«Έστησ’ ο Έρωτας χορό με τον ξανθό Απρίλη /και η φύσις ηύρε την καλή και
την γλυκειά της ώρα, / Και μες στη
σκιά που φούντωσε
και κλει δροσιές
και μόσχους/
Ανάκουστος κιλαϊδισμός και
λιποθυμισμένος.»
θα γράψει ο Δ. Σολωμός και θα τολμήσει
να τραγουδήσει ο Ξυλούρης.
Μυρωδιές και χρώματα αναδεύονται με τον πόνο και το στεναγμό της Μ.
Παρασκευής που κοντοζυγώνει και γίνονται προσωπική υπόθεση για τον καθένα
ξεχωριστά. Ο υπερθετικός βαθμός του «γλυκός» απογειώνει το βαθύ πόνο του χαμού και τη
ζωογόνο ελπίδα που γεννά η άνοιξη στον
αντίστοιχο στοίχο των Εγκωμίων του
σπαρακτικού Επιταφίου Θρήνου : «Ω
γλυκύ μου έαρ,/ γλυκύτατόν μου τέκνον,/ που έδυ σου το κάλλος;», για να απογειώσει
αισθήσεις και συναισθήματα, φέρνοντας στις
ψυχές μας εξαγνιστικά αποτελέσματα.
Είναι η στιγμή που ο χειμώνας
αντιλαμβάνεται ότι ήρθε ή ώρα να αποχωρήσει
τραυματισμένος και λιγωμένος από τα χαμόγελα και τα χάδια του πρώτου ανοιξιάτικου ηλιάτορα.
Γίνετε αντιληπτή η επιστροφή της
Κόρης, από την «κάτου Γής», στη μητρική αγκαλιά ,απ’ την ανάσα των
τριγμών του χώματος και το ερωτικό λάλημα του κότσυφα στις κορφές των αμυγδαλιών.
Η παχιά χλόη, το φούσκωμα κλαδιών ,θάμνων και δέντρων μεταφέρουν την
προσμονή του θαύματος που υπέροχα και
πάλι ο Σολομός με αλληγορικό φραγμέντο -λυγμό περιγράφει:
«Αλαφροίσκιωτε καλέ, για
πες απόψε τι
'δες / Νύχτα γιομάτη θαύματα,
νύχτα σπαρμένη μάγια!».
Είναι η ακριβής καταγραφή της εκρηκτικής επανάστασης που ο Ελύτης στο
Άξιον Εστί, ονοματίζει σαν «Επανάσταση
φυτών και λουλουδιών» .
Είναι η σιγουριά που αποκτάμε διαπιστώνοντας για μια φορά ακόμα ότι μας νοιάζεται, ο ημεροφύλακας και παιδαγωγός Παρνασσός, όταν
τον θωρούμε πάνω μας να απολαμβάνει αχνίζοντας το γαλίφη Ήλιο.
Είναι το αλαφροπάτημα στη χλόη και την
ολανθισιά που σου αναζωογονεί το σώμα,
κοχλάζει το αίμα, αναδεύει τα μέλη
και μπολιάζει της φλέβες με πληθωρικούς
χυμούς.
Το δίχως άλλο είναι η αίσθηση ότι, αληθινότερα από ποτέ, η λίγη θάλασσα που
φαίνετε αγνάντια του Χωριού μας μπουκάρει
παιχνιδιάρικα στα σοκάκια του . Δεν μπορεί παρά μονάχα αυτή την εποχή να εμπνεύστηκε ο
Αραχοβίτης στοχαστής τους στοίχους: «Αντίκρυ, νύχι θάλασσας./αλλάζει μύρια χρώματα,/καθώς βυθίζει τ’ άρμα
του,/στο Ιόνιο, ο Φαέθων.
Καλή Λαμπρή Συγχωριανοί!
Γ.Ν
1 σχόλιο:
Μπραβο Γ.Ν.για το αναλαφρο αρθρο σου
μας γεμισες το μυαλο με ομορφες εικονες.
Δημοσίευση σχολίου