Δευτέρα 8 Αυγούστου 2011

Φυματίωση και ρεμπέτικο τραγούδι



http://i47.abimg.gr/rempetiko600_128838_23619r.jpg

Το ρεμπέτικο τραγούδι σαν έκφραση του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού είναι είδος του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού. Αναπτύσσεται πρώτα σε περιθωριακές ομάδες. Μετά τη μικρασιατική καταστροφή παραλαμβάνεται και αναπτύσσεται από τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα, των προσφύγων αρχικά, με την πληθώρα των προβλημάτων που τους απασχολούσαν. Τα προβλήματα αυτά αποτέλεσαν υλικό για το ρεμπέτικο.
Γ. Εμ. Δρακωνάκης
Πνευμονολογικό τμήμα, ΚΥ Νοσοκομείο Σητείας Κρήτη Ιατρική 2004, 85(5)  απόσπασμα
…Φυματίωση και ρεμπέτικο τραγούδι
Η φυματίωση είναι μια λοιμώδης νόσος που προσβάλλει όλα τα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Ιδιαίτερα προσβάλλει τα άτομα των χαμηλότερων εισοδηματικά στρωμάτων και αυτά με κακές συνθήκες διαβίωσης, παράγοντες που επηρεάζουν δυσμενώς και την πρόγνωση της νόσου. Η φυματίωση δεν άφησε αδιάφορους αυτούς που ανάπτυξαν το ρεμπέτικο τραγούδι, που ανάδειξαν με το τραγούδι τους αυτά ποικιλία θεμάτων και που είδαν να χάνονται συγγενείς, φίλοι, συνεργάτες. Καμιά άλλη νόσος δεν τραγουδήθηκε τόσο πολύ στο ρεμπέτικο τραγούδι, όσο η φυματίωση. Η πρώτη προσέγγιση της δισκογραφίας του ρεμπέτικου εντόπισε περίπου σαράντα τραγούδια κατά τη περίοδο 1925-1955 με θεματολογικό περιεχόμενο τη φυματίωση. Το ρεμπέτικο δεν κατονομάζει ποτέ τη φυματίωση, αφού αποφεύγει τις λέξεις που δημιουργούν έντονα δυσάρεστα συναισθήματα, υιοθετούνται οι γενικότερα χρησιμοποιούμενοι από το λαό όροι φθίση, χτικιό, μαράζι, μεράκι.

Αν και ο Koch R είχε ανακαλύψει το μυκοβακτηρίδιο της φυματίωσης το 1882 και τα ρεμπέτικα του χτικιού γράφτηκαν πολύ αργότερα, η αιτιολογία της νόσου δεν απηχείται στα τραγούδια. Όταν αρρωστήσει κανείς από φυματίωση, η αιτία είναι το «γραπτό» ή η τιμωρία.
Στα ρεμπέτικα αναφέρονται τα συμπτώματα της φυματίωσης, βήχας, αιμόπτυση, βαθμιαία απίσχνανση, πολύ παραστατικά» Η βαθμιαία απίσχνανση και η καχεξία από τη νόσο αναφέρονται στους στίχους ως το σώμα που λειώνει σαν κερί, που μαραίνεται σαν ανθός, που φυλλορροεί σαν το μαραμένα φύλλα. Αναφέρονται επίσης « χώροι όπου εξελισσόταν το δράμα, ως και η κατάληξη της, ο θάνατος. Όλα τα τραγούδια του χτικιού αναφέρονται στο θάνατο που θα έρθει σαν αποτέλεσμα της μοίρας, στο τέλος μιας βασανιστικής πορείας. Ο θάνατος είναι αποδεκτός ως η μοναδική απαλλαγή από τη νόσο, με αποτέλεσμα να προβάλλεται μια κοινή για την εποχή αλήθεια, το ανίατο της νόσου. Η χρονική περίοδος της νόσου που αναφέρεται στα τραγούδια είναι αυτή αμέσως πριν το θάνατο του ασθενούς.
Το ρεμπέτικο τραγούδι περιγράφει την απελπισία, την αγωνία, τη μοιρολατρία, το αίσθημα αδικίας σε ένα νέο άνθρωπο που πάσχει από θανατηφόρο νόσημα. Είναι κοινή αντίληψη πως αν ο ηλικιωμένος άνθρωπος πεθαίνει άρρωστος, ο νέος κτυπιέται πάντα άδικα από μια νόσο που είναι θανατηφόρος.
Αναφαίνεται από το φθισικό ένα αίσθημα ενοχής και η κοινωνική στάση επιβάλλει την απόκρυψη του νοσήματος του. Ο στιγματισμός του φθισικού από τη νόσο ακολουθεί τον άρρωστο, έτσι που προτιμά να αρνηθεί και το θάνατο του ακόμη, χάριν μιας υγιούς κοινωνικής αποκατάστασης.
Αν και υπάρχουν τραγούδια με αναφορές στο φίλο ή στους φίλους που παραστέκουν, η συμπαράσταση φαίνεται να είναι τελικά έργο της μάνας, αφού στην Ελλάδα η μητέρα είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό άτομο, με άμεση σχέση με τη ζωή, την αρρώστια, το θάνατο. Οι αναφορές είναι ποικίλες, τρυφερές, οδυνηρές. Στο ρεμπέτικο δε ν υπάρχει αναφορά στον πατέρα.
3.1. Αμανέδες ή μανέδες
Τα πρώτα ρεμπέτικα τραγούδια με θεματολογικό περιεχόμενο τη φυματίωση εμφανίζονται σαν αμανέδες ή μονέδες, με τη μορφή δεκαπεντασύλλαβων δίστιχων, στη Μικρά Ασία και ιδιαίτερα στην περιοχή της Σμύρνης. Αναφορές στη φυματίωση ευρίσκονται στους αμανέδες (σε παρένθεση ο χρόνος ηχογράφησης σε περίπτωση που είναι γνωστός, ενώ όταν υπάρχουν περισσότεροι του ενός αμανέδες με τον ίδιο τίτλο παρατίθεται και ο συνθέτης):
- Ραστ μαχούρ αμανές – Πολλοί έχουν πόνο και πονούν (1928)
- Ραστ Νεβά – Φθισικός αμανές (1928)
- Φθισικός αμανές – Μάνα μου είμαι φθισικός του Ατραϊδη Δ (1928)
- Το γκαζέλι τον φθισικού (1928)
- Μανές Ραστ – Το φθισικό. Μάνα μου είμαι φθισικός του Καρίπη Κ (1929)
- Τα βάσανα του φθισικού (1929)
- Φθισικός αμανές – Ωσάν το νεκρικό κορμί (1929)
- Καδίφης (1930)
- Σουζινάκ αμανές – Φθίνω κι η φθίση προχωρά (1930)
- Ραστ Αμανές – Μάνα μου είμαι φθισικός του Θωμαίδη Κ (1930)
- Ραστ Νέβά Αμανές – Ο φθισικός του Σωφρονίου Ε (1930)
- Ο φθισικός της Φραντζεσκοπουλου Μ (1930)
- Το βάσανο του φθισικού (1930)
- Το φθισικό κορίτσι του Νταλγκά Α (1931)
- Ο πόνος του φθισικού (1931)
- Ο καημός του φθισικού (1931)
- Το φθισικό κορίτσι του Τομπουλη Α 0932}
- Ο φθισικός του Κασιμάτη Ζ (1933)
- Ο φθισικός αμανές: Μάνα μου ρίζωσε βαθιά (1936)
- Ραστ Αραβί Αμανές
- Φθισικός της Εσκενάζυ Ρ.
3.2. Χαρακτηριστικά δείγματα
Μαράζωσα (μανούλα μου)
Μαράζωσα μανούλα μου και σαν κεράκι λιώνω…
Μανούλα βήχω και πονώ..
… Τέτοιο μαράζι μάνα μου, που έχω αποχτήσει,
το πήρα πια απόφαση μια μέρα θα με σβήσει…
Ζεϊμπέκικο που ο χρόνος ηχογράφησης του δεν είναι γνωστός και που αναφέρεται στα συμπτώματα και στο τότε ανίατο της νόσου
Τα πεύκα της Πεντέλης
Το ζεϊμπέκικο αυτό ηχογραφήθηκε το 1934. Δεν γίνεται άμεσα μνεία για το ότι ο ήρωας του τραγουδιού πάσχει από φυματίωση, αλλά συνάγεται από τα συμπτώματα που αναφέρονται, βήχας και αιμόπτυση και την παραμονή του για θεραπεία στην πευκόφυτη Πεντέλη, στο σανατόριο. Στο ρεμπέτικο τραγούδι γενικά αναφέρονται τοπωνυμία, δεν γίνεται αναφορά στο σανατόριο, αφού και αυτό προκαλεί έντονα δυσάρεστα συναισθήματα και ισχύει για την αποφυγή αυτής της αναφοράς ότι σχολιάσθηκε προηγούμενα και για τη φυματίωση:
Η μόνη μου παρηγοριά στα πεύκα της Πεντέλης
ειν’ ο γιατρός που με κοιτά, μάνα μου μη σε μέλει.
Μάνα μου, βήχας μ’ έπιασε, αίμα βγάζει το στόμα,
πότε, Θεέ, το σώμα μου θ’ αναπαυτεί στο χώμα;…
Η φθισικιά
Ζεϊμπέκικο που ηχογραφήθηκε το 1934.
Μάνα μου για πες μου – Φθισικός
Ηχογραφήθηκε το 1936.
Εάν δεν ήσουν φθισικιά
Ηχογραφήθηκε το 1936.
Η μόνη μου παρηγοριά
Ηχογραφήθηκε το 1937.
Μες της Πεντέλης τα βουνά
Και σε αυτό το ρεμπέτικο αποφεύγεται η άμεση αναφορά στο σανατόριο, όπου ευρίσκεται για θεραπεία ο φθισικός, που για αυτόν ο θάνατος είναι αναπόφευκτος και αναφέρεται η πευκόφυτη Πεντέλη σαν τόπος διαβίωσης-θεραπείας:
Μεσ’ της Πεντέλης τα βουνά, στα πεύκο τριγυρίζω,
το χάρο ψάχνω για να βρω, μα δεν τόνε γνωρίζω…
Με βλέπει και χαμογελά κι αρχίζω πια να σβήνω,
μου λέει με δυνατή φωνή, σε παίρνω δε σε αφήνω.
Αρρώστησα μανούλα μου
Ζεϊμπέκικο που ηχογραφήθηκε το 1947. Φαίνεται από τους στίχους ότι έχει γίνει κατανοητή η μολυσματικότητα της νόσου και ο φόβος για τη μετάδοση της είναι τόσο μεγάλος, ώστε ο φυματικός να απομονώνεται και από τους φίλους του:
…Από μακριά οι φίλοι μου περνάνε κι αρωτούνε,
τι κάνω και πως, βρίσκομαι και με παρηγορούνε…
…Αρρώστησα και δεν μπορώ και λιώνω απ’ το μεράκι.
Του πόνου το ποτήρι
Ζεϊμπέκικο που ηχογραφήθηκε το 1949:
.Χάρε, με το δρεπάνι σου, έμπα στο φτωχικό μου,
μόνο το μνήμα το βαθύ θα γιάνει το χτικιό μου,
Πέφτουν τα φύλλα απ’ τα κλαριά
Ζεϊμπέκικο που ηχογραφήθηκε το 1952, όπου έχει διεισδύσει ο λαϊκός θρύλος πως, τάχα, οι φυματικοί πεθαίνουν το φθινόπωρο.
…και μένα το κορμάκι μου το τρώει το μαράζι..
…ετούτο το φθινόπωρο για πάντα πια με χάνεις..
Βρήκαν γιατροί το φάρμακο
Το 1943 εισήχθη στη θεραπεία της φυματίωσης το πρώτο αντιβιοτικό με αντιφυματική δράση, η στρεπτομυκίνη και ακολούθησαν τα αντιφυματικά φάρμακα παρααμινοσαλικυλικό οξύ το 1946 και ισονιαζίδη το 1951. Σε αυτό το ρεμπέτικο τραγούδι που ηχογραφήθηκε το 1952, φαίνεται κάποιος βαθμός αισιοδοξίας του φυματικού για επιβίωση.
«Τα φθισικά»
Λίγο μετά το 1930 επανηχογραφούνται στις ΗΠΑ ομάδα δεκατριών ρεμπέτικων που αναφέρονται στη φυματίωση, η πλειονότητα των οποίων είχε ηχογραφηθεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Μόνο τρία από αυτά (το «Μάνα μου είμαι φθισικός», το «Δως μου πίσω τα λουλούδια» και το «Χαμπάχ μανές») ηχογραφούνται για πρώτη φορά στις ΗΠΑ. Ο κόσμος για να ξεχωρίσει αυτή την ομάδα ρεμπέτικων με κοινό θέμα τη φυματίωση από άλλα τραγούδια που ηχογραφήθηκαν στις ΗΠΑ, τους προσάπτει το προσωνύμιο «Τα φθισικά»:
Ο καημός του φθισικού:
Αμανές, όπου εκφράζεται ο καημός του φθισικού.
Ραστ (Μάνα μου είμαι φθισικός): Αμανές όπου εκφράζεται ο καημός του φθισικού. Ο τραγουδιστής βήχοντας μιμείται το βήχα του φθισικού.
Μάνα μου είμαι φθισικός:
Μαντολινάτα με στοιχεία επτανησιακής διαλέκτου, που αναφέρεται και στη μολυσματικότητα της φυματίωσης με το φθισικό να προτρέπει με τρυφερότητα τη μάνα του να προσέχει τον άλλο του αδερφό για να μη μολυνθεί κι αυτός:
Μάνα μου είμαι φθισικός, έχω μεγάλη φθίση
φύλα τον άλλο αδερφό μάνα να μη κολλήσει
Μάνας σαμπάχ (τα πάθη μου θα γιατρευτούν):
Ο φθισικός εκφράζει με παράπονο σε αυτό τον αμανέ την πεποίθηση ή του ότι θα απαλλαγεί από την ταλαιπωρία της φυματίωσης με το θάνατο, μη περιμένοντας θεραπεία:
Τα πάθη μου θα γιατρευτούν στην υστερνή πνοή μου
και τότε θα αναπαυθεί για πάντα το κορμί μου.
Στα πεύκα και στα έλατα:
Αργό ζεϊμπέκικο όπου δε γίνεται και πάλι άμεσα μνεία για το ότι ο ήρωας του τραγουδιού πάσχει από φυματίωση, αλλά συνάγεται από το συνεχές αδυνάτισμα του, φυλλορροή όπως παρομοιάζεται και την παραμονή του για θεραπεία στην πευκόφυτη Πάρνηθα, σε κάποιο σανατόριο, που δεν αναφέρεται όμως, ισχύοντας ότι και στο τραγούδι «τα πεύκα της Πεντέλης»:
Τα νιάτα δεν τα χόρτασα, δεν θέλω να πέθανω,
σαν τον ανθό μαράθηκα-μανούλα μου και δεν μπορώ να γιάνω.
Αχ, βλε-πω τα φύλλα απ’ τα κλαδιά να πέφτουν μαραμένα
κι όταν τα βλέπω σκέφτομαι-μανούλα μου πως μοιάζουν σαν κι εμένα.
Αχ, στα πεύκα και στα έλατα μου’ πανε πως θα γιάνω,
γι’ αυτό πήγα στη Πάρνηθα-μανούλα μου το πόνο μου να γιάνω
-και στην κορφή απάνω.
Ραστ μαχούρ (Όλοι με λένε φθισικό):
Άλλος αμανές όπου εκφράζεται και πάλι ο καημός του φθισικού.
Σαν πεθάνω βρε μανούλα…(Ο φθισικός):
Ζεϊμπέκικο όπου ο τραγουδιστής ενδιάμεσα στους στίχους ξερόβηχε, μιμούμενος το βήχα των φυματικών, που ήταν πασίγνωστος. Η φυματίωση μνημονεύεται σαν νόσος του έρωτα και του ανεκπλήρωτου πόθου;
…Σαν πεθάνω βρε μανούλα,
μίλα στη γειτονοπούλα,
πες της πως γι’ αυτήν πεθαίνω
αχ, και στον Άδη κατεβαίνω…
…Μάνα μου το παν οι γιατροί πως έχω φθίση,
δεν μπορεί, μανούλα μου, Ο βήχας να με αφήσει
Αρκετά από το ρεμπέτικα έχουν δανειστεί στίχους από τα δημοτικά τραγούδια. Ο δανεισμός αυτός παρατηρείται και στο ρεμπέτικα που αναφέρονται στη φυματίωση, όπως σε αυτό το ρεμπέτικο που οι στίχοι του σχεδόν ταυτίζονται με το δημοτικό τραγούδι από την περιοχή της Μακρυνίτσας «Του φυματικού νέου».
Ο χάρος πλησιάζει:
Στο ζεϊμπέκικο αυτό στη λέξη «νύχτωσε» εκφράζεται έντονα η απαισιοδοξία του φθισικού, που περιμένει το θάνατο:
Νύχτωσε. Μανούλα μου στο λέω δε μπορώ
το στήθος μου πονεί κι ο βήχας με ταράζει
μ’ αφήνει η ζωή ο κι ο χάρος πλησιάζει
Δως μου πίσω τα λουλούδια:
Μια από τις σπάνιες περιπτώσεις που η φυματίωση αναφέρεται σε καρσιλαμά στο ρεμπέτικο τραγούδι.
Λειώνει το κορμί μου λιώνει:
Στο ζεϊμπέκικο αυτό εκφράζεται έντονα η ταλαιπωρία και η απαισιο¬δοξία του φθισικού:
Λειώνει η καρδιά σα το κερί και το κορμί στραγγίζει.
…μου λεν πως θα βρω γιατριά στο τάφου μου το πάτο…
…χρόνια τώρα τυραννιέμαι και πικρά ταλαιπωριέμαι
Τα κυπαρίσσια στέκονται:
Σε αυτό το αργό ζεϊμπέκικο εκφράζεται η απελπισία για τον νέο που κτυπιέται και χάνεται άδικα ,όπως προαναφέρθηκε, από μια θανατηφόρο νόσο:
….μέσα στη νιότη χάθηκε τι άδικο τι κρίμα…
…κλάψε τα νιατα που στη γη βαθειά θα ξεχαστούνε…
Μελετώντας το ρεμπέτικα τραγούδια για τη φυματίωση, διαπιστώνει κανείς ότι όταν χορεύονται, στη συντριπτική πλειοψηφία ακολουθούν ρυθμό ζεϊμπέκικου και κανένα ρυθμό χασάπικου χορού. Για το γεγονός αυτό υπάρχει εξήγηση. Ο χασάπικος είναι χορός συντροφικός, χορός ομάδας στενών φίλων, με συγκεκριμένα βήματα και τέλειο συγχρονισμό των χορευτών. Ο ζεϊμπέκικος είναι ένας μοναχικός χορός, χωρίς συγκεκριμένες φιγούρες, που αφήνει το χορευτή να αυτοσχεδιάσει, εκφράζοντας τον εαυτό του σε μια μοναχική εξομολόγηση. Μόνος του είχε μείνει και ο φυματικός, ακόμη και στα πλαίσια μιας ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας. Ακόμη και αν οι άλλοι δεν τον εγκατέλειπαν, ο ίδιος βάδιζε μόνος του τον αργό, παραπονεμένο και μοναχικό δρόμο του συνήθως επερχόμενου θανάτου του.
Ευχαριστίες
Εκφράζω τις ευχαριστίες μου στο κ. Γρηγόριο Φαληρέα για τις πληροφορίες που μου έδωσε σχετικά με την ομάδα των ρεμπέτικων τραγουδιών «τα φθισικά».
http://www.24grammata.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: