χωριά, βουνά με έλατα, με ψάρεμα της ρέγγας, τη μοναξιασμένη
ζωή τύπων παράξενων που είναι μαζί και θερμοί και συγκρατημένοι..."
Σε μια ΟΓΡΩΠΗ με τη μεγάλη κάσα της γιομάτη με φλουριά..!
Εγώ ο ΕΛΛΗΝΑΣ πολίτης, "μιας Πατρίδας μελαψής και παράφορης
του Νοτιά, με τις αστραποβόλες γαλάζιες θάλασσες, το διαυγές κλασσικό
πνεύμα και τον Χριστιανισμό του νησιώτη ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ.."
"Εγώ, ο κατά το Ν. ΒΡΕΤΤΑΚΟ, σε λίγο απερχόμενος
ο βαθιά ευτυχής και "περιθωριακός",
εγώ να είμαι και να παραμείνω απ' το χώμα σου..
Δεν γνωρίζω αν με όσα είπα
το χρέος εξοφλώ της φιλοξενίας σου...
Και τώρα ιδού με το ίδιο
αυτό χέρι που έγραφε τους στίχους στο φως
παίρνω χώμα απ' το χώμα σου..."
"Πατρίδα μου ιδιαίτερη",
σε φιλώ και σου εύχομα ζωή
εσαεί, φως εσαεί, λόγο εσαεί
εγώ ο τρισχιλιο-μυριοστός
σου μικρός νιος..."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια σε greekglish δεν θα δημοσιεύονται