Πολλοί αναγνώστες μου στέλνουν σχόλια σε μορφή στίχων. Ελπίζω αυτή η ανάρτηση να τους βοηθήσει να γίνουν καλύτεροι.
Άντε βρε και με λίγη προσπάθεια θα γίνετε Σωκράτης Μάλαμας η Φοίβος Δεληβοριάς.
Το να γράφει κανείς, είναι λογοτεχνία, και προϋποθέτει δημιουργικό έργο.
Άντε βρε και με λίγη προσπάθεια θα γίνετε Σωκράτης Μάλαμας η Φοίβος Δεληβοριάς.
Το να γράφει κανείς, είναι λογοτεχνία, και προϋποθέτει δημιουργικό έργο.
Το
να κρίνει κανείς και να αναλύει τα
λογοτεχνικά κείμενα (ποίηση ή
πεζογραφία) είναι φιλολογία, και
αποτελεί έργο επιστημονικό.
Προηγήθηκε
η λογοτεχνία, για να μπορέσει να
ακολουθήσει η φιλολογία. πρώτα
έγραψαν οι μεγάλοι δημιουργοί και ύστερα ήρθαν οι μελετητές.
Μελέτησαν τα κείμενα, εμβάθυναν,
σύγκριναν, έβγαλαν
συμπεράσματα και διατύπωσαν τους
νόμους, πού βρήκαν
ότι ισχύουν -στη λογοτεχνική
δημιουργία.
Όταν
μάθει κανείς αυτούς τούς νόμους
βοηθιέται να κατανοήσει το κείμενο.
Όχι όμως και
να γίνει λογοτέχνης. Για να
γίνει συγγραφέας ή ποιητής, πρέπει,
πριν απ’ όλα, να έχει το θείο δώρο
τής εμπνεύσεως, το ταλέντο. Μόνο,
όταν υπάρχει ταλέντο, βοηθάει και η γνώση των κανόνων.
Όταν μάλιστα υπάρχει πολύ
ταλέντο, τότε μπορεί και
να καταπατήσει τούς υπάρχοντες
κανόνες και να καθιερώσει δικούς του.
Και
τώρα ας δούμε από κοντά
ένα - ένα τα στοιχεία που
συγκροτούν την ποίηση.
Βάση
για κάθε ποίημα είναι ο στίχος. Γι'
αυτό άλλοτε έλεγαν στιχουργός,
με την ίδια έννοια πού έλεγαν και
ποιητής. Σήμερα, όμως, ο
όρος στιχουργός έχει μειωτική
σημασία. Υπονοεί
εκείνον πού κατασκευάζει στίχους
και στίχους
εύκολους. Ή πού φτιάχνει έστω
στίχους καλούς, σύμφωνους με όλους
τούς κανόνες, από τούς οποίους όμως
λείπει η συγκίνηση και η πνοή.
Οι
κανόνες πού πρέπει να διέπουν τη
συγκρότηση τού στίχου και γενικά
τού ποιήματος αποτελούν τη Στιχουργική.
Η
στιχουργική λέγεται επίσης και Μετρική,
επειδή ένα από τα βασικά
στοιχεία τού ποιήματος είναι το
μέτρο. Υπάρχει επίσης και η γενικότερη
ονομασία : Ποιητική τέχνη.
ΣΤΙΧΟΣ
Ο
στίχος αποτελείται από
ορισμένο αριθμό συλλαβών, πού
έχουν μεταξύ τους μια ρυθμική και
τονική τάξη. Το αν ταυτόχρονα
κλείνει και ολόκληρο νόημα ή το
νόημα συνεχίζεται και στον επόμενο
στίχο, δεν έχει καμιά σημασία.
Ο
αριθμός των συλλαβών πού μπορεί να
έχει ένας στίχος είναι ποικίλος.
Αρχίζει από τη μία συλλαβή και
φτάνει ως τις δεκαεφτά.
Παράδειγμα
στίχων πού να αποτελούνται από μία
συλλαβή:
«Ζευ,
δος,
φευ
φως.
Δος
ουν
φως
νουν».
Παράδειγμα
στίχων με δύο συλλαβές :
«Ποθείς
να
‘ρθεις
και
συ,
χρυσή»
Παράδειγμα
στίχων με τρεις συλλαβές :
«Και
ήτον
η
γείτων
εστία
χαρίτων
".
Παράδειγμα
στίχων με τέσσερις συλλαβές :
«Χωρίς
καιρό
καμιάς
λογής
με
το σωρό
κοντολογίς»
(Ι. Βηλαράς}
Παράδειγμα
στίχων με πέντε συλλαβές :
"Μέρα
του Aπρίλη
πράσινο
λάμπος
γελούσε
ο κάμπος
με
το τριφύλλι
(Κ. Καρυωτάκης)
Παράδειγμα
στίχων με έξι συλλαβές :
Και
να με που μένω
κι
ακόμα προσμένω
(Κ. Χατζόπουλος)
Παράδειγμα
στίχων με εφτά συλλαβές
Και
κυνηγούμε οϊμένα
ονείρατα
χαμένα
Παράδειγμα
στίχων με οχτώ συλλαβές
Του
πατέρα σου όταν έρθεις
δεν
θα ιδείς παρά τον τάφο…
(Διον. Σολωμός)
Παράδειγμα
στίχων με εννιά συλλαβές
Οι
δέκα γίδες του Μπιλιόνα
δίχως
τσοπάνη μήτε σκύλο….
(Ζ. Παπαντωνίου)
Παράδειγμα
στίχων με δέκα συλλαβές
«Μπλέχτηκαν
με τα’ άστρα τα μαλλιά της
και
με τα κλεισμένα βλέφαρά της…»
(Μιχ. Περάνθης)
Παράδειγμα
ενδεκασύλλαβων στίχων :
"
Μόνο για την αγάπη ας προσπεράσω
κι
ας προσπαθήσω να χαμογελάσω... ".
(Γ. 'Αηδονόπουλος}
Παράδειγμα
δωδεκασύλλαβων στίχων :
“Στης
ψυχής σου το σκοτάδι βύθισέ τα.
θα
‘ρθει αυγή που θα
τα ιδώ σε μια βιολέτα ".
(Ζ. Παπαντωνίου}
Παράδειγμα
δεκατρισύλλαβων στίχων :
«Με
δάφνες, με μυρτιές και με δασιά πλατάνια...
μ’
ολόχρυσα σπαρτά,
με θημωνιές, με αλώνια .
(Κ. Κρυστάλλης}
Παράδειγμα
δεκαπεντασύλλαβων στίχων :
«Τρέχα
παιδί μου γρήγορα, τρέχα ψηλά στη
ράχη…»".
(Αρ. Βαλαωρίτης}
«Ξενιτεμένο
μου πουλί και παραπονεμένο» .
(Δημοτικό)
Παράδειγμα
δεκαεξασύλλαβων στίχων :
«'Αχ,
πώς χτυπά καμιά φορά, τουτ’
η καρδιά
κι αναφτερά...
κι
απά΄ σε πλατανόφυλλα
το κοκορέτσι το ζεστό.
(Μ. Μαλακάσης)
Παράδειγμα
δεκαεφτασύλλαβου στίχου :
«Φρέσκος μπροστά μου τόσο ζεις, τόσο ή καρδιά μου εσέ σιμώνει"
(Κ. Παλαμάς)
Στίχους
με μία, δύο ή τρεις συλλαβές σπάνια
θα συναντήσουμε. Τέτοιοι στίχοι,
λιγοστοί, έχουν γραφτεί μόνο στην
καθαρεύουσα και ήσαν περισσότερο
στιχουργικά και σατιρικά
παιγνίδια παρά ποιήματα.
Στη
νεοελληνική ποίηση
χρησιμοποιείται κυρίως
ο 7σύλλαβος, ο 11σύλλαβος, ο 13σύλλαβος
και ο 15σύλλαβος. Τόν15σύλλαβο
χρησιμοποιεί κατά κανόνα και ο
λαός στα δημοτικά τραγούδια.
Από
τις 15 συλλαβές κι απάνω ο στίχος
δύσκολα συμπίπτει με την κανονική
ανθρώπινη αναπνοή και γι' αυτό
αποφεύγεται.
Εξάλλου
οι πολυσύλλαβοι στίχοι μπορούν
να θεωρηθούν και σαν άθροισμα από
μικρότερους στίχους.
Ο 16σύλλαβος πού φέραμε σαν παράδειγμα
, θα μπορούσε και ν' αποτελεστεί από
δυο οχτασύλλαβους στίχους:
«Αχ
πώς χτυπά καμιά φορά,
τουτ’
η καρδιά
κι αναφτερά..,".
Ο
17σύλλαβος θα μπορούσε να διαβαστεί
κι ως σύνθεση από ένα οχτασύλλαβο
κι έναν εννεασύλλαβο:
«Φρέσκος
μπροστά μου τόσο ζεις,
τόσο
η καρδιά μου εσε σιμώνει... .
Το
σημείο εκείνο, στα παραπάνω
παραδείγματα, όταν μοιράζουμε το
στίχο, λέγεται τομή. Η
τομή είναι ένα φυσικό σταμάτημα
τής φωνής μας, κάπου στα μισά τού
στίχου. Το σταμάτημα αυτό μας το
υπαγορεύει το ίδιο το νόημα. Με τον
τρόπο αυτό ο στίχος χωρίζεται σε
δύο μέρη, πού τα λέμε ημιστίχια:
«Ξενιτεμένο μου πουλί
και παραπονεμένο»
Είπαμε
«κάπου στα μισά τού στίχου», γιατί
δεν είναι πάντοτε καθορισμένο, σε
ποια συλλαβή γίνεται η τομή. Στο
παραπάνω παράδειγμα τού 15σύλλαβου
η τομή γίνεται
στην όγδοη συλλαβή.
Μπορεί
όμως σε στίχους με ίσες συλλαβές η
τομή να γίνεται διαφορετικά
πράγμα πού ευκολύνει την
ποικιλία και διώχνει τη μονοτονία.
Στους
δυο παρακάτω δεκασύλλαβους
στίχους : στον πρώτο η τομή γίνεται
μετά την πέμπτη συλλαβή, ενώ στο
δεύτερο μετά την έκτη:
«Φέρτε του γαμπρού -καλές αρμάτες"
«Μπλέχτηκαν με τα’ άστρα -τα
μαλλιά της»
Προκειμένου
να χαρακτηρίσουμε με ακριβολογία
ένα στίχο, δε φτάνει να τον πούμε
δωδεκασύλλαβο ή δεκαπεντασύλλαβο,
ανάλογα με τον αριθμό των συλλαβών
του. Πρέπει να προσδιορίσομε αν
είναι και οξύτονος, παροξύτονος ή
προπαροξύτονος.
Αν δηλαδή η τελευταία του λέξη
τονίζεται στη λήγουσα (ορθός) στην
παραλήγουσα (λήθη) ή στην
προπαραλήγουσα (μίλησε). Έτσι ο
στίχος:
“στα δειλινά τα πένθιμα και
φθινοπωρινά”
είναι
οξύτονος δεκατετρασύλλαβος.
Ανάλογα, μάλιστα, με το μέτρο στο
όποίο είναι γραμμένος, βάζουμε
έναν ακόμη χαρακτηρισμό: είναι
οξύτονος ιαμβικός δεκατετρασύλλαβος. Όπως μπορεί να
είναι τροχαϊκός, δακτυλικός ή
αναπαιστικός. Αλλά για τα διάφορα
μέτρα θα μιλήσουμε παρακάτω.
ΣΤΡΟΦΗ
Ένα
ρυθμικό σύνολο από περισσότερους στίχους αποτελεί τη στροφή. Κάθε στροφή
κλείνει συνήθως και ολόκληρο νόημα. Στα τυπωμένα ποιήματα, ανάμεσα από
τις διάφορες στροφές, μεσολαβεί ένα λευκό διάστημα. Στην ελληνική
ποίηση η στροφή αποτελείται
συνήθως από τέσσερις στίχους. Υπάρχουν όμως και στροφές με
τρεις, πέντε, έξι ή οχτώ στίχους.
ΜΕΤΡΟ
Οι αρχαίοι
Έλληνες βάσιζαν το μετρικό τους σύστημα στην προσωδία, δηλαδή στην
εναλλαγή συλλαβών πού ήσαν μακρές ή βραχείες. Αλλά η διάκριση σε μακρά
και βραχέα σιγά - σιγά εγκαταλείφθηκε (κατά τούς πρώτους
μεταχριστιανικούς αιώνες). Κι έτσι η νέα
ποίηση αναγκάστηκε να πάρει ως βάση τού μετρικού της συστήματος
τον τόνο. Θεώρησε δηλαδή ως μακρά την τονισμένη συλλαβή και ως βραχεία
την άτονη.Το σύστημα αυτό λέγεται και τονικό σύστημα.
Η εναλλαγή λοιπόν κατά ορισμένο σύστημα τονισμένων και άτονων συλλαβών αποτελεί το μέτρο. Το μέτρο λέγεται επίσης και πόδας (πους). Ένας ή και περισσότεροι πόδες αποτελούν το στίχο.
Όταν θέλουμε να συμβολίσουμε τους πόδες ή τα μέτρα χρησιμοποιούμε το "_" για την τονισμένη συλλαβή και το "υ" για την άτονη.
Κάθε πόδας μπορεί να περιλαμβάνει δύο ή τρεις συλλαβές.
Τα μέτρα (μετρικοί πόδες) στη νεοελληνική ποίηση είναι πέντε : ο ίαμβος, ο τροχαίος, ο ανάπαιστος, ο δάκτυλος, και ο αμφίβραχυς.
Α'. ΙΑΜΒΙΚΟ ΜΕΤΡΟ
Το ιαμβικό μέτρο περιλαμβάνει δυο συλλαβές από τις οποίες τονίζεται ή δεύτερη. (υ_). Σε ιαμβικό μέτρο, π.χ. είναι γραμμένη η «Ξανθούλα» τού Σολωμού:
Την
ει | δα
την | ξανθού | λα
|
υ_,
υ_, υ_, υ
|
την
ει |
δα ψες | αργά,
|
υ_,
υ_, υ_,
|
που
εμπή | κε στή | βαρκού | λα
|
υ_,
υ_, υ_, υ
|
να
πάει |
στην ξε
| νιτιά
|
υ_,
υ_, υ_ .
|
(Τραγουδώντας το ρυθμικά ακούγεται κάπως έτσι: νανά - νανά - νανά )
Β'. ΤΡΟΧΑΪΚΟ ΜΕΤΡΟ
Το τροχαϊκό μέτρο περιλαμβάνει επίσης δυο συλλαβές,
πού τονίζονται όμως αντίστροφα απ' ό,τι στον ίαμβο. Δηλαδή τονισμένη
είναι η πρώτη συλλαβή και άτονη η δεύτερη ( _υ ):
Σε τροχαϊκό μέτρο είναι γραμμένος και ο «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» του Σολωμού.
«Σε
γνω |
ρίζω α |πό την |κόψη
|
_υ,
_υ, _υ, _υ
|
του
σπα |
θ|ού την | τρομε | ρή
|
_υ,
_υ, _υ, _
|
σε
γνω |
ρίζω α | πό την | όψη I
|
_υ,
_υ, _υ, _υ
|
που
με |
βιά με | τράει τη | γή.
|
_υ,
_υ, _υ, _
|
(Τραγουδώντας το ρυθμικά ακούγεται κάπως έτσι: νάνα - νάνα - νάνα )
Γ. ΑΝΑΠΑΙΣΤΙΚΟ ΜΈΤΡΟ
Το αναπαιστικό μέτρο αποτελείται από τρεις συλλαβές, από
τις οποίες τονίζεται η τελευταία, ενώ οι δυο πρώτες είναι άτονες
(υυ_). 'Σε αναπαιστικό μέτρο είναι γραμμένο το επίγραμμα του Σολωμού, « Η καταστροφή των Ψαρών» :
Στων
Ψαρών | την ολό | μαυρη ρά |
χη
|
υυ_,
υυ_, υυ_, υ
|
περπατώ
| ντας η δό | ξα μονά | χη
|
υυ_,
υυ_, υυ_, υ
|
μελετά
| τα λαμπρά | παλληκά | ρια
|
υυ_,
υυ_, υυ_, υ
|
και
στην κό | μη στεφά
| νι φορεί
|
υυ_,
υυ_, υυ_,
|
γινωμέ
| νο απο λί
| γα χορτά | ρια
|
υυ_,
υυ_, υυ_, υ
|
πού
ειχαν μεί | νει στην έ
| ρημη γή.
|
υυ_,
υυ_, υυ_,
|
(Τραγουδώντας το ρυθμικά ακούγεται κάπως έτσι: νανανά - νανανά - νανανά)
Δ'. ΔΑΚΤΥΛΙΚΟ ΜΈΤΡΟ
Εδώ, όπως στον ανάπαιστο, υπάρχουν επίσης τρεις
συλλαβές. Άλλα τονίζεται η πρώτη, ενώ οι δυο επόμενες μένουν άτονες
(_υυ). Σε δακτυλικό μέτρο είναι γραμμένα τα «Χαμένα Χρόνια» τού Πολέμη:
Αχ
και να | γύριζαν, | να ‘ρχονταν
| πίσω
|
_υυ,
_υυ, _υυ, _υ
|
τα
χρόνια | που έζησα
|πριν σ’ αγα |
πήσω
|
_υυ,
_υυ, _υυ, _υ
|
Χρόνια
αμνη | μόνευτα, | σα να ‘ταν
| ξένα,
|
_υυ,
_υυ, _υυ, _υ
|
τα
χρόνια | που έζησα | δίχως ε
| σένα...
|
_υυ,
_υυ, _υυ, _υ
|
(Τραγουδώντας το ρυθμικά ακούγεται κάπως έτσι: νάνανα - νάνανα - νάνανα )
Ε'. ΑΜΦΙΒΡΑΧΥΣ
Όταν ο πόδας περιλαμβάνει τρεις συλλαβές, από τις
οποίες τονίζεται η μεσαία (υ_υ), τότε έχουμε αμφίβραχυ ή μέτρο
μεσοτονικό, όπως λέγεται ακόμη. Τέτοιο μέτρο βρίσκομε στο «Μια πίκρα»
του Παλαμά:
Τα
πρώτα | μου χρόνια | τ'
αξέχα | στα τα ‘ζη |
σα
|
υ_υ,
υ_υ, υ_υ, υ_υ, υ
|
κοντά
στ’ α | κρογιάλι, |
|
υ_υ,
υ_υ,
|
στη
θάλασ
| σα
εκεί τη | ρηχή και | την ήμε
| ρη,
|
υ_υ,
υ_υ, υ_υ, υ_υ,υ
|
στη
θάλασ
| σα εκεί την|
πλατειά, τη | μεγάλη
|
υ_υ,
υ_υ, υ_υ, υ_υ
|
(Τραγουδώντας το ρυθμικά ακούγεται κάπως έτσι: νανάνα - νανάνα - νανάνα)
ΤΟΝΙΣΜΟΣ
Είπαμε ότι
κάθε πόδας ή μέτρο περιλαμβάνει τονισμένες και άτονες συλλαβές. π .χ .Ο
ίαμβος μια άτονη και μια τονισμένη (υ~). Αυτό δε θα πει πως Ο ιαμβικός
πόδας πρέπει αναγκαστικά να κλείνει μια δισύλλαβη λέξη τής οποίας να
τονίζεται η δεύτερη
συλλαβή: (π.χ. πουλί). Ο συνδυασμός μπορεί να περιλαμβάνει και
συλλαβές από την επόμενη λέξη. π.χ.
Την εί \ δα την ξανθού \ λα
Επίσης, όταν λέμε συλλαβή τονισμένη και συλλαβή άτονη, δεν το
εννοούμε στην κυριολεξία του. Γιατί υπάρχουν συλλαβές πού τονίζονται,
αλλά πού μέσα στο στίχο, με το κανονικό διάβασμα, ο τονισμός τους δεν
παίρνει καμιά ιδιαίτερη αξία: και τούτο,
γιατί ή αξία αύτή είναι ανάγκη να δοθεί στην επόμενη τονισμένη
συλλαβή. π.χ. στον στίχο:
Δε θα ι | δείς πα | ρά τον | τάφο
Και το "θα" και το "τον", μολονότι τονίζονται, δεν ακούονται.
Στο ίδιο παράδειγμα ο αναγνώστης πρέπει να προσέξει και τούτο: Στον
πρώτο πόδα, μαζί με το «δε θα», βάζουμε και το «ι» της επόμενης λέξεως:
«δε θα ι». Δηλαδή, μετρώντας τις συλλαβές,
δεν τις μετρούμε σύμφωνα με τους κανόνες τής γραμματικής, άλλα
σύμφωνα με τις απαιτήσεις τής ποιητικής τέχνης. Και η ποιητική τέχνη
ενώνει το τελευταίο φωνήεν μιας λέξεως με το πρώτο φωνήεν της επόμενης
λέξεως. Το φαινόμενο αυτό λέγεται συνίζηση.Μερικά άλλα παραδείγματα:
Και κυ | νηγου | με, ωϊ μέ | να...
(όπου η συνίζηση περιλαμβάνει τρία φωνήεντα, ε,ω,ι)
Μόνο για την αγάπη ας προσπεράσω.
Τα σκλαβωμένα σου εξεχείλιζαν μαλλιά.
ΡΥΘΜΟΣ
Εκτός
από το μέτρο, κύριο γνώρισμα τού στίχου αποτελεί και ο ρυθμός .Μερικοί
λένε πως ο ρυθμός και το μέτρο σ' ένα ποίημα είναι το ίδιο πράγμα. Κι
ωστόσο υπάρχει διαφορά, έστω κι αν δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί
ακριβώς.Οι διαφορές που προκύπτουν από τούς τόνους -τόνοι που υπάρχουν αλλά δεν ακούονται - μέτρα πού δρασκελούν ρυθμικά τον κανόνα -περί τού ποια συλλαβή θα ‘ναι τονισμένη και ποια όχι, όλα αυτά δημιουργούν ένα ευχάριστο ακουστικό συναίσθημα. Κάτι πού δεν ταυτίζεται με το μέτρο, αλλά κυλάει παράλληλα με αυτό, σαν ένα μουσικό κύμα. Και πού βγαίνει όχι από κανόνες, αλλά από τη δεξιοτεχνία και την προσωπικότητα τού κάθε ποιητή.
Σαν παράδειγμα για την κατανόηση τού ρυθμού θα μπορούσαμε να φέρουμε μερικούς στίχους από «Το ταξίδι» του Πορφύρα:
Όνειρο απίστευτο ή λιόχαρη μέρα! Εγώ κι η Αννούλα
λίγοι παλιοί σύντροφοί μου και κάποιες κοπέλες μαζί,
μπήκαμε μέσα σε μια γαλανή μεθυσμένη βαρκούλα,
μπήκαμε μέσα και πάμε μακριά στης χαράς το νησί.
Εδώ το μέτρο είναι δακτυλικό. Αν διαβάσει κανείς ένα προς ένα
τους δακτύλους, έχει την αίσθηση τού μέτρου. Αν διαβάσει όμως με τη
φυσικότητα μιας σωστής απαγγελίας, το μέτρο υποχωρεί και στην επιφάνεια
έρχεται μια άλλη μουσικότητα. 'Ιδίως ο τρίτος
στίχος, ακουστικά, δημιουργεί ένα ρυθμό, πού σε κάνει να βλέπεις
κιόλας τη βαρκούλα νά σκαμπανεβάζει στα κύματα σα μεθυσμένη.
ΟΜΟΙΟΚΑΤΑΛΗΞΙΑ
Η
ομοιοκαταληξία είναι ένα από
τα στολίδια τού στίχου, πού άρχισε
να χρησιμοποιείται στην ποίηση
κατά τούς Αλεξανδρινούς χρόνους.
Οι αρχαίοι Έλληνες δεν είχαν
ομοιοκαταληξίες στα ποιήματα τους.
'Επίσης η «μοντέρνα» λεγόμενη
ποίηση δε χρησιμοποιεί
ομοιοκαταληξίες.
Η
ομοιοκαταληξία λέγεται ακόμη και ρίμα
και στην καθαρεύουσα την έλεγαν
«ομοιοτέλευτον»! Που τελειώνει
δηλαδή κατά όμοιο τρόπο. Γιατί η
ομοιοκαταληξία είναι αυτό ακριβώς
: δυο ή περισσότεροι στίχοι να
τελειώνουν με ομόηχες συλλαβές ή
λέξεις.
Μεγάλη
είναι η ποικιλία πού παρουσιάζουν
οι ομοιοκαταληξίες
Άλλοτε ο ήχος είναι ίδιος μόνο
στο τελευταίο τονισμένο φωνήεν:
διψώ
–ψηλό
Άλλοτε
περιλαμβάνει την τελευταία
συλλαβή :
κοντά
-κεντά
Άλλοτε
και τμήμα της προηγούμενης
συλλαβής:
δάση -κεράσι
Άλλοτε δυο
συλλαβές :
κεράσι
- κοράσι
Άλλοτε και
τμήμα της προ -προηγούμενης
συλλαβής
κύματα
- βήματα
Άλλοτε τρεις ολόκληρες
συλλαβές :
σονέτα
- χρύσωνέ τα
Φυσικά
η ορθογραφία δεν παίζει κανένα
ρόλο. Σημασία έχει μόνον ο ήχος.
Η
ομοιοκαταληξία λέγεται οξύτονη,
παροξύτονη ή προπαροξύτονη,
ανάλογα με τον τόνο τής λέξεως πού
ομοιοκαταληκτεί :
Οξύτονη
: γιαλό -καλό.
παροξύτονη
: κλάμα -γράμμα.
Προπαροξύτονη
: Ηπειρώτισσα -ρώτησα.
Στις
περιπτώσεις πού μια στροφή έχει
τέσσερις στίχους,
ομοιοκαταληκτούν συνήθως ο πρώτος
με τον τρίτο και ο δεύτερος με τον
τέταρτο στίχο:
Ομοιοκαταληξία πλεχτή.
Μπορούν
όμως να ομοιοκαταληκτούν και ο
πρώτος με τον δεύτερο,
ο τρίτος με τον τέταρτο:
Ομοιοκαταληξία ζευγαρωτή.
Ανάλογα
με τη φαντασία και την
εκφραστικότητα του, ο ποιητής
μπορεί να πετύχει ποικίλους άλλους
συνδυασμούς ομοιοκαταληξιών.
Πρώτος τέταρτος, δεύτερος τρίτος κ.τ.λ.
Εκτός
από την ομοιοκαταληξία στο τέλος
τού στίχου, μπορεί να βάλει και
ανάλογες ρίμες ενδιάμεσα, άλλα με
πολλή προσοχή, ώστε να υπάρξει
πραγματικό μουσικό αποτέλεσμα.
Αυτές οι εσωτερικές ρίμες λέγονται
συνηχήσεις.
Π.χ.
Κάποτε φτάνουν και χαρές,
τόσο πικρές και θλιβερές"
'Εξάλλου
παρηχήσεις έχομε όταν, με τη
συχνότερη χρήση ορισμένων
γραμμάτων, δημιουργούμε ηχητικά ένα
αποτέλεσμα πού δυναμώνει το νόημα.
Στην περίπτωση αυτή πρέπει να ξέρουμε
ότι π.χ. το γράμμα «ρο» συνδέεται με
το νερό {νερό, ρυάκι, ροή, βροχή,
ρόχθος, κεραυνός). Το λ με το φως και
τη γλύκα (ήλιος, λάμψη, αίγλη,
γιαλός).
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
«Μα βούρκος το νεράκι θα μαυρίσει»
«Έχει ο γιαλός της γλύκας τ’
ακρογιάλι»
(Μαβίλης)
Την
παρήχηση την πρόσεχαν και οι
αρχαίοι. Κλασσικό παράδειγμα
είναι ο στίχος τού Σοφοκλή
(όπου το τ (ταυ) συνδέεται με την
οργή και τό μίσος):
"Τυφλός,
τα τ’ ώτα τον
τε νουν τα τ’ ομματ’
ει"
Για
να έχουμε μια επιτυχημένη
ομοιοκαταληξία δεν
πρέπει να ομοιοκαταληκτούν λέξεις
που ανήκουν στο ίδιο μέρος του
λόγου. Για παράδειγμα το δίστιχο:
«Στην κερασιά ανέβηκε το
όμορφο κοράσι
να κόψει ολοκόκκινο το ζουμερό κεράσι»
δεν
έχει πετυχημένη ομοιοκαταληξία
γιατί και οι δύο λέξεις είναι
ουσιαστικά. Αντίθετα:
«Αυτό που ζήτησα να δω
δεν το ‘χαν άλλο πια εδώ»
η
ομοιοκαταληξία είναι πετυχημένη. (Δεν
εξετάζουμε την ποιότητα και το
περιεχόμενο του στίχου εδώ καθώς τα παραδείγματα τα έγραψα
...μόνος μου).
ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΤΙΧΟΥ
Πολλοί
νομίζουν ότι έχοντας μέτρο και ομοιοκαταληξία σ' ένα στίχο, έγραψαν
ποίημα. Αλλά δεν είναι έτσι. Η αξία ενός στίχου βγαίνει από το
εμπνευσμένο ποιητικό νόημά του. Όλα τ' άλλα, τα τεχνικά μέσα, έχουν μόνο
βοηθητικό ρόλο, ώστε το ποίημα να
γίνει καλύτερο. Τα μέσα αυτά (μέτρο, ρυθμός, ομοιοκαταληξία
κλπ). πρέπει να στέκονται σε τέτοιο επίπεδο, ώστε να μην προβάλλονται σε
βάρος τού νοήματος.Πολλοί αδέξιοι ποιητές (αυτοί πού ονομάσαμε στιχουργούς) φροντίζοντας να είναι συνεπείς στα μέτρα και στις ρίμες κολοβώνουν λέξεις (τσ’ είπα), χαλάνε τη γραμματική και το συντακτικό, βάζουν λέξεις παραπανιστές, μόνο και μόνο για να συμπληρώσουν τις συλλαβές. Όλα αυτά, όπως λέει ο λαός γίνονται «ποιητική αδεία».
Η ποιητική άδεια είναι το δήθεν δικαίωμα πού έχει ο ποιητής να παραβαίνει τούς επιβεβλημένους κανόνες. Ένας μεγάλος ή ένας καλός ποιητής δεν έχει ποτέ ανάγκη να καταφύγει στην ποιητική άδεια, πού είναι σφάλμα και ανωμαλία.
Άλλα ψεγάδια πού αναφέρονται στο στίχο και πού πρέπει να αποφεύγονται, είναι :
Η χασμωδία: χασμωδία δημιουργείται όταν δύο φωνήεντα, αντί με τη συνίζηση να αποτελούν μια συλλαβή, μπαίνουν έτσι, ώστε να νοούνται ως χωριστές συλλαβές :
π.χ. «Έπλεε πάνω στο θολό, απέραντο ουρανό.»
Όταν τα δύο φωνήεντα είναι διαφορετικά η κακή εντύπωση είναι μικρότερη (ο - α). Όταν όμως είναι ίδια (ε -ε) έπλεε, αποτελεί ελάττωμα.
Όταν υπάρχει φόβος χασμωδίας, μπαίνει συνήθως ένα ευφωνικό «νι», πού διορθώνει την κατάσταση. Αυτό θα το συναντήσουμε συχνά στα δημοτικά μας τραγούδια:
π.χ. «Πήγε και τον απάντησε μιαν όμορφη κοπέλα»
Το κακέμφατο. Το κακέμφατο είναι μια άσχημη ή άσεμνη λέξη, πού δεν υπάρχει μέσα στο κείμενο, αλλά δημιουργείται ηχητικά από τη συνεκφορά δύο λέξεων ή τμημάτων λέξεων.
π.χ. Η κουκλίτσα της Κατίνας...
Η επανάληψη. Αυτή είναι χειρότερη από το παραγέμισμα. Το να βάζει κάποτε ένας στιχουργός άχρηστες παραπανιστές λέξεις, το δικαιολογεί με την ανάγκη τού μέτρου. Υπάρχουν όμως και παραγεμίσματα, πού είναι φλύαρες επαναλήψεις τού ίδιου πράγματος και δεν εξυπηρετούν κανένα αισθητικό αποτέλεσμα. Αντίθετα κουράζουν ή προκαλούν τη θυμηδία. Παράδειγμα ο Αχιλλεύς Παράσχος, ο οποίος συνήθιζε να λέει το ίδιο πράγμα σε κάθε ημιστίχιο τού στίχου, κι αυτό στους περισσότερους στίχους τού ίδιου ποιήματος.
π.χ. «Αγαπημένη Παναγιά, γλυκιά μου Παναγία»
«Λοιπόν, λοιπόν, δεν ήκουε; Δεν ήκουεν οπόσα ».
ΣΤΙΧΟΥΡΓΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ
Για
πολλά χρόνια, ύστερα από το
Βυζάντιο, η ελληνική ποίηση είχε
συνηθίσει να χρησιμοποιεί ως
στίχο τον δεκαπεντασύλλαβο. Όσα
ήθελε να πεί τα έκλεινε σε
δεκαπεντασύλλαβους, πού τους
σταματούσε εκεί, όπου τέλειωναν τα
θέματα της. Σε ποιο αριθμό έφταναν
οι στίχοι, δεν την ενδιέφερε.
Σιγά
-σιγά, και ιδίως οπό την Ιταλική
επίδραση, στα μέρη όπου υπήρχε
ενετοκρατία (Κρήτη,
Επτάνησα), άρχισε να γίνεται
χρήση διάφορων στιχουργικών
μορφών. Ως
βάση πήραν τον αριθμό των στίχων
πού είχε κάθε στροφή. Τα είδη αυτά
επεκτάθηκαν σε μεγάλη ποικιλία και
στην ελεύθερη Ελλάδα,
μετά την ανεξαρτησία. Παρακάτω
δίνουμε τις κυριότερες από τις
στιχουργικές αυτές μορφές, πού οι
περισσότερες έχουν Ιταλική
ονομασία :
α΄.
Δίστιχα. Είναι
είδος γνωστό κι από τη δημοτική
ποίηση. Κλείνει συμπυκνωμένο νόημα
(συχνά με γνωμικό χαρακτήρα) μέσα
σε δύο στίχους πού
ομοιοκαταληκτούν μεταξύ τους.
«Τρείς
μοίρες πόθον έβαλαν, ώστε νά
σε παντρέψουν,
σήμερ’
οπού τσι χαρές των στεφάνια θα σου
πλέξουν»
(Δημοτικό)
«Πάλι
μου ξίππασε τα’ αυτί γλυκιάς φωνής
αγέρας,
Κι
έπλασε τ’ άστρο της νυχτός και τ'
άστρο της ημέρας ».
(Σολωμός}
β'.
Τερτσίνες.
Είναι οι τρίστιχες στροφές.
Παρουσιάζονται όπως και τα δίστιχα,
με ομοιοκαταληξία μεταξύ πρώτου
και τρίτου στίχου.
Αν πρόκειται για μεγαλύτερο
ποίημα, με πολλές Τερτσίνες, τότε
υπάρχει ομοιοκαταληξία μεταξύ των
δεύτερων στίχων κάθε στροφής:
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
«Γλυκυτάτη
φωνή βγάν’ η κιθάρα
και
σε τούτη την άφταστη αρμονία
της
καρδιάς μου αποκρίνεται
η λαχτάρα
.
(Σολωμός}
γ'.
Οχτάβα. Είναι
οκτάστιχη στροφή, πού αποτελεί
ανεξάρτητο ποίημα ή συνδυάζεται με
άλλες οχτάβες για ν' αποτελέσει
ποίημα μεγαλύτερο.
δ΄ Επίγραμμα.
Αποτελείται
από δύο, τέσσερις, έξι ή οχτώ
στίχους. Όσο λιγότεροι είναι οι
στίχοι, τόσο καλύτερο το επίγραμμα.
Φτάνει, φυσικά, να είναι πετυχημένο.
Και να δίνη μια πλήρη εικόνα, έναν
πλήρη στοχασμό, ένα πλήρες νόημα,
με ζωντάνια, χάρη, πνεύμα και
περιεκτικότητα. Θαυμάσια
επιγράμματα μας άφησαν και οι
αρχαίοι Έλληνες και είναι σε όλους
γνωστά τα περιλάλητα τού Σιμωνίδη
τού Κείου, ο οποίος ανύψωσε το
επίγραμμα σε άφθαστη τελειότητα :
«Ω
ξείν, αγγέλειν Λακεδαιμονίοις ότι
τήδε
κείμεθα.
τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι»
«Ελλήνων
προμαχούντες Αθηναίοι Μαραθώνι,
χρυσοφόρων
Μήδων εστόρεσαν δύναμιν»
Επιγράμματα
υπάρχουν επιτύμβια (πού
σκαλίζονται στους τάφους), εγκωμιαστικά
(σε διάφορες επετείους ή ευτυχή
γεγονότα) και σατιρικά. Δίνομε
εδώ ένα σατιρικό επίγραμμα τού Κ.
Σκόκου, ο οποίος διέπρεψε σ' αυτό το
είδος:
ΣΕ ΘΕΑΤΡΙΚΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
«Μην
ακούς τι φλυαρούνε
μήπως
ξέρουνε τι λένε;
Γράφεις
δράματα -
γελούνε,
γράφεις
κωμωδίες – κλαίνε!»
ε'.
Σονέτο. Αποτελείται
από 14 στίχους, γι’ αυτό λέγεται και
δεκατετράστιχο. Το είδος
χρησιμοποιήθηκε από τον Δάντη και
τον Πετράρχη. Στην ελληνική ποίηση
συναντούμε σονέτα στο έμμέτρο
δράμα τού Κρητικού θεάτρου «Βασιλεύς
Ο Pοδολίνος». Στη σύγχρονη εποχή τα
καλύτερα σονέτα έγραψε ο Μαβίλης.
Οι στίχοι τού σονέτου είναι κατά
προτίμηση ιαμβικοί ενδεκασύλλαβοι
και χωρίζονται σε δυο στροφές
τετράστιχες και σε δυο τρίστιχες.
Ένα παράδειγμα από τον Μαβίλη:
ΕΛΙΑ
«Στην
κουφάλα σου
εφώλιασε μελίσσι
γέρικη
ελιά, που γέρνεις με τη λίγη
πρασινάδα
πού ακόμα σε τυλίγει,
σα
να ΄θελε να σε
νεκροστολίσει.
Και
το κάθε πουλάκι στο μεθύσι
της
αγάπης πιπίζοντας ανοίγει
στο
κλαρί σου ερωτιάρικο κυνήγι.
στο
κλαρί σου που δεν
θα ξανανθίσει
Ώ,
πόσο στη θανή θα
σε γλυκάνουν,
με
τη μαγευτική βοή που κάνουν.
ολοζώντανης
νιότης ομορφάδες,
που
σα θύμησες μέσα μου πληθαίνουν.
Ώ
, να μπορούσαν
έτσι να πεθαίνουν
κι
άλλες ψυχές, τής ψυχής σου
αδερφάδες.»
Μερικοί
προτιμούν να γράφουν το σονέτο σε
τρεις τετράστιχες στροφές και μία
δίστιχη.
Το
σονέτο είναι ποίημα πολύ δύσκολο.
Έχει τέσσερις στροφές, οι δύο
πρώτες τετράστιχες και οι δύο
επόμενες τρίστιχες. Οι
ομοιοκαταληξίες πάνε ως εξής: Ο
πρώτος στίχος ομοιοκαταληκτεί με
τον τέταρτο και ο
δεύτερος με τον τρίτο. Η ίδια
ομοιοκαταληξία επαναλαμβάνεται
στην δεύτερη στροφή ακριβώς. Αυτό
σημαίνει ότι η πρώτη και η δεύτερη
στροφή ομοιοκαταληκτούν ως
σύνολα.
Η
τρίτη και η τέταρτη, τρίστιχες,
στροφές, έχουν ανεξάρτητη μεταξύ
τους ομοιοκαταληξία ως εξής: η
πρώτος και ο τρίτος στίχος της
τρίτης στροφής, ο δεύτερος στίχος
της τρίτης με τον πρώτο στίχο της
τέταρτης και ο δεύτερος στίχος της
τέταρτης με τον τρίτο.
Σημειώνεται
πως οι στίχοι δεν επαναλαμβάνονται αυτούσιοι αλλά
ομοιοκαταληκτούν με βάση το
ακόλουθο παράδειγμα:
1η
στροφή
α
β
β
α
2η
στροφή
α
β
β
α
3η
στροφή
ή αλλιώς :
3η στροφή
γ
δ
δ
γ
ε
4η
στροφή
4η στροφή
δ
γ
ε
δ
ε
ε
Η
τρίτη στροφή ονομάζεται τερτσίνα
στ'. Ροντέλο.
Αποτελείται από 13 στίχους, χωρίς να
χωρίζονται σε στροφές. Το κύριο
γνώρισμα είναι ότι ο πρώτος στίχος
επαναλαμβάνεται ολόιδιος και ως
έβδομος και ως δέκατος τρίτος
στίχος.
Επίσης
ο δεύτερος επαναλαμβάνεται και ως
όγδοος. Το ροντέλο ή το κυκλωτό,
όπως μετέφρασε ο Ψυχάρης την
αντίστοιχη γαλλική λέξη, είναι
κυρίως γαλλικό είδος, δεν υπάρχουν
δε στην ποίησή μας αξιόλογα τέτοια
ποιήματα.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΡΟΝΤΕΛΟΥ:
Κ Α Λ Ο Γ Ε Ρ Ο Σ
«Θαμπά
μου φέγγει ένα καντήλι
του
ογρού κελιού την κρύαν ερμιά.
στο
ξύλο υπομονετικά ,
με
βέβαιο κι αλαφρό κοντύλι
τής
Παναγιάς χλωμά τα χείλη
γράφω
και μαύρα τα μαλλιά.
Θαμπά
μου φέγγει ένα καντήλι
του
ογρού κελιού την κρύαν ερμιά.
Μαύρα
μαλλιά! που
να μου
στείλει
το
νου το Κρίμα πολεμά;
Φύλαε
Χριστέ! Χείλη χλωμά...
τη
σκέπη κάπου, κάποιο δείλι,
θαμπά
μου φέγγει ένα καντήλι.»
(Θρασ.
Σταύρου)
ζ.
Τριολέτο, πού
αποτελείται μόνον από οχτώ στίχους.
'Εδώ ο πρώτος στίχος
επαναλαμβάνεται και ως τέταρτος
και ως έβδομος. Δηλαδή τρεις φορές
και γι' αυτό λέγεται τριολέτο. 'Επίσης
ο δεύτερος επαναλαμβάνεται και ως
όγδοος.
Ακόμη,
έξω απ’ τούς επαναλαμβανόμενους
στίχους α και β, οι υπόλοιποι πού
μένουν (γ, δ, ε) είναι τρεις. Ίσως κι
από αυτούς βγήκε ή ονομασία
τριολέτο.
Το
τριολέτο είναι στιχουργικό είδος,
πού γεννήθηκε και καλλιεργήθηκε
στη Γαλλία. Τα τριολέτα στη
νεοελληνική ποίηση είναι σπάνια.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΤΡΙΟΛΕΤΟΥ:
«Στίχε
με ρόδα κι Ήλιο ζυμωμένε,
Στίχε
αναγεννημένε αριστοκράτη,
Σε
θρόνο ανέβα πάνω από τα κράτη
στίχε
με ρόδα κι Ήλιο ζυμωμένε.
Δικιά
σου η βασιλεία, στα ύψη μένε,
που
η αρμονία σε κράζει κοσμοκράτη.
Στίχε
με ρόδα κι Ήλιο ζυμωμένε
Στίχε
αναγεννημένε αριστοκράτη ».
(Αγγ.
Δόξας)
η'.
Μπαλάντα. Είναι
κι αυτή ξένο στιχουργικό είδος και
χρησιμοποιείται προκειμένου να αφηγηθεί
κανείς μία ερωτική ιστορία με
τρυφερό, χαριτωμένο ή δραματικό
τέλος. Το περιεχόμενο μπορεί να
μην είναι και ερωτικό. Πρέπει όμως
να έχει κάποια σχέση με παλιούς
θρύλους και λαϊκές παραδόσεις.
Η μπαλάντα αποτελείται από
τρεις οκτάστιχες και μια
τετράστιχη στροφή.
Η τελευταία αυτή λέγεται επωδός.
Ο τελευταίος στίχος όλων των
στροφών είναι ίδιος και
επαναλαμβάνεται σαν γύρισμα
(refrain). Παράδειγμα μπαλάντας στη
νεοελληνική ποίηση είναι το
παρακάτω ποίημα τού Κ. Καρυωτάκη:
Από
θεούς κι ανθρώπους
μισημένοι,
σαν
άρχοντες που εξέπεσαν πικροί,
μαραίνονται
οι Βερλαιν. Τους απομένει
πλούτος
ή ρίμα πλούσια κι αργυρή.
Οι
Ουγκώ με «τιμωρίες» την τρομερή
των
Ολυμπίων εκδίκηση μεθούνε.
Μα
εγώ θα γράψω μια λυπητερή
μπαλάντα
στους ποιητές άδοξοι πού ‘ναι...
Αν
έζησαν οι Πόε δυστυχισμένοι
κι
αν οι Μπωντλέρ εζήσανε νεκροί,
η
Αθανασία τους είναι χαρισμένη.
Κανένας
όμως δεν ανιστορεί
και
το έρεβος εσκέπασε βαρύ
τους
στιχουργούς που ανάξια
στιχουργούνε.
Μα
εγώ σαν προσφορά κάνω ιερή
μπαλάντα
στους ποιητές άδοξοι πού ‘ναι...
Του
κόσμου η καταφρόνια τους βαραίνει
κι
αυτοί περνούνε αλύγιστοι κι ωχροί,
στην
τραγική απάτη τους δοσμένοι
πως
κάπου πέρα η Δόξα καρτερεί,
παρθένα,
βαθυστόχαστα ιλαρή.
Μα
ξέροντας πως όλοι τους ξεχνούνε,
νοσταλγικά
εγώ κλαίω τη θλιβερή
μπαλάντα
στους ποιητές άδοξοι πού ‘ναι...
Και
κάποτε οι μελλούμενοι καιροί:
-
Ποιος άδοξος ποιητής, θέλω να πούνε,
την
έγραψε μιαν έτσι πενιχρή
μπαλάντα
στους ποιητές άδοξοι πού ‘ναι;
θ'
Βιλανέλα.
Ιταλική στιχουργική μορφή,
χρησιμοποιημένη σε λαϊκά
τραγούδια. Αποτελείται από 13
στίχους, μοιρασμένους σε τέσσαρες
στροφές. Η
τελευταία στροφή έχει τέσσερις
στίχους, οι τρεις πρώτες στροφές
από τρεις στίχους, Επίσης ο πρώτος
στίχος επαναλαμβάνεται ολόιδιος
ως τρίτος στίχος στη δεύτερη και
την τετάρτη στροφή. Επίσης ο τρίτος
στίχος επαναλαμβάνεται ολόιδιος
ως τρίτος στίχος τής τρίτης
στροφής και ως τέταρτος της
τέταρτης. Μια μορφή βιλανέλας
είναι το παρακάτω ποίημα τού Μάρκου
Τσιριμώκου:
Αν βρήκατε ενδιαφέρουσα αυτή τη σελίδα, προτείνετέ την ή μοιραστείτε την και με τους φίλους σας
Θα το εκτιμούσα ιδιαίτερα!
Διον. Παρούτσας
|
«Μέσ'
τής Πλάκας τα σοκάκια,
που
διαβαίνει πεταχτούλα,
κρυφολένε
χωρίς κάκια,
Πως
τους πότισε φαρμάκια
η
ξανθομαλλούσα η Κούλα
μέσ'
της Πλάκας τα σοκάκια.
Όλοι
τους τα δυο
λακκάκια
σα
γελάει η γειτονοπούλα,
κρυφολένε
δίχως κάκια,
πως
στα δυο της
μαγουλάκια
της
αγάπης είναι, η βούλα.
Μέσ'
τής Πλάκας τα σοκάκια,
κρυφολένε
δίχως κάκια,
Αυτή
είναι μία μόνο μορφή απ’ όσες
μπορεί να έχει η βιλανέλα. Δηλαδή
οι τρεις πρώτες τρίστιχες και η
τελευταία τετράστιχη. Ο πρώτος
στίχος ξαναγυρίζει ως τρίτος της
δεύτερης στροφής και ως τρίτος της
τέταρτης. Ο τρίτος ως τρίτος της
τρίτης και ως τέταρτος της
τέταρτης. πχ:
α
*
δ
*
ζ *
θ ^
β _
ε _
η ^
ι ^
γ
*
α
*
γ *
α *
γ *
Μπορεί
όμως να είναι κι έτσι: Η πρώτη τετράστιχη και οι άλλες
τρίστιχες. Ο πρώτος ξαναγυρίζει ως
δεύτερος της δεύτερης στροφής και
ως τρίτος της τέταρτης. Ο τρίτος ως
τρίτος της τρίτης και ως δεύτερος
της τέταρτης.
α
*
ε
-
η ^
ι ^
β _
α *
θ
*
γ *
γ
*
ζ
-
γ *
α
*
δ _
Ή
η πρώτη τετράστιχη και οι άλλες
τρίστιχες. Ο πρώτος στίχος
ξαναγυρίζει ως δεύτερος της
δεύτερης στροφής και ως δεύτερος
της τέταρτης. Ο τρίτος ως δεύτερος
της τρίτης και
ως τρίτος της τέταρτης στροφής.
α
*
ε -
η ^
ι -
β _
α *
γ
*
α *
γ
*
ζ
-
θ ^
γ *
δ _
ι'.
Ακροστιχίδα. Η
ακροστιχίδα αποβλέπει με τα αρχικά
γράμματα κάθε στίχου να σχηματίσει
ένα όνομα. Ήταν γνωστό είδος
και στη βυζαντινή φιλολογία, όπου
τα αρχικά γράμματα σχημάτιζαν
διάφορα ρητά. Στη νεώτερη ποίηση
σχηματίζουν γυναικεία ονόματα και
είναι αφιερώματα ποιητών προς την
αγαπημένη τους.
Η ακροστιχίδα αποτελεί
περισσότερο παιγνίδι παρά ποίημα
με αξιώσεις.
Η
παρακάτω ακροστιχίδα, παρμένη από
το « Ημερολόγιο» τού Σκόκου του 1896,
είναι μια συμβουλή πατέρα προς την
κόρη του Άννα:
«Αγνή
μου κόρη, εύλαλος, αγγελική καρδίΑ
Να
ζήσης βίον, εύχομαι τρισόλβιον
γλυκύΝ
Να
έχεις, το βιβλίον σου τροφήν
πνευματικήΝ
Ασχοχόλημά
σου δ’ άνετον, τα ρόδα και τα ίΑ»
ια'.
Αλφαβητάρια.
Είναι παρεμφερές είδος -παιγνίδι.
Κάθε στίχος ή ο πρώτος στίχος κάθε
στροφής αρχίζει με ένα γράμμα τής
αλφαβήτας, από το α ως το ω κατά
σειράν. Πολλές επίσης
φορές
αναφέρει ολόκληρο το γράμμα :
«Άνθρωπε,
πάσχεις και θαρρείς το κάμνεις να
κερδίσεις..
Βλέπεις
τον κόσμον, άνθρωπε, τραχύς είν’
και γυρίζει...
Γίνεσαι
μέγας άνθρωπε, βλέπεις τους άνω
κάτω……κ. τ .λ.
Ή
Άλφα.
θέλω ν' αρχινήσω
κόρη
μου να ιστορήσω.
Βήτα.
βέβαια σου λέω
πως
για σένα πάντα κλαίω... κτλ.
Συχνά,
αντί για το άλφα, βήτα, μπαίνουν
αριθμοί, ένα, δύο κλπ .Τέτοιο
παράδειγμα διαθέτει και η δημοτική
μας ποίηση.
Το
πιο γνωστό είναι το «Αλφαβητάριο»,
που τραγουδιέται στα Ζαγοροχώρια
της Ηπείρου, και ακολουθεί τη σειρά
του αριθμού από το ένα ως το δώδεκα.
Κι επειδή κατά το τραγούδημα
επαναλαμβάνονται, καθώς προχωρεί,
και όλοι οι προηγούμενοι στίχοι,
το τραγούδι δεν έχει τελειωμό.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ:
Ένα
είναι τ’
αηδονάκι
το
χελιδονάκι
όλον
τον Μάη λαλεί
κι
όλον το Θεριστή.
Δύο
πέρδικες
γραμμένες
γραμμένες
πλουμισμένες
ένα
είναι τ' αηδονάκι
τό
χελιδονάκι
όλον
τον Μάη λαλεί
κι
όλον το Θεριστή.
Τρία
πόδια λετροπόδια
δύο
πέρδικες γραμμένες
γραμμένες
πλουμισμένες
ένα
είναι τ' αηδονάκι
τό
χελιδονάκι
όλον
τον Μάη λαλεί
κι
όλον το Θεριστή. κτλ
ιβ΄
Παντούμ. Ποίημα με σταθερή μορφή
που ξεκίνησε από την Μαλαισία και
καθιερώθηκε στην Ευρώπη από τον
Ουγκώ. Αποτελείται από
απροσδιόριστο αριθμό τετράστιχων
στροφών και σταυρωτές
ομοιοκαταληξίες. Ο δεύτερος και ο
τέταρτος κάθε στροφής γίνονται ο
πρώτος και ο τέταρτος στίχος της
επόμενης. Στην τελευταία
τετράστιχη στροφή ο τέταρτος
στίχος πρέπει να είναι ίδιος με τον
πρώτο της αρχικής. Δεν υπάρχει
περιορισμός στον αριθμό των
στροφών.
α
*
β _
ε -
β _
ε -
η *
γ *
δ _
ζ -
δ_
ζ -
...... α
*
ιγ΄.
Τα λαϊκά παίγνια α) Μιμητικά κινήσεων. Τέτοια
τραγούδια τραγουδά ο λαός μας,
όταν γλεντά και βρίσκεται σε κέφι
κατά τις διάφορες γιορτές, τούς
γάμους, τα βαφτίσια, τα λαϊκά
πανηγύρια. Είναι μια ομαδική
εκδήλωση χαράς, ενθουσιασμού και
μεγάλης γενικής ευθυμίας. Τότε για
να δοκιμάσουν τη μνήμη και την
προσοχή ή αν αντέχουν να πουν,
χωρίς εισπνοή, πολλούς στίχους ή
λέξεις κατά συνέχεια, τραγουδούν
και χορεύουν ομαδικά, κάνοντας
διάφορες κινήσεις.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
:
«Κίνησα
ντε καρά μου ντε
κίνησα
να πάω στό μύλο
με
τη θεια μου την Κοντύλω
Κάτω
στο ρέμα στη ρεματιά
είδα
πώς φυτεύαν τα κουκιά.
Έτσι
τα, καλέ, έτσι τα,
έτσι
τα φυτεύανε
έτσι
τα φυτεύανε
οι
Καρυώτες τα κουκιά ".
Το
τραγούδι συνεχίζεται και οι
χορευτές μιμούνται διάφορες
γεωργικές εργασίες : το σκάλισμα,
το πότισμα, το μάζεμα, το φόρτωμα κ.τ.λ.
οι μιμητικές αυτές κινήσεις, πού
γίνονται στο ρυθμό του τραγουδιού,
κατά τρόπο πλαστικό, μας θυμίζουν
τη μορφή τού αρχαίου σατυρικού
χορού.
β)
Δοκιμαστικά μνήμης. Με τα
τραγούδια αυτά δοκιμάζεται η μνήμη
τού καθενός, δηλ. αν μπορούν να συγκρατήσουν,
όσα λέει ο ένας τραγουδιστής.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
:
«Άναψε
το καντήλι
που
έφεγγε και κένταγε
ή
κόρη το μαντίλι.
Πήγε
κι ο ποντικός
κι
έκλεψε το φυτίλι
που
έφεγγε και κένταγε
ή
κόρη το μαντίλι.
το
βράδυ στο καντήλι.
Πήγε
και μια γάτα
κι
έφαγε τον ποντικό,
πώκλεψε
το φυτίλι
μεσ’
από το καντήλι,
που
έφεγγε και κένταγε
ή
κόρη το μαντίλι.
το
βράδυ στο καντήλι.
Πήγε
κι ένας σκύλος
κι
έπνιξε τη γάτα
που
έφαγε τον ποντικό,
πώκλεψε
το φυτίλι
μεσ’
από το καντήλι,
που
έφεγγε και κένταγε
ή
κόρη το μαντίλι.
το
βράδυ στο καντήλι. κτλ. κτλ.
Και
το τραγούδι συνεχίζεται κατά τον
ίδιο τρόπο, πως ύστερα επήγαν: το
ξύλο, ο φούρνος, το ποτάμι, το βόδι,
ο λύκος, ο κυνηγός, ενώ
επαναλαμβάνονται κάθε φορά όλα τα
προηγούμενα.
Και
το τραγούδι τελειώνει έτσι :
Νάτος
και ο κυνηγός!
εσκοτωσε
το λύκο
που
έφαγε το βόδι
που
ρούφηξε τον ποταμό
που
έσβησε τον φούρνο
που
έκαψε το ξύλο
που
χτύπησε το σκύλο
που
έπνιξε τη γάτα
που
έφαγε τον ποντικό,
πώκλεψε
το φυτίλι
μεσ’
από το καντήλι,
που
έφεγγε και κένταγε
ή
κόρη το μαντίλι.
το
βράδυ στο καντήλι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου