Η έκφραση “δεν υπάρχει σάλιο” δηλώνει πραγματικά την απόλυτη φτώχεια, την πλήρη έλλειψη πόρων, όταν δεν έχεις όχι απλώς δεκάρα στις τσέπες σου, αλλά ούτε καν σάλιο στο στόμα σου.
Βέβαια, κάποιος κακεντρεχής θα έλεγε ότι το ίδιο το κράτος που δεν έχει σάλιο στα ταμεία του για τους ανέργους ή για τους αγρότες, βρήκε δεκάδες δισεκατομμύρια να δώσει στις τράπεζες, στους χρυσοκάνθαρους και στους μιζαδόρους. Αλλά εμείς εδώ λεξιλογούμε κυρίως, δεν πολιτικολογούμε (αν και στα σχόλια μπορείτε να πολιτικολογήσετε κατά βούληση). Οπότε, επικεντρώνουμε στην έκφραση ‘δεν υπάρχει σάλιο’ ή ‘δεν έχουμε σάλιο’ ή ‘ούτε σάλιο’, αν και από σεμνοτυφία θα προσπεράσουμε την έκφραση ‘χωρίς σάλιο’.
Είναι λοιπόν έκφραση απόλυτης ένδειας και όχι μόνο χρηματικής. Έτσι, είναι πιο έντονη από το “δεν υπάρχει φράγκο” ή “δεν έχω δεκάρα”, ακόμα και “δεκάρα τσακιστή” (οι τσακισμένες δεκάρες ήταν παρακατιανές γιατί μπορεί να μην περνούσαν). Την έκφραση την έχουν τα λεξικά, ενώ τη βρίσκουμε και σε λογοτεχνικά κείμενα, όσο κι αν θεωρείται μάλλον αργκοτική κι έτσι θα τη βρούμε στον Χρόνη Μίσσιο ή στον Τσιφόρο, απ΄όπου και το εξής απόσπασμα:
Βγαίνει μια φημερίδα και λέει “Οι είκοσι βαρύτερον φορολογούμενοι Έλληνες”. Βλέπεις το λοιπόν κάτι κονόμια, πέντε κατομμύρια, έξη κατομμύρια, σου φεύγει ο φιόγκος. ‘Ομως καμιά δε βγήκε να πει “οι είκοσι Έλληνες που δεν έχουν μήτε σάλιο για γραμματόσημο” και να ρωτήξει να πούμε “τι τρώνε” έτσι και πέσουνε οι λιγούρες νούμερο δώδεκα… (Παραμύθια πίσω από τα κάγκελα).
Πόσο παλιά είναι η έκφραση; Τη βρίσκω στον Βασιλικό του Μάτεση, όπου σε ένα σημείο κάποιος εβραίος μιλάει για ένα πογκρομάκι (από εκείνα που δεν έγιναν, ως γνωστόν, για μερικούς): Θυμάσαι εδώ κ’ έξι μήνες, κυρά μου, που μας αδικόβαλαν πως εσκοτώσαμε το παιδί, που ευρέθηκε πνιμένο εις το περιγιάλι, εις του Νταβία, και μας εγδύσανε, που δεν μας αφήσανε σάλιο;
Ο Βασιλικός εκδόθηκε το 1830 πρώτη φορά και το 1859 δεύτερη, αλλά δεν είναι αυτή η παλιότερη μαρτυρία για την ύπαρξη της έκφρασης. Για την παλιότερη, θα πάμε πολλούς αιώνες πιο πίσω, στον Ευστάθιο της Θεσσαλονίκης και το βιβλίο του για την Άλωση της Θεσσαλονίκης (ή μήπως να πούμε το κούρσος;) από τους Νορμανδούς το 1185. Διεκτραγωδώντας τα δεινά που έπαθαν, ο Ευστάθιος, που ήταν και αυτόπτης, λέει:
Ταῦτα καὶ μόνον κεφαλαιώσομαι, ὅτι τέσσαρας χρυσίνων χιλιάδας ἐγκρατῶς
ἐζητήθημεν οἱ μηδὲ ψαμμίων ἢ χοὸς δράκα ἢ τὸ καθωμιλημένον σίελον ἐπὶ στόματος ἔχοντες,
ἀκούσαντες καὶ ὀλίγα ταῦτα εἶναι ἐξ ἀνθρώπου, ὃς ἀρχιεπισκοπὴν περιέπει κεντηνάρια ἐς ἑκατόν…
ἐζητήθημεν οἱ μηδὲ ψαμμίων ἢ χοὸς δράκα ἢ τὸ καθωμιλημένον σίελον ἐπὶ στόματος ἔχοντες,
ἀκούσαντες καὶ ὀλίγα ταῦτα εἶναι ἐξ ἀνθρώπου, ὃς ἀρχιεπισκοπὴν περιέπει κεντηνάρια ἐς ἑκατόν…
Παναπεί, τους ζήτησαν τέσσερις χιλιάδες χρυσά νομίσματα ενώ δεν είχαν ούτε κόκκο άμμου, ούτε φούχτα χώμα, ούτε σάλιο στο στόμα όπως λέει η λαϊκή έκφραση (το καθωμιλημένον). Παναπεί, από τότε υπήρχε η έκφραση. Δηλαδή, οχτακόσια χρόνια τώρα δεν υπάρχει σάλιο!
Λέει και κάτι άλλο ο Ευστάθιος, ότι τα τέσσερα χιλιάρικα του χαρατσιού τα θεώρησε λίγα ένας που έβγαζε τον παρά με τη σέσουλα (είναι μακρινάρι και δεν έχω καταλάβει ποιος ακριβώς). Κατά σύμπτωση, κάτι παρόμοιο παρατηρούμε και σήμερα, όταν κάποιοι που βγάζουν τα δεκαπλάσια αποφασίζουν ότι η σύνταξη των 700 ή ο μισθός των 2000 είναι υπεραρκετός και επομένως μπορεί να περικοπεί.
Μήπως μας κοροϊδεύουν, εδώ και οχτακόσια χρόνια;
http://sarantakos.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου