Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2012

Παρακμή

Ζω σ’ ένα κόσμο που σαπίζει σαν αφημένο φρούτο στον αγρό, σαν σκουπίδι στη χωματερή που γεμίζει την ατμόσφαιρα μεθάνιο, έτοιμο να εκραγεί και να μολύνει το νερό που πίνουμε, μετατρέποντας το από γάργαρο σε διάφανο αλλά γεμάτο μυστικούς λοιμούς.
Ζούμε σ’ ένα κόσμο, άθροισμα των προσωπικών μας σάπιων, στον οποίο ο καθένας μας κουβαλά ένα παραωριμασμένο φρούτο μέσα του.
Ζούνε σ’ έναν κόσμο βρώμικο αλλά καθαρό μέσα στην άθλια παρακμή τους και νομίζουν ότι τον διαφεντεύουν.
Ζεις σ’ ένα κόσμο που δίνεις τροφή σε όλα τα σκουλήκια που διαβιούν μέσα σου και απλά περιμένουν το θάνατο σου για να βγουν στην επιφάνεια και να σε καταφάνε. Ταΐζεις και μεγαλώνεις στα σωθικά σου αυτούς που όταν δεν θα μπορείς άλλο θα εμφανιστούν με διαφορετική μορφή, την πραγματική.
Παρακμή, σήψη, δυσωδία.
Σκοτεινές παρθένες πόρνες με άγια μορφή, έτοιμες να διαλύσουν το κορμί σου και να ρουφήξουν την ψυχή σου. Κίτρινος πυρετός σωτηρίας από μουχλιασμένους ηγέτες που δεν τολμούν να βγουν στο φως. Πράσινη όψη, απεχθής, αντάξια των ζωών τους. Τυφλά σκουλήκια που τράφηκαν σε γιγάντια σώματα άνευ προοπτικής κι ελέους. Ζωντανές αποδείξεις του εξευτελισμού του ανθρώπου.

Κοινωνική γάγγραινα ντυμένη σε κουστούμια, που κυβερνά, αντικυβερνά, θερίζει και σκοτώνει. Πουτάνες χαμογελαστές σε καπηλειό, γεμάτες ασθένειες, έτοιμες να σε κάνουν δικό τους και να σε πάρουν μαζί στο θάνατο. Τραπεζίτες προαγωγοί αντάξιοι της κακοφημίας τους πλουτίζουν από το διαμελισμό σου.
Ξύπνα και ξύπνησε με για να δω που βρίσκομαι, αν ζω σε όνειρο ή σε αυταπάτη.
Τσίμπησε με, χαστούκισε με, χτύπα με δυνατά ν’ ανοίξω τα μάτια και μετά ζήτα το ίδιο κι από μένα.
Τα χρόνια που θα ζήσουμε δεν φτάνουν να δούμε το τέλος της παρακμής, ούτε καν τη μέση της αρχής της.
Το απόσπασμα ίσως να είναι πιο κοντά από τη μέρα που νομίζεις. Γίνε ήρωας, πέσε πάνω στη σφαίρα αντί να την περιμένεις. Ελεεινή εξαπατούσα πολιτεία που με κορόιδεψες και μ’ έκανες να νιώθω πολίτης ενώ δεν υπάρχεις, δείξε μου το πρόσωπό σου κι ας μαρμαρώσω στην παγερή όψη του. Φανέρωσε τη μέδουσα που καλύπτεις με δάφνινα στεφάνια νίκης κι ελπίδας.
Μην κρύβεσαι άλλο, δεν σε φοβάμαι, σε είδα την ώρα που λίγος καθάριος αέρας σήκωσε το μεταξωτό σου πέπλο και μετά έπνευσε μακριά μαζί με τ’ όραμά μου για σένα…
Πρόστυχη Βαβυλώνα…

Δεν υπάρχουν σχόλια: